Άνοιξε τις πύλες της στη Σύρο η έκθεση εικαστικών έργων 18ου – 19ου αιώνα από τη Συλλογή Έργων Τέχνης της Βουλής των Ελλήνων «Από τις Φλόγες του Αγώνα»

Η επανασύνδεση του Ελληνισμού με το ιστορικό μεγαλείο του

Μια υψηλής ποιότητας και μεγάλης ιστορικής αξίας έκθεση – ύμνος στην «Αναγέννηση» της πατρίδας μας υπό το πρίσμα των εμβληματικών πόλεων της Αθήνας και της Ερμούπολης- φιλοξενείται στην Πινακοθήκη Κυκλάδων, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για την επέτειο των 200 ετών από την κήρυξη της Επανάστασης του 1821.

Η έκθεση «Από τις φλόγες του Αγώνα. Αθήνα – Ερμούπολη: η αναγέννηση της Ελλάδας» -επιστέγασμα της εξαιρετικής συνεργασίας του Δήμου Σύρου - Ερμούπολης με τη Βουλή των Ελλήνων- θα διαρκέσει μέχρι και τις 20 Οκτωβρίου 2021, δίνοντας την ευκαιρία ακόμη και σε μαθητικές ομάδες του νησιού να την επισκεφτούν και να θαυμάσουν πρωτότυπα εικαστικά έργα τέχνης κυρίως του 19ου αιώνα (ελαιογραφίες, υδατογραφίες, χαρακτικά), καθώς και εποπτικά μέσα και φωτογραφικό υλικό.

Την έκθεση επιμελήθηκε ο Έφορος της Συλλογής Έργων Τέχνης της Βουλής των Ελλήνων, Δ.ρ Θοδωρής Κουτσογιάννης, ενώ πολύτιμη ήταν η τεχνική υποστήριξη που παρείχε ο έμπειρος στην οργάνωση σημαντικών εικαστικών εκθέσεων Γιώργος Αλτουβάς. Κομβικής σημασίας για την ολοκληρωμένη παρουσίαση της έκθεσης στάθηκε το φωτογραφικό υλικό της Ερμούπολης που διέθεσε ο Δημήτρης Βαμβακούσης.

Το κοινό θα έχει τη χαρά να θαυμάσει συνολικά 43 εικαστικά έργα (23 από τη Συλλογή Έργων Τέχνης της Βουλής και 20 από τη φιλελληνική Συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη), μέσω των οποίων οπτικοποιείται η πορεία από το όραμα της Ελευθερίας στην πραγμάτωση της Αναγέννησης, στο πεδίο των τεχνών και του πολιτισμού. Σημειώνεται πως, η Βουλή των Ελλήνων τιμά την επέτειο του 1821 τόσο με την παρούσα έκθεση στην Πινακοθήκη Κυκλάδων, όσο και με τη μεγάλη επετειακή έκθεση «Αντικρίζοντας την Ελευθερία!» στο Μέγαρο του Ελληνικού Κοινοβουλίου, καθώς και με συνεργασίες με άλλους δήμους και φορείς ανά την χώρα.

Η μακρά πορεία του ελληνικού Γένους προς την αναγέννησή του αποτυπώνεται, κατά μία έννοια, με την επιλογή της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοελληνικού κράτους, λόγω ακριβώς του ειδικού βάρους της στο ιστορικό και πολιτισμικό πεδίο, ως κατεξοχήν μητρόπολη της αρχαίας Ελλάδας. «Η κλασική της κληρονομιά, με τις θαυμαστές

αρχαιότητες, θα επιβάλλουν και την επιλογή του Νεοκλασικισμού για την πρωτεύουσα Αθήνα του 19ου αιώνα», εξηγεί ο Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, κ. Κωνσταντίνος Τασούλας.

Η Ερμούπολη, με τη σειρά της, θα αναδειχθεί στη νεοκλασική πρωτεύουσα του νησιωτικού Ελληνισμού, επίσης κατά τον μακρύ 19ο αιώνα. Εδώ μάλιστα, η νεοκλασική πόλη δεν βασίζεται σε υπαρκτά αρχαία πρότυπα – όπως σχεδόν νομοτελειακά συνέβη στην Αθήνα – αλλά πρόκειται για δημιουργία ex nihilo. Και σε αυτήν την περίπτωση, έστω με τρόπο έμμεσο, οι φλόγες του Αγώνα του 1821 είναι που θα δημιουργήσουν την νεοκλασική πόλη: η νεόκτιστη Ερμούπολη

θα δημιουργηθεί από τους πρόσφυγες που κατέφυγαν στο προστατευμένο λιμάνι της Σύρας, μεταξύ 1821-1830, και θα καταστεί προοδευτικά κέντρο οικονομικό – δικαιώνοντας τον κερδώο Ερμή της ονομασίας της – αλλά και του πολιτισμού.

Αυτές τις παράλληλες πορείες, της αναγεννημένης Ελλάδας στην Αθήνα και στην Ερμούπολη, απότοκες αμφότερες του 1821 και της Παλιγγενεσίας, παρουσιάζει η έκθεση «Από τις φλόγες του Αγώνα, Αθήνα – Ερμούπολη: η αναγένηση της Ελλάδας».

Το σκεπτικό της έκθεσης

Από τις φλόγες του Αγώνα, μέσα από τις ηρωικές θυσίες των αγωνιστών του ’21, γεννήθηκε η νέα Ελλάδα, της ελευθερίας, της ιστορικής προοπτικής και του πολιτισμού. Στο πεδίο της μνημειακής τέχνης, η αναγεννημένη Ελλάδα οπτικοποιείται κατά τρόπο εύληπτο στην αρχιτεκτονική, κυρίως, αλλά και στις άλλες εικαστικές τέχνες, του Νεοκλασικισμού.

Η επαναφορά στα κλασικά εικαστικά πρότυπα, όπως γενικότερα στην κλασική πνευματική και πολιτισμική παράδοση, ήταν όχι μόνον επιλογή πρόσφορη, αλλά σχεδόν αναγκαστική για την απελευθερωμένη Ελλάδα του 19ου αιώνα και για το νεοελληνικό κράτος γενικότερα.

Όπως περιγράφει, ο Δρ. Θοδωρής Κουτσογιάννης, στη Σύρο, επίσης απότοκο του Αγώνα του ’21, ελλείπουν τα αρχαία κλασικά πρότυπα, ωστόσο, η νέα πόλη της Ερμούπολης, που θα αρχίσει να οικοδομείται εκ του μηδενός στο λιμάνι της Σύρας εν μέσω της Ελληνικής Επανάστασης, θα υιοθετήσει – επίσης αβίαστα και φυσιολογικά – το τρέχον στυλ του Νεοκλασικισμού. Το προστατευμένο (λόγω ουδετερότητας) νησί της Σύρου προσέλκυσε μεταξύ 1821-1830 πρόσφυγες από διάφορα εμπόλεμα μέρη του ευρύτερου ελληνικού χώρου, κυρίως από τα νησιά της Χίου (ιδίως μετά την καταστροφή της τον Απρίλιο του 1822), των Ψαρών, της Κάσου και της Κρήτης (ιδίως μετά το 1824), της Ρόδου, της Σάμου, καθώς επίσης από τη Μικρά Ασία (ιδίως από τη Σμύρνη και τις Κυδωνίες). Αυτοί έκτισαν τη

 νέα πόλη στο νησί, που ήδη το 1828 καταγράφει κοντά 14.000 κατοίκους, ενώ από το 1826 ονομάζεται Ερμούπολη. Ήδη περί τα μέσα του 19ου αιώνα η πόλη του κερδώου Ερμή ακμάζει οικονομικά, καθίσταται κέντρο όχι μόνον των Κυκλάδων αλλά ευρύτερα του νησιωτικού Ελληνισμού, συγχρόνως δε ανθίζει και πολιτιστικά.

Σε αυτήν τη νησιωτική πρωτεύουσα οικοδομούνται μεγάλα και πολυτελή κτήρια, έξοχα δείγματα του όψιμου Νεοκλασικισμού, που διακοσμούνται με ζωγραφικές παραστάσεις και γλυπτικά στοιχεία σε αντιστοίχως κλασικίζον στυλ. Παράλληλα, το νεκροταφείο της πόλης, αποκτά ταφικά μνημεία εξαιρετικά ενδιαφέροντα, ως αρχιτεκτονικές και γλυπτικές συνθέσεις. Η νεοκλασική Ερμούπολη αποτελεί, στο πεδίο των τεχνών και του πολιτισμού, ένα unicum του Νεοκλασικισμού εν απολύτω.

Η πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους Αθήνα και η κεφαλή του ελληνικού νησιωτισμού Ερμούπολη έχουν ως κοινή συνισταμένη τον Νεοκλασικισμό. Μέσα από διαφορετικές ατραπούς, αμφότερες όμως σχετιζόμενες με την Επανάσταση του ’21, οπτικοποιούν, ιδίως στο πεδίο της μνημειακής τέχνης και του κλασικού οπτικού πολιτισμού, κατά τρόπο παραδειγματικό την αναγέννηση της Ελλάδας, που υπήρξε, εν τέλει, το μεγάλο ζητούμενο όχι μόνον του Αγώνα του 1821 για ελευθερία, αλλά ευρύτερα της πορείας του ελληνικού έθνους προς την Παλιγγενεσία του.

Οι ενότητες και τα έργα

Προκειμένου να οπτικοποιηθεί στο πεδίο των τεχνών η αναβίωση του κλασικού στην Ελλάδα που κατακτά την ελευθερία της μετά τον απελευθερωτικό Αγώνα του ’21 και επιτυγχάνει την Παλιγγενεσία, ως θεματικός πυρήνας αξιοποιούνται οι εικαστικές αναπαραστάσεις της Αθήνας με τα αρχαία μνημεία της (ενότητα ΙΙΙ) και την νεοκλασική δημιουργία της (ενότητα IV), καθώς και η νεοκλασική Ερμούπολη (ενότητα V). Για να κατανοήσει ωστόσο ο θεατής τον Νεοκλασικισμό ως επίτευξη της εθνικής Παλιγγενεσίας προτάσσεται μία σχετική εισαγωγική ενότητα (I), ενώ σε μία δεύτερη, επίσης εισαγωγικού χαρακτήρα, δίνονται εικόνες της νησιωτικής Ελλάδας προεπαναστατικά (ενότητα II). Η έκθεση κλείνει με εικόνες των ελεύθερων πια Νεοελλήνων, σε σκηνές καθημερινής ζωής και σε σχέση με το ιστορικό παρελθόν (ενότητα VI).

Το εκθεσιακό υλικό αποτελείται από εικαστικά έργα τέχνης – ελαιογραφίες, υδατογραφίες και χαρακτικά – στην πλειοψηφία τους από τον 19ο αιώνα, ενώ ορισμένα χρονολογούνται είτε στα τέλη του 18ου αιώνα είτε στις αρχές του 20ου. Όλα τα (αριθμημένα) 51 έργα τέχνης των ενοτήτων I-IV και VI είναι αυθεντικά, ενώ, αναγκαστικά, τα νεοκλασικά μνημεία της Ερμούπολης

(ενότητα V) αναπαράγονται φωτογραφικά. Τα περισσότερα εκθέματα αφορούν την Αθήνα και τις πολλαπλές απεικονίσεις της με τις αρχαιότητές της, αντικατοπτρίζοντας τόσο το σχετικό αυξημένο ενδιαφέρον όσο και τον κομβικό ρόλο των αθηναϊκών προτύπων για το θέμα της έκθεσης συνολικά.

Η νεοκλασική Ερμούπολη

Η Ερμούπολη του Νεοκλασικισμού, τα μέγαρά της με τις επιβλητικές προσόψεις, τις εξαιρετικής μαστοριάς λιθοτεχνικές λεπτομέρειες και τις εκπληκτικές ζωγραφικές διακοσμήσεις – συνήθως ως οροφογραφίες –, καθώς επίσης τα δημόσια γλυπτά και τα εντυπωσιακά ταφικά μνημεία, συνθέσεις αρχιτεκτονικού και γλυπτικού χαρακτήρα, δεν μπορούν παρά να αναπαραχθούν στην έκθεση και στον παρόντα κατάλογο μόνον φωτογραφικά – γι’ αυτό και δεν περιλαμβάνονται, βεβαίως, στα αριθμημένα εκθέματα. Όι αναπαραγωγές αυτές είναι ενδεικτικές και σε καμία περίπτωση εξαντλητικές όλου του αρχιτεκτονικού και καλλιτεχνικού αποθέματος – άξιου από μόνο του για μεγάλη θεματική έκθεση –, ενώ (επιθυμούμε να) λειτουργούν ως έναυσμα ώστε να ανακαλύψει κανείς τη μνημειακή Ερμούπολη του 19ου αιώνα, μια πόλη γεννημένη κυριολεκτικά μέσα από τις φλόγες του Αγώνα του ’21.

Η έκθεση λειτουργεί από Τρίτη έως Κυριακή (11.00-13.00 και 18.00-22.00).

Κλειστά: Δευτέρα και το απόγευμα της Τετάρτης.