Μεγάλη συμμετοχή επισήμων στη Δοξολογία και την κατάθεση στεφάνων

Παρουσία πλήθους επισήμων τελέσθηκε το πρωί της Τρίτης η επίσημη Δοξολογία στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Σύρου, κ. Δωροθέου Β΄ πριν από τη μαθητική παρέλαση για την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου. 

Παρουσία και του Επισκόπου των Καθολικών Σύρου Σεβ. π. Πέτρου Στεφάνου αλλά και εκπροσώπων της Αυτοδιοίκησης, της Στρατιωτικής ηγεσίας και των Σωμάτων Ασφαλείας του τόπου εκφωνήθηκε ο πανηγυρικός της ημέρας από τον συγγραφέα - ιστορικό Μάνο Τελώνη. 

Μετά το πέρας της τελετής ακολούθησε η επιμνημόσυνη δέηση στο Εθνικό Ηρώο προ του Ιερού Ναού του Αγίου Νικολάου και η κατάθεση στεφάνων. 

Ακολουθεί αυτούσιο το περιεχόμενο του πανηγυρικού και πλούσιο φωτογραφικό υλικό. 

Συμπληρώνονται σήμερα 74 χρόνια από το λακωνικό αλλά ηρωικό «ΌΧΙ» των Ελλήνων. «ΟΧΙ» στην εθνική ταπείνωση, τον εδαφικό κατακερματισμό και τη στέρηση της ελευθερίας, αυτής που οι Έλληνες ανέδειξαν ως το υπέρτατο αγαθό. Στη μακραίωνη ελληνική ιστορία φαίνεται να είναι «χρεωμένος» στη χώρα μας ένας διαρκής αγώνας για ελευθερία, σε τέτοιο βαθμό που η λέξη είναι ταυτισμένη με τα εθνικά μας σύμβολα: ο εθνικός μας ύμνος είναι ο μοναδικός ύμνος χώρας που χαιρετίζει την ελευθερία και η γαλανόλευκη η μοναδική σημαία κράτους που οι 9 λωρίδες της αντιστοιχούν στο συλλαβισμό του ρητού: «ελευθερία ή θάνατος». Ο αγώνας για την ελευθερία στη σύγχρονη περίοδο έχει αφετηρία την 28η Οκτωβρίου, τη σημερινή ημέρα, όπου σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες γιορτάζουμε την είσοδο μας στον πόλεμο με τη μετάδοση του πρώτου πολεμικού ανακοινωθέντος που έκλεινε με τη φράση: «αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους» κι όχι τη λήξη του με την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής από την Αθήνα στις 12 Οκτωβρίου του 1944.

Αν και τα αίτια είναι σίγουρα βαθύτερα, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ως πρώτο λόγο την πανηγυρική απόρριψη του ιταλικού τελεσίγραφου από τον Πρωθυπουργό της Ελλάδος και επικεφαλής του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου, Ιωάννη Μεταξά, και την πλήρη αντίθεσή του στα λεγόμενα του Ιταλού Πρέσβη στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι. Για την ιστορία, η απάντηση του Μεταξά στο τρίωρης διορίας τελεσίγρφο, με το οποίο η Ιταλία απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του στρατού της από την Ελληνοαλβανική μεθόριο, ήταν: «Λοιπόν έχουμε πόλεμο». Το περίφημο «ΟΧΙ» ήρθε στην ίδια συνάντηση λίγο αργότερα και μάλιστα εις διπλούν. Όταν ο Γκράτσι είπε «αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί», ο Μεταξάς του είπε μονολεκτικά «ΟΧΙ». Ο Ιταλός συνέχισε «κι αν ο στρατηγός Παπάγος…» για να τον διακόψει ο Μεταξάς πριν ολοκληρώσει την ερώτησή του λέγοντας: «ΟΧΙ». Ο Μεταξάς εκείνη τη στιγμή είχε εκφράσει το ελληνικό λαϊκό αίσθημα, την άρνηση της υποταγής και της υποδούλωσης, και αυτή η άρνηση πέρασε στον τότε ελληνικό δημοσιογραφικό Τύπο με τη λέξη αυτή.

Ως δεύτερο λόγο του σημερινού εορτασμού ας θεωρήσουμε τον πραγματικό άθλο των Ελλήνων με τις συνεχόμενες νικηφόρες μάχες τους εναντίον του συνασπισμού της Ιταλίας και της Αλβανίας από τον Οκτώβρη έως τον Μάιο 1941. Ο Μουσολίνι πίστευε ότι η χώρα μας ήταν ο εύκολος στόχος. Είχε διαβεβαιώσει, μάλιστα, αφενός τον έτερο σύμμαχο στον Άξονα ότι μέχρι το Μάρτιο θα παρελαύνουν οι δυνάμεις του στην Αθήνα και αφετέρου τους επιτελείς του ότι το μόνο εμπόδιό τους θα ήταν οι λασπωμένοι δρόμοι. Ωστόσο διαψεύστηκε ολοσχερώς. Η Γερμανική εισβολή στην Ελλάδα,  που ξεκίνησε στις 6 Απριλίου του 1941 και ολοκληρώθηκε δύο μήνες αργότερα, υπαγορεύτηκε από την αποτυχία που σημείωσε η μεγάλη ιταλική επίθεση με τη συμμετοχή του ίδιου του Μουσολίνι. Οι πρώτοι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα, τη νύχτα της 26ης Απριλίου 1941 και η εφιαλτική εκείνη νύχτα κράτησε τρία ολόκληρα χρόνια. Οι πρώτες αντιδράσεις των Αθηναίων είναι ενδεικτικές της γενικότερης διάθεσης των Ελλήνων απέναντι στο νέο εχθρό: οι κάτοικοι «καλωσόρισαν» τους κατακτητές με κλειστά παράθυρα, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος αρνήθηκε να ορκίσει τη δωσίλογη Κυβέρνηση του Γεωργίου Τσολάκογλου και σύμφωνα με την παράδοση ο εύζωνας φρουρός του ιερού βράχου της Ακρόπολης, όταν του ζητήθηκε να ανεβάσει στον ιστό τη σβάστικα, προτίμησε να τυλιχτεί με την ελληνική σημαία και να πέσει στο κενό, πριν δει τον αγκυλωτό σταυρό να υψώνεται στο παγκόσμιο σύμβολο του ανθρώπινου πολιτισμού. Το έργο του συνέχισαν αργότερα οι φοιτητές Μανώλης Γλέζος και Απόστολος Σάντας. Αν και η αντίσταση εκδηλώθηκε σε όλη τη χώρα, απ’ άκρου σε άκρον, η Αθήνα ήταν για τους Γερμανούς κατά δική τους δήλωση η πλέον εχθρική πρωτεύουσα κατεχόμενου κράτους. Εκεί σημειώθηκε η μαζική λαϊκή αντικατοχική διαδήλωση κατά της πολιτικής επιστράτευσης, που σχεδίαζαν οι κατακτητές, κι εκεί μετετράπη σε εκδήλωση πατριωτικής έξαρσης η κηδεία του ποιητή Κωστή Παλαμά.

Το γεγονός ότι οι Έλληνες επέζησαν σε αυτή τη μαύρη και αιματοβαμμένη περίοδο αποτελεί μια ακόμα νίκη ενός λαού που υπέφερε τα πάνδεινα, αλλά κατάφερε να επιβιώσει. Εξάλλου η περίοδος της κατοχής άφησε πίσω της πολλούς νεκρούς, άφησε όμως πολλούς περισσότερους ήρωες: άντρες, γυναίκες ακόμα και παιδιά. Η ουσιαστική όμως επιτυχία συνίσταται στο εξής: Οι Γερμανοί ανέβαλλαν την επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης κατά 6 τουλάχιστον εβδομάδες, προκειμένου να βοηθήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς που έχαναν τον πόλεμο με την Ελλάδα. Η καθυστερημένη επίθεση ενέπλεξε τις γερμανικές δυνάμεις στις σκληρές συνθήκες του ρωσικού χειμώνα, με αποτέλεσμα την ήττα τους στη διάρκεια της Μάχης της Μόσχας. Έτσι, δεν μπορούμε ούτε να φανταστούμε πώς θα ήταν σήμερα ο χάρτης της Ευρώπης, αν η Ελλάδα δεν είχε ανακόψει την πορεία της μεγαλύτερης δύναμης της εποχής.

Το ονόμασαν Έπος ή Θρύλο του ‘40, κατέταξαν τους πολεμιστές μας στο πάνθεον των ηρώων, τίμησαν τους πεσόντες στο μέτωπο και τους εκτελεσθέντες στα αντίποινα, θαύμασαν το θάρρος, εξύμνησαν την ανδρεία, σεβάστηκαν το δίκαιο του λαού και εκτίμησαν τα πάθη του. Αυτή είναι, κυρίες και κύριοι, η δική μας νέα μεγάλη προσφορά στον πολιτισμένο κόσμο, αυτή είναι η δική μας μεγάλη συμβολή στην ενοποιημένη Ευρώπη των 27 κρατών μελών. Και αυτή … δεν μετριέται σε ευρώ.

Επέλεξα στον βάσει προγραμματισμού 10λεπτο λόγο μου να τονώσω το εθνικό μας αίσθημα μέσα από τα σπουδαία πολεμικά τρόπαια των προγόνων μας και μέσα από τη σημασία της ελληνικής αντίστασης στην έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, παρά να παραλληλίσω τις συνθήκες πολέμου με τη σημερινή δυσμενή η αλήθεια είναι οικονομική κατάσταση της χώρας μας, που είναι ως ενός σημείου γενικευμένη στις χώρες της ευρωζώνης, πιστεύοντας πως οποιαδήποτε σύγκριση είναι άστοχη. Η ακαδημαϊκός και χωρίς περαιτέρω συστάσεις Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ έχει δηλώσει το εξής: «Εγώ γνώρισα την κατοχή. Για να πάω στο σχολείο περνούσα πάνω από πτώματα πεινασμένων ανθρώπων, τα οποία μάζευε ένα καροτσάκι του δήμου. Λοιπόν, όταν μου λένε ότι υπάρχει κρίση, γελώ».

Χωρίς να είναι εύκολη υπόθεση η διαχείριση της λιτότητας, της ανεργίας και των σαρωτικών επιπτώσεών τους στον κοινωνικό ιστό, νομίζω, ότι δεν μπορούμε να αναφερόμαστε σήμερα σε «οικονομική κατοχή» ή «κατοχή της τρόικα». Η σημερινή επέτειος αποτελεί σύμβολο των αγώνων των Ελλήνων ενάντια στο ναζισμό, το φασισμό και τα έκτροπά τους και στέλνει ένα πολύ ισχυρότερο μήνυμα, το οποίο θα πρέπει να λάβουμε όλοι σε ατομικό, κοινωνικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο: αυτό της καταδίκης των ακροδεξιών συμπεριφορών και οποιασδήποτε μορφής νεοναζισμού, όπου και όπως εκδηλώνεται στις μέρες μας, αλλά και αυτό της αστείρευτης ελπίδας και αισιοδοξίας ότι οι Έλληνες μπορούν να ξεπεράσουν οποιαδήποτε δυσκολία αρκεί να στηριχτούν στις δικές τους δυνάμεις.