Θίασοι

Κάθε θίασος που σέβεται τον εαυτό του, ψάχνει να βρει για να ανεβάσει ένα έργο που θα κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, με ιδανική προοπτική την 4ετία.

Άλλοι θίασοι τα καταφέρνουν και έτσι προχωράνε σε επαναλαμβανόμενες παραστάσεις για πολλές σεζόν, άλλοι τα κάνουν μούσκεμα από ενάρξεως και κουτσοπορεύονται για την χρονική περίοδο της 4ετίας που έκλεισαν το θέατρο, εισπράττοντας όμως αντί χειροκροτημάτων το γιουχάρισμα από το κοινό.

«Ρόλοι κι αισθήματα σ’ αρχαία διαδρομή,

γέρος κι ο χρόνος σαν μουγκός υποβολέας…»

Με το κλείσιμο της 4ετίας, όλοι οι θίασοι, συγκεντρώνονται σε φιέστες υπερπαραγωγή, όπου οι πρωταγωνιστές τους καμαρώνονται και παίρνουν φωτιά τα φλας, στα οποία χαρίζουν τα πιο πλατιά τους χαμόγελα. Και να οι πόζες από δω και να οι δήθεν ανέμελες εκφράσεις από εκεί, να βγάλουν και κάποιες αναμνηστικές φωτογραφίες με τους θαυμαστές, να βγουν και μερικές ομαδικές, άντε και με αυτούς που έγιναν μαλλιά κουβάρια γιατί διαφώνησαν στην επιλογή του έργου, αλλά να περάσει και η σημειολογία της συνεργατικότητας και όλοι μαζί περιχαρείς να κατακλύσουν τις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης με τις σχετικές αναρτήσεις.

«Ξεφτίλα, χρώματα κι η πρόβα στα σκαλιά

και στις κουίντες ο καιρός ο θεατρώνης…»

Ικανοποίηση από τη μία πλευρά, κατήφεια από την άλλη, χαμόγελα δίπλα σε σφιγμένα χείλη, καταγράφονται στις αποτυπώσεις της στιγμής, στις πανηγυρικές εκδηλώσεις που σηματοδοτούν την έναρξη της 4ετούς πορείας τους στο προσκήνιο της τοπικής σκηνής.

«Οι μάσκες πρόσωπα με μάτια ανοιχτά,

μπήγουν τα νύχια τους βαθιά στο μέτωπό μου…»

Πέραν όμως της παρατήρησης ένα προς ένα των προσώπων και του τι ακριβώς υποδηλώνει η στάση τους στις φιέστες αυτές, το απογοητευτικότερο όλων είναι η παρατήρηση από απόσταση των παρατεταγμένων θιάσων, με τους καραγκιοζάκους τους γιαλαντζί πρωταγωνιστές, να έχουν ενδυθεί τα κοστούμια των ρόλων τους και να προβάρουν με στόμφο τις ατάκες τους.

«Τα καμαρίνια με δυο μέτρα κουρελού,
πούδρες και μάσκαρα και κόκκινα κραγιόνια…»

Το σκηνικό στημένο, θέλει άνοιγμα της αυλαίας με ανέβασμα τα σκαλιά του Δημαρχείου, μα πίσω από τις βαριές πόρτες θα κληθούν να ερμηνεύσουν ρόλους δύσκολου ρεπερτορίου, με αποφάσεις που λαμβάνονται σταδιακά σε κάθε πράξη, με ερμηνείες που θα αξιολογηθούν στο τέλος, όταν θα πέσει η αυλαία.

«στην τρίτη πράξη και ο ρόλος του θανάτου,
αυλαία γύφτισσα το τέλος ποιος θα πει…»

Κι εμείς όλοι θεατές, χωρίς να έχουμε τη δυνατότητα να εξαργυρώσουμε τα εισιτήρια μας, υπαίτιοι και συνυπεύθυνοι της επιλογής, αποδέκτες της μπαλαφάρας, αυτής της κραυγαλέας κωμωδίας, με χονδροειδείς αστεϊσμούς και την μεγαλόστομη πολυλογία, για να προκληθεί, ακόμα και με χυδαιότητα, η ικανοποίηση του κοινού.

«Αυτός ο θίασος απόψε θα καεί

και στον εξώστη θα γελάει η γαλαρία,

μονάχοι μού πες πως πεθαίνουν κι οι θεοί

και των ανθρώπων πως τελειώνει η ιστορία».

(Στίχοι: Δημήτρης Λέντζος)

Διαβάστε ακόμα