Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

Πολιτεία

  • Τρίτη, 20 Ιουνίου, 2017 - 06:22
  • /   Eνημέρωση: 20 Ιουν. 2017 - 7:28

Αναρωτιέμαι αν, όταν έγραφε ο Πλάτων την Πολιτεία του, γνώριζε πώς ζουν οι μέλισσες. Η ιδανική Πολιτεία του έχει πρότυπό της την κοινωνία των εντόμων που ζουν οργανωμένα σε κοινωνίες. Ο Πλάτων θεώρησε ότι τα μέλη της Πολιτείας του ανήκαν σε στεγανές τάξεις κληρονομικά. Κάποιος από μια τάξη δεν μπορούσε να μεταπηδήσει σε άλλη. Όπως στις μέλισσες υπάρχουν οι στεγανές τάξεις της βασίλισσας, των κηφήνων και των εργατριών. Το σύστημα θυμίζει ναζισμό, όπου μόνον οι καθαρόαιμοι είχαν δικαιώματα. Στην κοινωνία (ειδοποιός διαφορά της από την αγέλη) τα μέλη της εκτελούν διαφορετικό έργο το καθένα, όλα όμως αποσκοπούν σε κοινό στόχο. Κι αυτός είναι τελικά η δημιουργία αποθηκών με τα χρειώδη, μέλι στις μέλισσες, κεφάλαιο στους ανθρώπους, που χρησιμεύουν για τις περιόδους ένδειας που μοιραία αντιμετωπίζει κάθε ομάδα ζώων. Η πρόσβαση σ΄ αυτές τις αποθήκες είναι ακριβώς ίση για όλα τα μέλη. Ιδιοκτησία δεν υπάρχει. Στην Πολιτεία του Πλάτωνος θα υπήρχε κοινοκτημοσύνη. Στις «αποθήκες» θα είχαν πρόσβαση εξίσου όλα τα μέλη της κοινωνίας, ανάλογα με τις ανάγκες τους. Καθαρός κομμουνισμός, ούτε καν σοσιαλισμός, όπου η πρόσβαση στις αποθήκες της κοινωνίας γίνεται ανάλογα με την προσφορά καθενός. Η κοινωνική ελευθερία στις κοινωνίες των εντόμων είναι μηδενική. Κάθε μέλος, θέλει-δε-θέλει, ενεργεί αντανακλαστικά με συνέπεια το συμφέρον της ομάδας του, όχι του εαυτού του. Οι κηφήνες εκτελούνται μετά τη γονιμοποίηση της βασίλισσας. Επιτέλεσαν πια το χρέος τους, ενώ κοστίζουν καταναλώνοντας το αποθηκευμένο μέλι, στερώντας το από τις εργάτριες που το μαζεύουν.

Ο ίδιος ο Πλάτων αναγνώριζε ότι δεν μπορεί να υπάρξει τόπος (Ου-τοπία) για τέτοια κοινωνία. Κι ο μαθητής του, ο Αριστοτέλης, δεν είπε πως ο άνθρωπος είναι ζώο κοινωνικό, αλλά πολιτικό. Που σήμαινε πως οι νόμοι που διέπουν την κοινωνία του δεν είναι δοσμένοι απέξω, αλλά αποφασισμένοι από τον ίδιο τον άνθρωπο. Πραγματιστής ο μαθητής, αναγνώρισε τρία βασικά πολιτεύματα. Στη μοναρχία, ένας αποφασίζει τους νόμους για όλους. Το δικαίωμα του το έδωσαν διάφορες δικαιολογίες, όπως ότι είναι απόγονος θεών ή ηρώων, ή, έστω «ελέω Θεού» βασιλιάς. Η ηγεσία του δεν αμφισβητείται. Μπορεί να είναι ένας φωτισμένος ηγέτης, μπορεί όμως να είναι και μωρός ή εντελώς ακατάλληλος. Στην ολιγαρχία οι νόμοι αποφασίζονται από ολίγους «αρίστους». Η αριστεία τους ορίζεται ποικιλοτρόπως, όπως με την καταγωγή τους από ήρωες ή, συμβιβαστικά, εκλέγονται από το σύνολο. Ως «άριστοι» και «εκλεκτοί» είναι οι περισσότερο γνώστες ώστε να αποφασίζουν νόμους που ωφελούν το σύνολο. Το πρόβλημα μ΄ αυτούς είναι ότι η καταγωγή δεν εξασφαλίζει την αριστεία, ενώ η εκλογή τους απαιτεί συναλλαγή. Για να εκλεγούν πουλάνε εξυπηρέτηση αγοράζοντας ψήφους. Τους αγοράζουν από ψηφοφόρους, από πλουσίους, που τους χρηματοδοτούν, από συνδικαλιστικούς ηγέτες, που κινητοποιούν το εργατικό δυναμικό προς όφελός τους, από ΜΜΕ που τους διαφημίζουν, από τον κομματικό αρχηγό τους, που δεν θα τους ξαναέχει υποψηφίους, αν δεν πειθαρχήσουν στα κομματικά κελεύσματα. Μεριμνούν για επανεκλογή, όχι για ωφέλεια του συνόλου. Η ολιγαρχία γίνεται έτσι μήτρα της διαφθοράς. Στη δημοκρατία αποφασίζει τους νόμους του το σύνολο. Η πολυπλοκότητα της λειτουργίας μιας πολιτείας δεν επιτρέπει να αποφασίζει το σύνολο (δημοψήφισμα) για κάθε νόμο, πρέπει επομένως να υπάρχει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα (βουλή) που να παίρνει αποφάσεις για τα καθημερινά προβλήματα. Η εκλογή των βουλευτών (ολιγαρχία) δεν είναι ο καλύτερος τρόπος, όπως αναφέρθηκε, συνεπαγόμενη πελατειακή σχέση και διαφθορά. Μένει ο μαθηματικός τρόπος της κλήρωσης των βουλευτών από το σύνολο του λαού (Αριστοτέλης). Κατάλληλη κρίση μετά την κλήρωση μπορεί να εξασφαλίσει ότι δεν θα γίνουν βουλευτές εγνωσμένοι μωροί ή διεφθαρμένοι, αλλά δεν εξασφαλίζει την παρουσία των πραγματικά αρίστων. Έτσι, δεν είναι δυνατή η καθολική εφαρμογή της, όπως όριζε ο Αριστοτέλης. Στην Αθηναϊκή πολιτεία π.χ. η βουλευτική εξουσία αποτελούνταν από κληρωτούς βουλευτές, αλλά η εκτελεστική των «στρατηγών» (κυβέρνηση) από επαΐοντες εκλεγόμενους από το σύνολο του δήμου. Είναι σχετικά εύκολο να εξαγοράσεις κάποιον, δυσκολότερο να εξαγοράσεις λίγους, αλλά πρακτικά αδύνατο να τους εξαγοράσεις όλους. Όμως το πλήθος, ενώ δεν μπορεί να είναι συνολικά προκατειλημμένο, π.χ. από τη βούληση κάποιου κόμματος, άγεται όμως συνήθως εύκολα από δημαγωγούς, μη αποτελούμενο από διαλεγμένους, ηθικά θωρακισμένους, ανθρώπους. Φυσικά δεν λείπει η δημαγωγία, η τέχνη του λαϊκισμού, από κανένα σύστημα και δεν αφορά μόνο συγκεκριμένες τάξεις. Λαϊκισμός είναι η ικανοποίηση επιθυμιών σε βάρος της ικανοποίησης αναγκών. Από τους γνωστούς μας ηγέτες π.χ. τα σκήπτρα του λαϊκισμού κατέχει σήμερα διεθνώς εκείνος, που εκούσια αγνοώντας τα επιστημονικά δεδομένα, παύει να στηρίζει την καθαρότητα του περιβάλλοντος, υποστηρίζοντας συμφέροντα και επιθυμίες των πολύ πλουσίων του τόπου του που τον στηρίζουν. Ακολουθούν τοπικοί ηγέτες όπως κάποιοι Έλληνες, που ερμηνεύουν το ΟΧΙ ως ΝΑΙ, σκίζουν μνημόνια, αλλά υπογράφουν δύο καινούργια κλπ ή αναγνωρίζουν προεκλογικά πως οι εφαρμοζόμενες λύσεις είναι λάθος συνταγή, αλλά την εφαρμόζουν μόλις γίνουν πρωθυπουργοί.

Η βούληση της κοινωνίας ονομάζεται Ηθική, όπως η γνώση της ονομάζεται Επιστήμη και το συναίσθημά της Τέχνη. Η νομιμότητα προσπαθεί να περιορίσει τη δυνατότητα παρερμηνειών που επιτρέπει η άγραφη ηθική. Από όσα αναφέρθηκαν, η μεγαλύτερη διάσταση μεταξύ ηθικής και νομιμότητας υπάρχει στη μοναρχία με τραγικό κλασικό παράδειγμα το δίλημμα της Αντιγόνης. Ακολουθεί η ολιγαρχία, ενώ στη δημοκρατία, όπου οι νόμοι αποφασίζονται από το σύνολο του λαού, ελάχιστα διαφέρει η ηθική από τη νομιμότητα.

Οικονομικές-φορολογικές τάξεις υπάρχουν στη δημοκρατία. Το κλειδί είναι, όπως έλεγε ο Washington νομίζω, ότι σε κάθε δικαίωμα αντιστοιχεί μια υποχρέωση. Στην αρχαιότητα π.χ. σε ορισμένους ηγετικούς ρόλους, κληρώνονταν αποκλειστικά από τις πλούσιες τάξεις. Αυτοί ήταν οι κύριοι πολεμιστές, αλλά, είχαν υποχρεώσεις, όπως να εξασφαλίζουν τους εξοπλισμούς με δικά τους έξοδα, να γίνονται χορηγοί σε δημόσιες λειτουργίες κλπ. Μπορούσαν να αρνηθούν, αλλά τότε έπρεπε να υποδείξουν άλλον πλουσιότερο, κι αν αυτός δεν δεχόταν, όφειλαν να ανταλλάξουν τις περιουσίες τους (αντίδοση). Η δημοκρατία διέθετε σημαντικές ελευθερίες στους πολίτες της και, για την πρόσβαση στις κοινωνικές «αποθήκες», αξιόλογη ισότητα, που αναλυόταν σε ισοπολιτεία (ίση πρόσβαση στις αρχές), ισονομία και ισηγορία, με ίση δυνατότητα έκφρασης, που είχε εξασφαλισθεί με τη μεγαλοφυή Ελληνική γραφή, όπου κάθε φθόγγος αντιστοιχούσε σε ένα γράμμα και κάθε γράμμα σε ένα φθόγγο. Παρήκμασε, πιθανώς διότι, αντί να επεκταθεί σε γυναίκες, μετοίκους και δούλους, μεταμορφώθηκε λαϊκιστικά σε κατακτητικό ιμπεριαλισμό. Από την άλλη, αν είχε διευθυνθεί ο ορισμός του πολίτη, δεν ξέρομε αν θα είχε παραχθεί ο πολιτισμός που δημιουργήθηκε.

 

Διαβάστε ακόμα