Δευτέρα Παρουσία

Εικόνα Αντώνης Μπούμπας

Νομίζω ότι παρακοιμήθηκα και ξύπνησα 16 χρόνια πριν. Και πάνω που πήρα μία χαρά ότι ξανάνιωσα, είδα τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Τι φόλα κι αυτή. Αφού με γυρίσατε στο παρελθόν, τουλάχιστον κάντε μου ένα λίφτινγκ, έτσι να συγχωρεθούν τα πεθαμένα σας.

Δε γίνεται όλοι να είναι τζόβενα και μόνο εγώ να ωριμάζω. Αν ήμουν κρασί 180 ετών που παρήχθη κατά τη βασιλεία του Όθωνα, θα είχα μια αξία, αλλά δυστυχώς, ούτε πορτοκαλάδα μπλε.

Πώς βρέθηκα μέχρι εδώ; Ήρθα μόνος ή κάπου βολοδέρνει κι ο Μάικλ Τζέι Φοξ; Τι καημός! Πω, πω, πω, πω, πω, πω, πω, θα τρελαθώ.

Κι αφού κάνατε που κάνατε το rewind, δεν ξέρατε να με πάτε λίγο πιο πίσω, να δείξω στον Ρίκι τι πάει να πει συριανή φιλοξενία; Που βγήκε κι αυτός μπροστά στον Μιαούλη να μετρήσει τα βήματα σαν την Πάολα. «Un, dos, tres, un pasito pa'delante Maria». Περιττό. Γνωρίζαμε αριθμητική τότε, από ανατομία πάσχαμε.

Πάντως, το να βεβηλώνει κανείς τις παιδικές και εφηβικές μας αναμνήσεις είναι έγκλημα. Ιδίως όταν το διαπράττει, χωρίς τη συναίνεση των θυμάτων, διότι δεν νομίζω να ζητήσαμε «τρυγοπάτι» με περσινά ξινά σταφύλια, που κι αυτά στην εποχή τους με δυσκολία τρώγονταν.

Θα μου πεις βέβαια πως, τα τελευταία χρόνια οι απόπειρες νεκρανάστασης είναι σύνηθες φαινόμενο. Κανείς πλέον δεν μπορεί να αναπαυθεί εν ειρήνη. Ακόμα κι αν κλείσει τα μάτια του, κάποιος θα προσπαθήσει να τα ανοίξει, μέχρι να του μείνουν στο χέρι.

Πώς στο Χόλυγουντ θα βάλουν τον Ντέιβιντ Χάσελχοφ μετά από 15 χρόνια να ξαναρουφάει την κοιλιά του στις παραλίες της Καλιφόρνιας; Έτσι κι εμείς, θα ξανακάνουμε τα σκαλιά του Δημαρχείου διάδρομο πασαρέλας για τροβαδούρους, μοντέλα και λοιπούς συγγενείς που θα ‘ρθουν στο νησί για να σφίξουν μπούτια και να ανεβάσουν selfie σε facebook, twitter και instagram με την αθερίνα στο στόμα.

Κι ενώ το Δημαρχείο είχε καταφέρει να βρει την χαμένη του ταυτότητα μετά το χρόνιο σύνδρομο της μαζικής κατανάλωσης, τσουβαλοποίησης και υποθήκευσης του κύρους, της σοβαρότητας και της ιστορίας του για εύκολη προβολή και αναγνώριση, εμείς ερχόμαστε να το ρίξουμε και πάλι στα σκληρά. Και φυσικά όχι δωρεάν, αλλά δίνοντας και ένα μποναμά 20.000 ευρώ για τα πρώτα έξοδα της Δευτέρας Παρουσίας. Ξέρεις πόσο δαπανηρή είναι η τεχνική υποστήριξη μιας καρδιάς, που έχει σταματήσει προ πολλού να χτυπάει μόνη της;

Σαφώς και είναι δύσκολος ο αποχαιρετισμός σε έναν αγαπημένο μας άνθρωπο, ακόμα κι αν αυτός έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών. Αν είχες τη δυνατότητα να τον φέρεις πίσω, όπως τον θυμόσουν, υγιή, ακμαίο και δυνατό, θα το έκανες. Δεν θα ήθελες όμως να τον κρατήσεις με το ζόρι κοντά σου, γνωρίζοντας ότι παιδεύεται τόσο εκείνος, όσο και εσύ. Γιατί λοιπόν δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με κάθε μορφής απώλεια;

Σε μία κοινωνία, η οποία προσπαθεί απεγνωσμένα να επιπλεύσει στα απότομα νερά της σύγχρονης πραγματικότητας, το να ανακτήσει η τηλεόραση την χαμένη της αίγλη είναι το τελευταίο πράγμα για το οποίο ενδιαφέρονται οι ναυαγοί.

Εξίσου αδιάφορος είναι και ο καημός όσων κοπιάζουν για να αναβιώσουν λαμπρές στιγμές του παρελθόντος, παρότι γνωρίζουν ότι δεν πρόκειται ποτέ να ανανήψουν εξαιτίας των πενιχρών μέσων, αλλά και της νέας εποχής που είτε το θέλουν, είτε όχι, διανύουμε.

Το θέμα του 2ου TEDxUniversityoftheAegean, που πραγματοποιήθηκε στην Ερμούπολη πριν από μερικές εβδομάδες ήταν «Fight or Flight». Οι ομιλητές του συνεδρίου μοιράστηκαν με το κοινό τις προσωπικές τους εμπειρίες από την περίοδο που κλήθηκαν να παλέψουν τόσο με τον εαυτό τους όσο και με τα μεγαθήρια της απόρριψης, της κρίσης και της αμφισβήτησης, προκειμένου να κάνουν κάποια στιγμή τα όνειρά τους πραγματικότητα. Παρά τις θυσίες, την απογοήτευση και την πολυετή αναμονή τους, αυτοί οι άνθρωποι και χιλιάδες ακόμη, τα κατάφεραν, γιατί πίστεψαν σε κάτι νέο και διαφορετικό που θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα και ταυτόχρονα να καλύψει σύγχρονες ανάγκες.

Ανάμεσα όμως σε αυτές τις περιπτώσεις υπάρχουν δυστυχώς και αυτοί, που προσπαθούν να παραμείνουν στις επάλξεις, υποκινούμενοι είτε από την προσωπική τους ματαιοδοξία, είτε από το αίσθημα της αυτοσυντήρησης, ανακατεύοντας απλά μία δοκιμασμένη συνταγή που πλέον είναι άνοστη.

Και το λυπηρό είναι ότι σε αυτή την προσπάθεια, εμπλέκουν και άλλους, άσχετους που εμφανίζονται πρόθυμοι να τους κάνουν τη χάρη, πιστεύοντας ότι μέσα από την «ανακύκλωση» και την ανάσταση της υποκουλτούρας, η οποία δεν συνάδει πλέον, με το προφίλ που έχουν υιοθετήσει τα τελευταία χρόνια, θα κερδίσουν κάτι, ακόμα κι αν αυτό είναι ελάχιστο ή μηδαμινό μπροστά σε όλα εκείνα που μοιραία θα χάσουν.

Ως εκ τούτου, φτάνουμε στο σημείο να υποκλιθούμε και να ανοίξουμε την πόρτα μας σε όποιον δηλώνει ανοιχτά ότι θέλει να μας χρησιμοποιήσει, με την ψευδαίσθηση ότι θα έχουμε και οι ίδιοι όφελος. Δεν συλλογιζόμαστε τις συνέπειες, αντίθετα ετοιμαζόμαστε πυρετωδώς για το «προσκλητήριο νεκρών» που διοργανώνουν κάποιοι άλλοι στο σπίτι μας. Γι’ αυτόν λοιπόν το λόγο, μας αξίζει ένα μεγάλο και δυνατό «ΜΠΡΑΒΟ».

Διαβάστε ακόμα