Συνέντευξη του Συριανού διακεκριμένου ιατρού και πρ. Διευθυντή Πολιτικής και Διακυβέρνησης για την Υγεία και την Ευεξία στον ΠΟΥ, Άγι Τσουρού

“Στο χέρι μας να ελαχιστοποιήσουμε τον κίνδυνο του κορωνοϊού”

Την ψύχραιμη προσέγγισή του για την υπόθεση της πανδημίας του κορωνοϊου, η οποία βασίζεται στην επιστημονική οπτική και την πολύχρονη επαγγελματική πορεία του μέσα στις τάξεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), καταθέτει ο διακεκριμένος ιατρός Συριανής καταγωγής, Άγις Τσουρός σε συνέντευξή του στην “Κοινή Γνώμη”.

Ο κ. Τσουρός χαίρει διεθνούς αναγνώρισης για το έργο του στους τομείς που έχει ασχοληθεί και απαντά σε ερωτήματα που συνδέονται με την παγκόσμια υγειονομική κρίση, η οποία έχει επηρεάσει ξεχωριστά κάθε χώρα, όπως μοιραία και την Ελλάδα. Από την πλευρά του, προτρέπει τους πολίτες στην πιστή τήρηση των μέτρων ενάντια στη διασπορά του κορωνοϊού, υπογραμμίζοντας παράλληλα, πως, όλοι ως μέλη μίας κοινωνίας, έχουμε υποχρέωση να βγάλουμε τη χώρα μας έξω από την πανδημία, με όσο το δυνατόν λιγότερες “πληγές”, στον βαθμό που μας αναλογεί.

Επιπλέον, τοποθετείται αναφορικά με το θέμα της αμφισβήτησης που δέχθηκε ο ΠΟΥ, όπως επίσης για τις εξελίξεις σχετικά με το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού, αλλά και επί ερμηνειών που συνδέονται με την πανδημία και εντάσσονται όπως υποστηρίζει στη σφαίρα της συνωμοσιολογίας.

Σημειώνεται πως, ο ίδιος έχει εργαστεί επί 27 έτη στον ΠΟΥ, στον οποίο υπήρξε πρώην Διευθυντής Πολιτικής και Διακυβέρνησης για την Υγεία και την Ευεξία στην Ευρωπαϊκή περιφέρεια, έχει διευθύνει τομείς που αφορούν τα Συστήματα Δημόσιας Υγείας, είναι πρώην πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Δημόσιας Υγείας στην Ελλάδα και σήμερα είναι επισκέπτης καθηγητής στο Imperial College του Λονδίνου.

  • Διανύσαμε μία περίοδο καραντίνας και στη συνέχεια, ακολούθησε η άρση των μέτρων. Σήμερα, ποια είναι η τοποθέτησή σας για τη συμπεριφορά των πολιτών αναφορικά με την υγειονομική κρίση;

“Τον πρώτο καιρό της πανδημίας που ήρθε μαζί με το lockdown στη χώρα μας - διότι υπήρξαν γρήγορες πολιτικές αποφάσεις εδώ -, ήταν μία εποχή που ήμασταν όλοι μουδιασμένοι, φοβισμένοι. Η πολιτεία έπρεπε να διαχειριστεί την αβεβαιότητα, το άγνωστο, έναν απρόβλεπτο ιό, οι γειτονικές μας χώρες δοκιμάζονταν πάρα πολύ, με αποτέλεσμα η γενικότερη συμμόρφωση με τα μέτρα στη χώρα μας να πήγε πολύ καλά. Συμμορφωθήκαμε. Βέβαια, όπως και σε άλλες χώρες υπήρξαν και θα υπάρχουν πάντα θεωρίες συνωμοσίας, οι οποίες ουσιαστικά από τη μία πλευρά, αμφισβητούν αυτά που μαθαίνει ο κόσμος μέσα από την επίσημη ενημέρωση και από την άλλη πλευρά, ψυχολογικά, είναι ένας τρόπος να αποδώσει κάποιος μέσα στον φόβο, πιστεύοντας σε κάτι που είναι πολύ πιο ελεγχόμενο, συγκριτικά με κάτι που είναι τόσο απρόβλεπτο όπως αποδείχθηκε να είναι ο κορωνοϊός. Για παράδειγμα βολεύει κάποιους περισσότερο να πιστεύουν ότι ο ιός προήλθε από εργαστήριο, παρά ότι προήλθε από κάποιο ζώο.

Αν και πήγαμε καλά σε πρώτο επίπεδο, σήμερα, σαν το εκκρεμές, έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο. Υπάρχει μία πολύ μεγάλη χαλάρωση της αντίληψης του κινδύνου, η οποία σε συνδυασμό με μία δυσπιστία και με ένα μεγάλο κενό που υπάρχει στην πληροφόρηση αυτήν την στιγμή – όπως θεωρώ εγώ – ξαφνικά δημιουργήθηκαν συνθήκες, που διαπιστώνουμε πως ακόμη και σκεπτόμενοι άνθρωποι, αντιδρούν με τρόπο που μας εκπλήσσει. Αυτό βλέπουμε γύρω μας. Όμως, αν κάποιος παρατηρήσει τί συμβαίνει σε όλον τον κόσμο, διαπιστώνει ότι ο κορωνοϊός είναι εδώ, δεν πήγε διακοπές και σε κάποιες χώρες αναγκάζονται και παίρνουν νέα μέτρα. Ζούμε λοιπόν, σε διαφορετικές πραγματικότητες. Μας βολεύει να νιώθουμε ότι ο ιός δεν είναι εδώ και πως επειδή τα πήγαμε καλά, θα εξακολουθήσουμε να τα πηγαίνουμε καλά”.

  • Θεωρείτε ότι ως λαός έχουμε την ωριμότητα να διατηρήσουμε στην καθημερινότητά μας έναν νέο τρόπο ζωής, ο οποίος μας επιβλήθηκε για την προάσπιση της δημόσιας υγείας;

“Νομίζω ότι έχουμε την ωριμότητα, αλλά δεν το τοποθετώ στο επίπεδο της ωριμότητας τόσο, όσο στο ότι ως πολίτες, μπορούμε να ελέγχουμε σαν κοινωνία αυτά που συμβαίνουν. Ένα πολύ μεγάλο κομμάτι του στρες των ανθρώπων προέρχεται από την αίσθηση ότι γίνονται κάποια πράγματα, τον έλεγχο των οποίων δεν μπορούν να τον έχουν. Όταν έχει κάποιος την αίσθηση ότι δεν μπορεί να ελέγξει τα πράγματα, μπαίνει σε μία κατάσταση άρνησης και απάθειας, η οποία όμως είναι κι αυτή πολύ εύθραυστη. Προς επιβεβαίωση αυτού που αναφέρω, ας δούμε τί πανικός δημιουργείται όταν ακούσει κάποιος ότι υπάρχουν δύο, τρία κρούσματα στο νησί. Ξαφνικά οργιάζουν οι φήμες.

Άρα, με φόντο το θέμα της ωριμότητας, θα πρέπει να ξέρει ο καθένας μας συγκεκριμένα πράγματα: Πρώτον, ότι η ιστορία του ιού είναι μία δυναμική κατάσταση και καθημερινά μαθαίνουμε περισσότερα. Πέρασαν μόνον έξι μήνες για έναν άγνωστο ιό. Καθημερινά μαθαίνουμε, ενώ θα πρέπει απαραιτήτως να φοράμε μάσκα για να περιορίζουμε τη μετάδοση. Δεύτερον, ότι η πολιτεία παίρνει μέτρα για να περιορίζει τις μικρές “φωτιές” των κρουσμάτων, όπως η ιχνηλάτηση κ.α.. Τρίτον, ότι πρέπει να υπάρχει μία υπεύθυνη πληροφόρηση τοπικά. Οι κοινωνίες οι οποίες κατάφεραν τα περισσότερα στον κόσμο είναι οι κοινωνίες που οργανώθηκαν τοπικά”.

  • Έχει γίνει αρκετός λόγος σχετικά με το αν πρέπει ή όχι μία τοπική κοινωνία να ενημερώνεται για τα κρούσματα και συγκεκριμένα, στις νησιωτικές περιοχές που δέχονται περισσότερο τουρισμό. Ποια είναι η θέση σας;

“Εάν είχαμε απομονώσει το νησί μας και δεν είχαμε κρούσματα, θα μπορούσαμε να αγκαλιαζόμαστε σήμερα. Ας ανατρέξουμε στο παράδειγμα της Νέας Ζηλανδίας.

Όμως, εμείς, έχουμε κόσμο που φθάνει αεροπορικώς ή ακτοπλοϊκώς από διάφορες περιοχές. Ο δείκτης μετάδοσης σε κάποιες περιοχές είναι υψηλός συγκριτικά με άλλες. Άρα, δεν ξέρουμε από πού έρχεται ο καθένας. Συνεπώς, η απάντηση μου είναι η εξής: Αφενός, εμείς σαν μικρή κοινωνία τί κάνουμε για να ελαχιστοποιούμε τον κίνδυνο, γιατί είναι στο χέρι μας να ελαχιστοποιούμε τον κίνδυνο και αφετέρου, θεωρώ ότι δεν πρέπει να στοχοποιούμε για παράδειγμα τα χωριά της Σύρου. Άρα, πρέπει να υπάρχει σωστή τοπική πληροφόρηση, την οποία την ξέρουν οι Αρχές και οι αρμόδιοι, εμείς πρέπει να παίρνουμε τα μέτρα μας και τέλος, πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στο κράτος ότι απέναντι στα κρούσματα τα οποία εμφανίστηκαν θα έχει σωστή διαχείριση. Δηλαδή απομόνωση, καραντίνα και ό,τι άλλο χρειάζεται. Το να στοχοποιούμε τον Φοίνικα, τη Βάρη ή την Ποσειδωνία δεν έχει κανένα νόημα”.

  • Θεωρείτε επιτυχημένη την πολιτική που ακολούθησε η κυβέρνηση για τον περιορισμό της διασποράς του κορωνοϊού στην Ελλάδα; Κρίνετε ότι αν δεν είχαμε εικόνα για την έξαρση του κορωνοϊού πρωτίστως σε άλλες χώρες, όπως ενδεικτικά στην γειτονική Ιταλία, η Ελλάδα θα είχε ανταποκριθεί εγκαίρως και άμεσα;

“Η Ελλάδα δυστυχώς παραδοσιακά έχει αναιμικό Σύστημα Δημόσιας Υγείας. Δηλαδή δεν έχει επενδύσει στη Δημόσια Υγεία. Και η επένδυση στη Δημόσια Υγεία για την επόμενη ημέρα είναι σαν να επενδύουμε στην εθνική άμυνα της χώρας. Κι αυτό, επειδή προσωπικά θεωρώ πως αυτό που ζήσαμε τώρα είναι “πρόβα τζενεράλε” για ένα μέλλον που οι απειλές για τη δημόσια υγεία θα είναι πάρα πολλές. Κι αυτό επειδή η κλιματική αλλαγή έχει αντιστρέψει τις οικολογικές ισορροπίες του πλανήτη και βλέπουμε νοσήματα που υπήρχαν μόνον στις θερμές χώρες και τώρα έρχονται στην Ευρώπη. Επίσης, βλέπουμε και τα καιρικά φαινόμενα με τους καύσωνες κλπ. Φυσικά, επειδή έχει γίνει οικολογική καταστροφή σε μερικά μέρη, έχει γίνει και μετατόπιση ζώων που έρχονται κοντά στο ανθρώπινο είδος. Οπότε θα έχουμε και νέες δυναμικές.

Άρα, θεωρώ πως είμαστε ευλογημένη σαν χώρα, επειδή τη στιγμή που έγινε αυτό, με τα δεδομένα που υπήρξαν εκείνη τη στιγμή και με μία πολιτική ηγεσία που πήρε γρήγορα μέτρα και με καλούς επιστήμονες, κατάφεραν κι έδρασαν άμεσα.

Είδαμε και χώρες με ισχυρά Συστήματα Υγείας, όπως οι Σκανδιναβικές ή η Αγγλία, πόσα λάθη έκαναν πολιτικά. Η Αγγλία που έχει το καλύτερο Δημόσιο Σύστημα Υγείας στον κόσμο, σχεδόν κατέρρευσε διότι δεν υπήρξε η πολιτική βούληση να δράσει σωστά. Άρα, δράσαμε σωστά, πήραμε εύσημα και πλέον έχουμε περάσει σε μία φάση που πρέπει να δούμε πώς θα διαχειριστούμε την κατάσταση. Αρχίζει να διαφαίνεται ότι θα υπάρχει κι εμβόλιο ή θεραπείες που μπορεί να μειώσουν τη θνητότητα, αλλά δεν ξέρουμε τι μας περιμένει ακόμη”.

  • Η Ελλάδα κατέθεσε προτάσεις στην Ευρώπη για την υπόθεση του τουρισμού στην εποχή του κορωνοϊού, αλλά δεν έγιναν δεκτές. Βλέπουμε ότι άνοιξαν πλέον τα σύνορα, δεν έχουμε τον απόλυτο έλεγχο της κατάστασης και γίνεται έντονα λόγος για “ατομική ευθύνη”. Κρίνετε ότι οι πολίτες εισπράττουν διγλωσσία από την πλευρά της κυβέρνησης;

“Η κατάσταση είναι δυναμική. Το θέμα των οικονομιών των χωρών δημιούργησε μέσα στις διαπραγματεύσεις και τη διπλωματία της υγείας και “υποχωρήσεις”. Μέσα στο διαπραγματευτικό πλαίσιο πάρθηκαν αποφάσεις που δεν ήταν ισοδύναμες μεταξύ όλων. Αυτό είναι αλήθεια. Δεν είναι όμως διγλωσσία. Είναι μία πολιτική πραγματικότητα μέσα στις γνώσεις που έχουμε γι αυτόν τον ιό σήμερα, που όμως σημαίνει ότι προσαρμοζόμαστε. Και προσαρμοζόμαστε σε αυτό που είναι το δεδομένο. Και το δεδομένο είναι αυτό των μέτρων της πολιτείας που είμαστε σήμερα και του ευρύτερου πολιτικού πλαισίου μέσα στο οποίο η Ελλάδα ανήκει, το οποίο είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σχετικά με την ατομική ευθύνη, πολλοί λένε ότι “μας πετούν το μπαλάκι, επειδή έχασαν εκεί το παιχνίδι” και άρα, πλέον η ευθύνη είναι δική μας. Δεν ισχύει αυτό. Προσωπικά την έννοια της ατομικής ευθύνης τη μεταφράζω στο ερώτημα: “Τί είναι αυτό που με νοιάζει;”. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι ως μέλος μίας κοινωνίας, να συνδράμω στο να εξασφαλίσουμε ένα πέρασμα από μία κρίση όσο το δυνατόν περισσότερο ανώδυνα. Άρα, προσωπικά για την έννοια της ατομικής ευθύνης εγώ χρησιμοποιώ τις λέξεις “νοιάζομαι” και “νοιαζόμαστε”. Ακολουθούμε τα μέτρα, όπως για παράδειγμα η χρήση της μάσκας. Αν νοιαστούμε, θα κάνουμε τη μεγάλη διαφορά”.

  • Τους πολίτες τους απασχολεί η υπόθεση του εμβολίου κατά του κορωνοϊού. Θεωρείτε ότι θα έχουμε άμεσα ένα ασφαλές αποτέλεσμα στο πλαίσιο ερευνών που γίνονται σήμερα;

“Υπάρχουν πάρα πολλά εμβόλια αυτή τη στιγμή. Στην Αμερική, στην Αγγλία, στην Κίνα. Πολλοί από τις πρώτες φάσεις έχουν δείξει ότι πραγματικά είναι ασφαλή τα εμβόλια σε μικρές ομάδες πληθυσμών που έχουν δοκιμαστεί. Δημιουργούν αντισώματα, χωρίς όμως να ξέρουμε ακόμη αν είναι αρκετά για να προστατέψουν τον άλλον ή από το να έχει παντελή ανοσία, ή από το να περάσει τον κορωνοϊό πιο ήπια. Έχουμε δύο κατηγορίες εμβολίων, τα τεχνητά εμβόλια που γίνονται στο εργαστήριο ή αυτά που εξασθενούν τον ιό και κρατούν το κομμάτι που το χρειαζόμαστε για να γίνει αυτή η αντιγονική αντίδραση και να έχουμε τα αντισώματα. Φαίνεται ότι τα αποτελέσματα είναι πολύ αισιόδοξα. Ειδικά αυτά που ήρθαν προχθές από την Αγγλία. Ήδη κυβερνήσεις παραγγέλνουν σε τεράστιες ποσότητες εμβόλια και όχι μόνον από μία εταιρεία. Μετά από τα πρώτα αποτελέσματα που είναι ενθαρρυντικά, δεν ξέρουμε αν θα συνεχίσουν να είναι ασφαλή και σε μεγαλύτερους πληθυσμούς και επίσης αν θα είναι αποτελεσματικά στη σωστή δόση.

Ακόμη δεν έχουν εκθέσει ανθρώπους στον κορωνοϊό για λόγους ηθικούς. Αυτό που έχουν κάνει μέχρι τώρα είναι ότι οι μελέτες γίνονται σε άτομα κάτω από 54 ετών περίπου, χωρίς να τους εκθέτουν στον κίνδυνο. Αλλά επειδή είναι πολύ ενθαρρυντικά κι αισιόδοξα αυτά που ξέρουμε, φαίνεται ότι θα πάμε καλά. Θεωρώ πως θα έρθει μία στιγμή που θα έχουμε εμβόλια - και περισσότερα από ένα – αποτελεσματικά και θα έχουν δοκιμαστεί σε μεγάλους πληθυσμούς.

Όμως, η μεγάλη πρόκληση είναι μία. Η διαθεσιμότητα. Είναι παγκόσμιο αγαθό το να υπάρχει ένα εμβόλιο. Θα μπορέσουμε να βρούμε έναν τρόπο ώστε να υπάρχει μία ισότητα στη διαθεσιμότητα αυτού του εμβολίου; Ήδη ο ΠΟΥ εργάζεται πολύ πάνω σε αυτό: Ποιοι δηλαδή θα πρέπει να εμβολιαστούν πρώτα; Πρέπει να υπάρξει ένας τρόπος ώστε ο ευάλωτος πληθυσμός να έχει πρόσβαση; Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση”.

  • Όλο αυτό το διάστημα υπήρξε έντονη αμφισβήτηση και προς τον ΠΟΥ ενώ επιπλέον, η Αμερική ανακοίνωσε πως θα σταματήσει τη χρηματοδότηση. Πώς σχολιάζετε αυτές τις εξελίξεις;

“Ο ΠΟΥ ανήκει στην “οικογένεια” των Ηνωμένων Εθνών. Έχει 194 κράτη – μέλη, τα οποία με τους πολιτικούς εκπροσώπους τους αποτελούν στην Παγκόσμια Συνέλευση Υγείας το σώμα που παίρνει τις μεγάλες αποφάσεις. Ο ΠΟΥ έχει την αμεροληψία, την ανεξαρτησία, την πρόσβαση στην καλύτερη τεχνογνωσία στον πλανήτη, αλλά δεν μπορεί να επιβάλει στα κράτη τί θα κάνουν. Νομίζω πως την επόμενη ημέρα, αυτό, μπορεί να αλλάξει. Άρα, ο ΠΟΥ βγάζει συστάσεις και οδηγίες, κάνει πολιτικές, αλλά δεν επιβάλλει. Όμως, υπάρχει το IHR (International Health Regulations) που είναι ο διεθνής κανονισμός υγείας, τον οποίον οι χώρες πρέπει να τον εφαρμόζουν, να προετοιμάζονται για να έχουν γερά Συστήματα και να είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν θέματα. Εδώ, η λέξη κλειδί είναι η “διαφάνεια”.

Όταν οι Κινέζοι είχαν στη Γουχάν τα πρώτα κρούσματα, δυστυχώς, δεν υπήρξε η διαφάνεια εκείνη, της άμεσης ειδοποίησης του ΠΟΥ, ότι υπάρχουν κάποια κρούσματα ανεξήγητων πνευμονιών που σύμφωνα με τον Διεθνή Κανονισμό Υγείας πρέπει να ενημερώσουμε γι αυτά αμέσως, επειδή μπορεί να έχουμε περίπτωση όπως ο MERS ή ο SARS.

Ο Οργανισμός λοιπόν, δεν μπορούσε - ακόμη κι αν υπήρχαν οι πληροφορίες ότι κάτι συμβαίνει - να “μπει” μέσα. Έπρεπε να διαπραγματευθεί διαύλους πολιτικούς κι επιστημονικούς για να μπορέσει να πείσει την Κίνα να κάνει το σωστό. Έτσι, χάθηκε κάποιος πολύτιμος χρόνος.

Πώς γίνεται ευάλωτος ο Οργανισμός;

Πολιτικά ο Οργανισμός πρέπει να τα έχει καλά με τους Κινέζους γιατί εξαρτόμαστε από εκείνους. Ο Τραμπ όταν άκουσε τον επικεφαλής του ΠΟΥ να συγχαίρει τους Κινέζους για τα μέτρα που πήραν και απομόνωσαν μία πόλη τόσων εκατομμυρίων κι επειδή έχει μεγάλο πολιτικό πρόβλημα στην Αμερική, άρχισε να μιλά για τον Οργανισμό υποστηρίζοντας ότι στηρίζει την Κίνα. Ο Τραμπ παίρνει μία απαράδεκτη απόφαση να μη χρηματοδοτεί τον ΠΟΥ, όμως, στο επίπεδο το τεχνικό, φυσικά, όλοι δουλεύουμε και με τους Αμερικανούς και με τα Ινστιτούτα. Είναι μία κίνηση που την κάνει για εσωτερική κατανάλωση.

Οι Κινέζοι όντως έκαναν λάθη και ίσως όταν κοιτάξουμε πίσω στην ιστορία, να καταλήξουμε στο συμπέρασμα, ότι ο ΠΟΥ δεν έπρεπε να τους είχε επαινέσει τόσο πολύ. Θεωρώ όμως, ότι είναι απαράδεκτο “να τραβάμε το χαλί” κάτω από έναν Οργανισμό που αν δεν τον είχαμε, θα τον είχαμε εφεύρει τώρα σε αυτήν την κρίση”.

  • Από μία μερίδα κόσμου έχει υποστηριχθεί πως η “πανδημία” αποτέλεσε ένα “εργαλείο” στα χέρια πολιτικών ηγεσιών για την περιστολή βασικών ελευθεριών. Κατά τη γνώμη σας αυτή η προσέγγιση ανήκει στη σφαίρα της συνωμοσιολογίας;

“Υπάρχουν θεωρίες συνωμοσίας που είναι εξωπραγματικές. Αυτό που με ανησυχεί προσωπικά είναι ότι άρχισα να ακούω σχετικά σχόλια από σκεπτόμενους ανθρώπους. Με την πανδημία, νομίζω πως ξαφνικά ανακαλύψαμε το εξής: Πρώτον, ότι ο κόσμος μας είναι πολύ εύθραυστος και κοινωνικά και οικονομικά. Δεύτερον, ότι το μεγαλύτερο τίμημα σε αυτήν την κρίση, το πλήρωσαν οι ασθενείς ομάδες και όχι μόνον οι ομάδες που είναι πάνω από ένα όριο ηλικίας, αλλά και οι φτωχότεροι, εκείνοι που είχαν μικρότερη πρόσβαση στις σωστές Υπηρεσίες κ.ο.κ.. Αυτός ο ιός μας δείχνει πόσο εύθραυστοι είμαστε. Άραγε την επόμενη ημέρα τί θα κάνουν οι χώρες; Θα έχουμε ηγέτες που θα δουν ξανά μία νέα τάξη πραγμάτων όπου ο κόσμος με αυτό που πέρασε θα μπορούσε ίσως να δημιουργήσει τις υποδομές και το δίχτυ προστασίας για έναν καλύτερο κόσμο;

Η πανδημία είναι μία μεγάλη κρίση που μας δίδαξε πολλά. Σε κάποια κομμάτια της θα την ξεχάσουμε σύντομα, αλλά ελπίζω πως αυτό που θα μείνει θα είναι κάποιες προτεραιότητες από αυτούς που μας διοικούν που θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις όπου η υγεία και η ευεξία του κόσμου θα είναι ένα άρρηκτο κομμάτι της ανάπτυξης”.

  • Ποια είναι η προτροπή σας βάσει της επιστημονικής εμπειρίας σας προς τον κόσμο σχετικά με την πανδημία; Ακόμη δεν έχουμε τελειώσει με αυτήν την υπόθεση.

“Δεν έχουμε τελειώσει με την πανδημία. Παρόλο που καμία φορά μπορεί να μας βολεύει να ζούμε σε μία πλασματική πραγματικότητα με θεωρίες συνωμοσιολογίας και άρνηση, νομίζω πως πρέπει να σκεφτούμε ότι υπάρχουν πολλά που μπορούμε να κάνουμε εμείς σαν κοινωνίες και σαν άτομα για να προσαρμοζόμαστε και να προστατευόμαστε. Δεν συνέβη ποτέ ξανά μέσα σε έξι μήνες να ξέρουμε τόσα πολλά για το άγνωστο. Ας σκεφτούμε ότι σύσσωμη η επιστημονική κοινότητα το παλεύει. Υπάρχει λοιπόν η επιστήμη που ερευνά, η πολιτεία που παίρνει τις αποφάσεις κι εμείς, η κοινωνία και εν προκειμένω η τοπική κοινωνία που μπορεί να προσαρμόζεται στη σωστή πληροφόρηση, ακολουθώντας τα μέτρα”.