Τα «θα» που καταστρέφουν

Από αυτό εδώ το βήμα έχει αναφερθεί ξανά και ξανά, πως η πολιτική ζωή της χώρας, τουλάχιστον στο επίπεδο του φαίνεσθαι, έχει ευτελιστεί πλήρως – χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι δεν υπάρχει περίπτωση να δούμε και ακόμη χειρότερα στο άμεσο μέλλον, σύμφωνα με τα όσα «ψιθυρίζονται».

Ωστόσο αυτός ο ευτελισμός έχει φτάσει ακόμη και σε αρκετά επίπεδα της κοινωνίας, που επηρεάζονται άμεσα από τις πολιτικές αποφάσεις, ή την έλλειψη αυτών.

Ένας πανεύκολος τρόπος και μία πρακτική που χρησιμοποιείται κατά κόρον από υποψήφιους πολιτικούς «θεσάκηδες», είναι το τάξιμο. Το «θα… θα… θα…» του Μαυρογιαλούρου. Όπως είναι κατανοητό, ο πολίτης και δη ο πολίτης που ζει σε μνημονιακά χρόνια και έχει να υποστεί τις συνέπειες των πολιτικών αυτών σε καθημερινή βάση, διψά για μία ρανίδα ελπίδας, ότι κάτι, κάπου, κάπως, θα βελτιωθεί. Βέβαια, αυτό δεν τον καθιστά άμοιρο ευθύνης, που μετά από τόσα φύκια που αγόρασε για μεταξωτές κορδέλες, δεν έχει μάθει, πως το «θα…» είναι άτιμο και σχεδόν πάντα ανέφικτο πράγμα.

Παρ’ όλα αυτά και δεδομένου, ότι βρίσκονται ακόμη οι ευκολόπιστοι, που πιστεύουν στα «θα» και στα «μην ανησυχείς, κάτσε να αναλάβω εγώ θέση και θα δεις», οι αιρετοί κυνηγοί της καρέκλας εκμεταλλεύονται τις ανησυχίες, τους φόβους, αλλά και τις ελπίδες των κοινωνικών και επαγγελματικών ομάδων, προκειμένου να εξαπολύσουν με πειθώ τα «θα» τους και να κερδίσουν αντίστοιχα την στήριξή τους, για να σκαρφαλώσουν στις θεσούλες, που ονειρεύονται και διεκδικούν.

«Μην τάξεις τ’ Άγιου κερί και του παιδιού κουλούρι» λέει όμως ο θυμόσοφος λαός και το δίδαγμα της φράσης έχει γερές βάσεις στην αλήθεια. Όταν τάζεις, τάζεις, τάζεις, αδιάκριτα, χωρίς να συλλογίζεσαι, αν αυτά που τάζεις είναι όντως πραγματοποιήσιμα, έρχεται μία στιγμή, που ο κόσμος, ο οποίος σε στήριξε, με βάση αυτά που του έταξες, έρχεται και σου ζητά να υλοποιήσεις τις υποσχέσεις σου. Κι αν δεν το πράξεις, τότε σου κάνει τη ζωή δύσκολη. Και έτσι πρέπει να κάνει. Του χρωστάς. Δε σου χρωστά.

Μετά από περίπου μισή αιρετή θητεία, η περίοδος «χάριτος» έχει προ πολλού τελειώσει, όπως επίσης και η υπομονή των πολιτών, οι οποίοι μέχρι στιγμής ακούν, σε ορισμένες περιπτώσεις, μόνο υποσχέσεις και ταξίματα, χωρίς αυτά να έχουν βάση, χωρίς να μπορούν πρακτικά να υλοποιηθούν, χωρίς να υπάρχει πολιτική βούληση, χωρίς να υπάρχει εναλλακτική.

Μερίδες πολιτών που οδηγούνται από το ένα αδιέξοδο στο άλλο, επειδή κάποιοι, για να αποκτήσουν την πολυπόθητη στήριξή τους, αποφάσισαν να παίξουν με τα θέλω και τις διεκδικήσεις τους και τώρα τις άγουν και τις φέρουν, ευρισκόμενοι και οι ίδιοι στο δικό τους αδιέξοδο, ρίχνοντάς τους στάχτη στα μάτια, με ακόμη περισσότερα «θα», που ένα-ένα γίνονται αργά ή γρήγορα «όχι».

Και φυσικά η πολιτική στηρίζεται σε ένα τεράστιο κομμάτι της στην υπόσχεση, ανεξαρτήτως δυνατότητας ή ικανότητας, ωστόσο, πλέον, σε ένα κομβικό σημείο, τόσο στη γενικότερη πολιτικοκοινωνική ζωή, όσο και στην τοπική, τα περιθώρια έχουν στενέψει και οι πολίτες χάνουν πλέον την ψυχραιμία τους αρκετά εύκολα.

Το τελευταίο ενέχει δύο βασικούς κινδύνους. Ο πρώτος αφορά στον ευτελισμό των διαδικασιών και τη δημιουργία συνθηκών οπαδικού «μπάχαλου», λόγω του αυξανόμενου εκνευρισμού και στην απουσία λύσεων και ο άλλος, ο σοβαρότερος, αφορά στην εκ νέου εκμετάλλευση των αγανακτισμένων αυτών ανθρώπων, από άλλους επίδοξους «θεσάκηδες», που μπορεί να έχασαν την ευκαιρία να αδράξουν καρέκλα την προηγούμενη φορά, αλλά ευελπιστούν να την αδράξουν άμα τη εμφανίσει δοθείσης ευκαιρίας. Και ο κίνδυνος είναι σοβαρότερος στη δεύτερη περίπτωση, καθώς αφενός σε μία τέτοια περίπτωση θα υπάρξει μία νέα σειρά από κενά περιεχομένου «θα» και αφετέρου θα αποκτήσουν δύναμη και ρόλο άνθρωποι περισσότερο επικίνδυνοι, τυχοδιώκτες και εκμεταλλευτές των ανθρώπινων ανησυχιών, με μόνο στόχο την καρέκλα και τις προσωπικές τους επιδιώξεις.

 

Διαβάστε ακόμα