Προώθηση του θρησκευτικού – προσκυνηματικού τουρισμού στις Κυκλάδες

Αξιοποίηση της χριστιανικής παράδοσης στις Κυκλάδες

- Η ισχυρή σχέση της τέχνης με τη θρησκευτική λατρεία- Αποτύπωση του πραγματικού προσώπου της νησιωτικής φύσης- “Άνοιγμα” της Σύρου σε Ουκρανία και Πολωνία

Ραγδαία αναπτυσσόμενος εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια ο θρησκευτικός και προσκυνηματικός τουρισμός στην Ελλάδα, ο οποίος κρίνεται από πολλούς ως η μόνη “ανθεκτική” μορφή εναλλακτικού τουρισμού σε περιόδους οικονομικής κρίσης και ύφεσης.

Το υψηλό ενδιαφέρον που καταγράφεται ετησίως γύρω από τα μνημεία της ελληνικής ορθοδοξίας, έχει οδηγήσει τους ταξιδιωτικούς οργανισμούς στη σταδιακή αξιοποίησή τους, αλλά και στον εμπλουτισμό του ενημερωτικού υλικού τους με θρησκευτικά προγράμματα. Ο δυσεύρετος αυτός πλούτος αναδεικνύει την ισχυρή σχέση της τέχνης με τη θρησκευτική λατρεία και τον αξιόλογο ρόλο της εκκλησίας στην ελληνική ιστορία.

Η νέα πραγματικότητα έχει συμβάλει στη στενή συνεργασία του ΕΟΤ, της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και των συλλογικών φορέων του τουρισμού, οι οποίοι συντονίζουν τις δράσεις τους για την προώθηση και την προβολή του θρησκευτικού τουρισμού δια μέσου των ελληνικών νησιών. Σε αυτή την προσπάθεια εισέρχονται δυναμικά και οι Κυκλάδες, με την Τήνο να κρατά τα πρωτεία, αφού έχει καθιερωθεί ως πανελλήνιο θρησκευτικό κέντρο.

Η οικονομία του νησιού, το οποίο είναι απόλυτα ταυτισμένο με την Παναγία τη Μεγαλόχαρη στηρίζεται στη συγκεκριμένη εναλλακτική μορφή τουρισμού, που κατά τους θερινούς μήνες βρίσκεται σε άνθηση. Σημαντικά βήματα γίνονται εξίσου και σε άλλα νησιά του νομού, με την εκτίμηση ότι ο θρησκευτικός τουρισμός δύναται να αποτελέσει δυνατό χαρτί για την ενίσχυση και την ενδυνάμωση της φθίνουσας τουριστικής τους κίνησης.

“Κακή διαχείριση του προϊόντος από το Δήμο Σύρου”

Στο πλαίσιο αυτό, η Ένωση Ξενοδόχων Σύρου υποδέχτηκε στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων αντιπροσωπεία Ουκρανών, αποτελούμενη από δημοσιογράφους, τις ιδιοκτήτριες και τη διευθύντρια μάρκετινγκ του μεγαλύτερου τουριστικού γραφείου στο Κίεβο, με αφορμή την ένταξη του νησιού σε ένα πακέτο τουρισμό, που περιλαμβάνει επίσης την Άνδρο και την Τήνο. Η αποστολή είχε την ευκαιρία, μεταξύ άλλων, να επισκεφτεί τους Ιερούς Ναούς Αγίου Νικολάου, Κοιμήσεως και Αναστάσεως, καθώς και να περιηγηθεί στο μεσαιωνικό οικισμό της Άνω Σύρου.

Σε δηλώσεις του στην “Κοινή Γνώμη”, ο πρόεδρος της Ένωσης, Ιάκωβος Αρβανίτης υπογράμμισε ότι “η ανάπτυξη του θρησκευτικού τουρισμού στη Σύρο, σε συνδυασμό με την πολιτιστική ταυτότητα του νησιού μπορεί να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος για τη νέα τουριστική πορεία του, βοηθώντας σημαντικά τις τοπικές επιχειρήσεις. Έκρινε μάλιστα, ότι αποτελεί μία από τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού, που έμειναν ανεκμετάλλευτες από την Τουριστική Επιτροπή του δήμου, εξαιτίας της έλλειψης εξειδικευμένων γνώσεων.

“Τα άτομα τα οποία έχουν εκλεγεί, εάν δεν προέρχονται μέσα από τον τουριστικό χώρο δεν έχουν άμεση επαφή με την αγορά, η οποία συνεχώς αλλάζει. Η πτωτική πορεία την οποία έχει το νησί οφείλεται αποκλειστικά στην κακή διαχείριση” ανέφερε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας ότι η τουριστική αναβάθμιση του νησιού θα πρέπει να γίνει προσωπική υπόθεση όλων των επαγγελματιών του κλάδου.

“Η πρώτη αυτή ενέργεια αποτελεί τη μικρογραφία και τον προπομπό του τρόπου λειτουργίας του Συνδέσμου τουριστικών επιχειρήσεων Σύρου, όπου κάτω από μία επικοινωνιακή ομπρέλα θα μπορέσει να προβάλει το νησί στην αγορά του εξωτερικού. Τη διαχείριση και το τουριστικό μάρκετινγκ θα τα κάνουμε πλέον εμείς” σημείωσε, κρίνοντας απαραίτητη την αρωγή του δήμου και άλλων φορέων. Παράλληλα, ο κ. Αρβανίτης Αρβανίτης, εξήγησε ότι βρίσκονται στο πρώτο στάδιο οι επαφές για τη δημιουργία ενός πακέτου θρησκευτικού τουρισμού από την Πολωνία, το οποίο θα αποτελέσει πόλο έλξης για μεγάλο αριθμό επισκεπτών, λόγω του έντονου καθολικού στοιχείο στο νησί.

Αλέξανδρος Μαρκουίζος: “Ο καλύτερος πρεσβευτής της Ελλάδας στο εξωτερικό”

Την πολύτιμη συμβολή του θρησκευτικού τουρισμού τόσο στη διάδοση της χριστιανικής παράδοσης, όσο και στη διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς των νησιών, τόνισε ο Γενικός Γραμματέας της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, Αλέξανδρος Μαρκουίζος, καθιστώντας γνωστό ότι ο πολιτισμός αυτός είναι εγκιβωτισμένος μέσα στην εκκλησία.

“Κάθε νησί έχει τη δική του ξεχωριστή παράδοση και ιδιομορφία μέσα στο όλο πλαίσιο της θρησκευτικής ζωής” σημείωσε, αναφέροντας πρότυπα ναών στο νομό που ξεχωρίζουν για την αίγλη και τη μεγάλη αρχιτεκτονική και ιστορική αξία τους, όπως ο Ι. Ναός του Αγίου Νικολάου στη Σύρο, η Παναγία Τουρλιανή στη Μύκονο, οι πολυαιώνιες Μονές της Παναχράντου, Ζωοδόχου Πηγής και Παναγίας της Θεοσκέπαστης στην Άνδρο και τέλος, η Παναγία η Χρυσοπηγή στη Σίφνο. Επιπλέον, μίλησε και για σημαντικά ιερατικά μνημεία, όπως το-μοναδικό στην ανατολική Μεσόγειο- μνημείο των κατακομβών στη Μήλο. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί, ότι με προσπάθειες του Μητροπολίτη, κ. Δωροθέου Β', η Μήλος έχει ανακηρυχθεί και η ίδια “Ιερά Νήσος”, ενώ αναμένεται η υπογραφή του προεδρικού διατάγματος, προκειμένου να γίνουν οι τελετές αναγνώρισης.

Αληθινή παιδεία για ξένους και Έλληνες

Όπως υπογράμμισε ο κ. Μαρκουίζος ο θρησκευτικός τουρισμός μπορεί να αποτελέσει τον καλύτερο πρεσβευτή της Ελλάδας στο εξωτερικό, αποτυπώνοντας την πραγματική εικόνα της, η οποία έχει υφανθεί από τον κλασικό ελληνισμό και τη χριστιανική παράδοση.

“Το πραγματικό πρόσωπο της χώρας βρίσκεται στη νησιώτικη φύση, την αμόλυντη από την επέλαση του καταναλωτικού τουρισμού, στα ξωκλήσια, τα μοναστήρια, τα οποία οι απλοϊκοί κάτοικοι των νησιών έχτισαν με πραγματικό γούστο και μεράκι κάτω από το φως του ήλιου και την αλμύρα της θάλασσας. Ο θρησκευτικός τουρισμός είναι μια αφορμή για τους Έλληνες για παιδεία, αληθινή ελληνική παιδεία και για τους ξένους ο καλύτερος τρόπος να γνωρίσουν τι σημαίνει Ελλάδα”, τόνισε.

Πρόσθεσε δε, ότι τα νησιά των Κυκλάδων είναι κατάφορτα από εκκλησιαστικά “διαμάντια”, εξωκλήσια και μονές, που βοηθούν τους ξένους επισκέπτες να έρθουν πιο κοντά στην ψυχή του ελληνικού λαού. Καταλήγοντας, σημείωσε ότι η Μητρόπολη στηρίζει τις προσπάθειες που γίνονται από τους τουριστικούς φορείς των Κυκλάδων.

Ωστόσο, επεσήμανε ότι λόγω των δύσκολων συνθηκών, πρέπει να γίνει ιεράρχηση των αναγκών. “Η κάθε προετοιμασία χρειάζεται όχι μόνο άτομα, αλλά και χρήματα. Συνεπώς, αυτή τη στιγμή δίνουμε περισσότερη βαρύτητα στο να δοθούν τα όποια χρήματα περισσεύουν, ή υπάρχουν ακόμα στην ανακούφιση των ανθρώπων και έπειτα στην προώθηση του θρησκευτικού τουρισμού”, τόνισε.