Στοιχεία της τριμηνιαίας έκθεσης του ΙΟΒΕ καταγράφουν την πορεία της οικονομίας της χώρας

Ανακάμπτει η ελληνική οικονομία

  • Τετάρτη, 12 Οκτωβρίου, 2016 - 06:16
  • /   Eνημέρωση: 12 Οκτ. 2016 - 21:00

Η ανάλυση της πορείας της ελληνικής οικονομίας παρουσιάστηκε στην τριμηνιαία έκθεση για το 2016, του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), στην οποία υπάρχει ενώ υπάρχει η παραδοχή της σταδιακής οικονομικής ανάπτυξης της χώρας, προβλέπεται ότι για το τρέχον έτος θα υπάρξει οριακή ύφεση.

Συμπερασματικά η έκθεση καταλήγει πως η εισροή πόρων από το εξωτερικό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας και την οριστική της έξοδο από την κρίση. Επομένως, εκείνο που απαιτείται τώρα είναι η ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας ως ένας ασφαλής επενδυτικός προορισμός.

Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία του ΑΕΠ για το β’ τρίμηνο του 2016, η πτώση του ΑΕΠ στο αμέσως προηγούμενο τρίμηνο ήταν 1,0%, αντί πτώσης 1,4% στα αντίστοιχα στοιχεία που είχαν ανακοινωθεί για αυτό. Με την υποχώρηση του ΑΕΠ κατά 0,9% στο δεύτερο τρίμηνο φέτος, η ελληνική οικονομία συμπλήρωσε ένα έτος σε ύφεση. Στο σύνολο του πρώτου φετινού εξαμήνου του τρέχοντος έτους το εγχώριο προϊόν περιορίστηκε κατά 1,0%, ενώ στο ίδιο εξάμηνο πέρυσι αυξανόταν κατά 0,6%.

Η μικρή άνοδος των επενδύσεων στο πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους συνεχίστηκε και ενισχύθηκε έντονα στο επόμενο τρίμηνο, φθάνοντας το 22,8%. Στο εξάμηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου φέτος οι επενδυτικές δαπάνες ήταν 12,1% υψηλότερες από πέρυσι, όταν σημείωναν πτώση 3,5%.

Στον εξωτερικό τομέα της οικονομίας, η κάμψη της εξαγωγικής δραστηριότητας συνεχίστηκε με αμείωτη ένταση καθ’ όλο το εξάμηνο Ιανουαρίου – Ιουνίου του τρέχοντος έτους, παρά τη χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων τον περασμένο Μάρτιο. Ως αποτέλεσμα, οι εξαγωγές ήταν 11,4% λιγότερες από ότι πριν ένα χρόνο, περίοδος στην οποία είχαν διευρυνθεί κατά 2,6%.

Η μερική άρση των capital controls τον Μάρτιο φαίνεται ότι είχε στο δεύτερο τρίμηνο θετικές επενέργειες για τις εισαγωγές: για πρώτη φορά από την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων υποχώρησαν λιγότερο από τις εξαγωγές, αναλογικά και σε απόλυτο μέγεθος.

Η αβεβαιότητα για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας έχει ελαφρώς καμφθεί από την ολοκλήρωση της κύριας φάσης της πρώτης αξιολόγησης του τρίτου Μνημονίου τον περασμένο Μάιο.

Τα σημάδια εξασθένισης της αβεβαιότητας δεν συνεπάγονται ότι έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία. Άλλωστε, το μεγαλύτερο μέρος των καταθέσεων οι οποίες αποσύρθηκαν από τις τράπεζες δεν έχει επιστρέψει σε αυτές, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων συνεχίζονται για περισσότερο από ένα χρόνο, χωρίς να μπορεί να εκτιμηθεί έστω προσεγγιστικά το πότε θα αρθούν. Επιπλέον, δεν έχει ξεκινήσει η διαχείριση των «κόκκινων δανείων», υπό τις δυνατότητες που παρέχει το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο, διαδικασία με επιδρά- σεις στα διαθέσιμα κεφάλαια και τον πραγματικό πλούτο επιχειρήσεων και νοικοκυριών που δεν μπορούν να προβλεφθούν.

Ανεξάρτητα από τις σημαντικές επιπτώσεις επιβαρύνσεων, εκκρεμοτήτων και των ασαφειών στο φορολογικό σύστημα και στις εργασιακές σχέσεις, την αβεβαιότητα για τον τρόπο ρύθμισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων κ.ά., η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης αίρει σταδιακά την επιφυλακτικότητα για τη συνέχιση των διαρθρωτικών αλλαγών και της δημοσιονομικής προσαρμογής. Σε αυτή την εξέλιξη συμβάλλει η αυξημένη τους τελευταίους μήνες κινητικότητα στο πεδίο των αποκρατικοποιήσεων, με την σχετική δραστηριότητα να αναμένεται να αποτυπωθεί στις επενδύσεις από το 2017.

Ανεξάρτητα από τις προοπτικές και τη δυναμική στην ελληνική οικονομία που ενδεχομένως θα προσδώσουν πολιτικοοικονομικές εξελίξεις τους επόμενους μήνες, σε ότι αφορά τις τρέχουσες συνθήκες, η ρευστότητα εξακολουθεί να υπολείπεται αρκετά εκείνης πριν από τη μαζική απόσυρση καταθέσεων και τα capital controls. Απαιτείται η επιστροφή πολύ μεγαλύτερου μέρους των καταθέσεων, η οποία εξαρτάται από τη σταθερότητα στην υλοποίηση του προ- γράμματος, καθώς και η εισροή ξένων κεφαλαίων, που επηρεάζεται από τα χαρακτηριστικά του επενδυτικού περιβάλλοντος (ρόλος - λειτουργικότητα κράτους, φορολογικό σύστημα, εργασιακές σχέσεις, απονομή δικαιοσύνης), προκειμένου να διευρυνθεί αρκετά η κεφαλαιακή βάση του τραπεζικού συστήματος και να καταστεί δυνατή μια σταθερή, επεκτατική πιστωτική πολιτική.

Συνεκτιμώντας τις πολιτικοοικονομικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών, όσες είναι πιθανές προσεχώς και τις πρόσφατες τάσεις σε οικονομικά μεγέθη για την πραγματοποίηση προβλέψεων για τις συνιστώσες του ΑΕΠ και λοιπά μακροοικονομικά μεγέθη, τα νέα δημοσιονομικά μέτρα θα ασκήσουν πιέσεις στο διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση των νοικοκυριών από το τρέχον εξάμηνο. Η επίδρασή τους θα εκδηλωθεί πλήρως το 2017, και με την εφαρμογή όσων έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσουν από την αρχή του (π.χ. μεταβολή άμεσης φορολογίας ελεύθερων επαγγελματιών και αλλαγή του τρόπου υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών τους).

Αναμένεται επιβράδυνση της πτώσης της ανεργίας στο δεύτερο εξάμηνο του 2016. Στο σύνολο του τρέχοντος έτους θα υποχωρήσει κάτω από το 24%, περίπου μία ποσοστιαία μονάδα χαμηλότερα από πέρυσι. Το 2017, η ανεργία θα υποχωρήσει με ρυθμό παραπλήσιο με το φετινό και θα διαμορφωθεί ελαφρώς υψηλότερα από 22,5%.

Από τα στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού για το οκτάμηνο προκύπτει, εκ πρώτης όψεως, μία πολύ θετική εικόνα, όπως και την αντίστοιχη περίοδο του 2015. Το έλλειμμα του ΚΠ είναι πολύ μικρότερο από τον αντίστοιχο στόχο του οκταμήνου και το πρωτογενές πλεόνασμα είναι σχεδόν τετραπλάσιο από τον στόχο. Το δεύτερο κύριο χαρακτηριστικό της εκτέλεσης του προϋπολογισμού στο οκτάμηνο είναι ότι οι ομοιότητες με το αντίστοιχο οκτάμηνο του 2015. Τόσο το έλλειμμα, όσο και το πρωτογενές αποτέλεσμα του ΚΠ στο οκτάμηνο του 2016 είναι ουσιαστικά τα ίδια με αυτά της αντίστοιχης περιόδου του 2015.

Συνολικά, η εικόνα του οκταμήνου μεν είναι καλύτερη από την αντίστοιχη περίοδο του 2015, δε χάρις στα πολλά φορολογικά μέτρα και κυρίως στην προσωρινή συγκράτηση των δαπανών. Το δημοσιονομικό αποτέλεσμα εν πολλοίς θα κριθεί στο τελευταίο τετράμηνο του έτους, όπου έχει προγραμματιστεί να εισπραχθούν σημαντικά έσοδα, αλλά ταυτόχρονα θα υπάρχει και μεγάλη πίεση για αύξηση των δαπανών.

 

Ετικέτες: