Ντουκ... και με αποστόμωσες

Εικόνα Άννα - Τερέζα Δαλμυρά

Ακούγοντάς σας, συνειδητοποιούσα το μέγεθος της ανάγκης σας να δείτε αλλαγή στο σκηνικό που – όπως τονίσατε – “είχατε βαρεθεί να συναντάτε καθημερινά”.

Παρέμεινα με την παρέα μου στην επιχείρηση σας και “έχρισα” τον εαυτό μου εθελοντή ψυχολόγο προκειμένου να μάθω ποια είναι ακριβώς η κατάσταση που επικρατεί και σας έχει “φέρει στο χείλος του γκρεμού” καθώς “το αποθεματικό κάποια στιγμή τελειώνει”.

“Δε χρωστάω σε κανέναν. Ενδεχομένως να είμαι από τις ελάχιστες επιχειρήσεις που πληρώνει εμπρόθεσμα δημοτικά τέλη, λογαριασμούς, τα χρήματα για τη χρήση χώρου που τοποθετούνται τα τραπεζοκαθίσματα και όλα όσα αποτελούν τα πάγια έξοδά μου”, αναφέρατε, επιθυμώντας να δείξετε πόσο τακτικός είστε στην εκπλήρωση των υποχρεώσεών σας προς το δήμο.

“Τόσα χρόνια, κάθε μέρα που περνά, προσπαθώ να μην έχω εκκρεμότητες. Και δε με ενδιαφέρει αν φύγω από το μαγαζί μου το βράδυ κι έχω μόνο πέντε ευρώ καθαρό κέρδος στην τσέπη μου. Σημασία έχει πως είμαι σε όλα τυπικός και φυσικά στους υπαλλήλους μου”, συνεχίσατε να λέτε και ο θυμός άρχιζε σταδιακά να φουντώνει και να καταλαμβάνει θέση στο πρόσωπό σας.

“Αυτοί οι κύριοι εκεί πάνω λοιπόν, δεν έχουν ενδιαφερθεί τα τελευταία χρόνια για την επιβίωσή μας. Δεν έχουν περάσει να ρωτήσουν, “τι κάνεις, πώς πάει η δουλειά; χρειάζεσαι κάτι;”. Ξέρουν καλά όμως πότε θα κάνουν βόλτα. Μόνο όταν θέλουν να μαζέψουν τα ψηφαλάκια τους. Αν δουλεύουμε ή όχι, οι επιχειρηματίες του νησιού... γαργάρα. Δεν ρωτούν τίποτε. Δεν γνωρίζουν σε ποια κατάσταση έχουμε βρεθεί. Ούτε γνωρίζουν τις αγωνίες μας. Και κάποια στιγμή έρχεται η ώρα που το αποθεματικό τελειώνει...”, συνεχίσατε να σχολιάζετε, ζητώντας επιτακτικά να ληφθούν αποφάσεις από τους αρμόδιους, ώστε - τουλάχιστον τους καλοκαιρινούς μήνες - να επισκέπτεται κόσμος το νησί και κατά συνέπεια να έχετε κι εσείς δουλειά.

“Δε ζητάμε πολλά. Τα αυτονόητα. Να συντηρηθούν οι επιχειρήσεις μας και να ζήσουμε κι εμείς καλά σε αυτόν τον τόπο. Που είναι το εξωπραγματικό της υπόθεσης”, εξακολουθήσατε να υποστηρίζετε με τόση ένταση που νόμιζα ότι το νόμισμα... έχει μόνο μία όψη!

Μάλιστα, κάλεσα στο νου μου να με επισκεφθούν, όσα είχαν ειπωθεί από εκπρόσωπο Συλλόγου στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε με θέμα το μέλλον του νησιού την προηγούμενη εβδομάδα. Συγκεκριμένα, τα λόγια ενός επιχειρηματία ήταν πως η δημοτική αρχή έχει απολέσει την επαφή της με το δήμο, δηλαδή τους πολίτες, τους κατοίκους, τους επιχειρηματίες και δεν έχει την παραμικρή ιδέα για τα γκρίζα χρώματα με τα οποία η κρίση έχει βάψει την πόλη, τα χωριά και όλες τις επιχειρήσεις.

Ξαφνικά, το μονόλογό σας διέκοψαν δύο ζευγάρια που θέλησαν να επισκεφθούν την επιχείρησή σας. “Καλησπέρα μπορούμε να καθίσουμε;”, ρώτησαν ευγενικά και κουνώντας καταφατικά το κεφάλι σας τους απαντήσατε, “Ναι. Αλλά να καθίσετε από τη μέσα πλευρά γιατί κλείνουμε”.

Αυτά ήταν τα λόγια που απαντήσατε σε επισκέπτες του νησιού(!) και δεν ξέρω αν αντιληφθήκατε ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι σας κοίταξαν απορημένοι και το χειρότερο; Δεν είπαν λέξη.

Εκπλήσσοντας κι εμένα αρνητικά με τη συμπεριφορά σας, αφού είχε προηγηθεί ο μονόλογος του απηυδισμένου επιχειρηματία, που λίγο έλλειψε μέχρι τα παράπονά σας να με οδηγήσουν να φτιάξω ένα πανό και να τη στήσω κάτω από το δημαρχείο διαμαρτυρόμενη για το πλήγμα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σκέφτηκα να μην “τρελαθώ” και αναζήτησα το ρολόι. Ήταν Παρασκευή προς Σάββατο, δώδεκα και είκοσι το βράδυ. Κι εσείς μετά από τον ακατάπαυστο θυμό σας, βάλατε τα χέρια σας και βγάλατε τα μάτια σας.

Ντουκ.... “πετάξατε το τούβλο” και με αποστομώσατε. Ίσως όμως να έπραξα λανθασμένα που δε σας είπα την άποψή μου τότε.

“Δε με νοιάζει γράψ' τα όσα σου λέω. Όλα όσα είπα κοπέλα μου, γράψ' τα”, μου είπατε και τελικά - ευτυχώς – τα έγραψα!

Απογοητευμένη, έσκυψα το κεφάλι και σκέφτηκα πως... πρέπει να μείνουμε ήσυχοι. Αυτός ο τόπος αν ιδωθεί ως νόμισμα, έχει σίγουρα δύο όψεις και δυστυχώς... Δε θα αλλάξει ποτέ!

Διαβάστε ακόμα