Παρεμβάσεις του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) με φόντο τη δέσμη μέτρων της κυβέρνησης, για μείωση του ΦΠΑ σε εστίαση, ενέργεια και διαμονή

“Πρόθεση ενθαρρυντική αλλά χωρίς στρατηγικό σχεδιασμό”

  • Παρασκευή, 24 Μαΐου, 2019 - 06:14

Επιστολές, προς τον Υπουργό Οικονομικών, προκειμένου να καταστήσει σαφείς τις θέσεις του, αναφορικά με τη δέσμη μέτρων, την οποία ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, περί μείωσης του συντελεστή ΦΠΑ σε εστίαση, ενέργεια και διαμονή, απέστειλε ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, ο ΣΕΤΕ, εδώ και χρόνια τονίζει και επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι η υπερφορολόγηση πλήττει την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος, την απασχόληση, τις επενδύσεις και κατ’ επέκταση το σύνολο της ελληνικής οικονομίας.

Η νέα δέσμη μέτρων που ανακοινώθηκε στις 07.05.19 και που συμπεριλαμβάνει εξαγγελία για τη μείωση του συντελεστή ΦΠΑ σε εστίαση και ενέργεια (άμεσα) και στη διαμονή (από 01.01.20), είναι εξέλιξη προς τη σωστή κατεύθυνση, τονίζει ο Σύνδεσμος, καθώς πρόκειται για μέτρα με γνωστές θετικές επιδράσεις στον τουριστικό τομέα, που έχουν λειτουργήσει αποτελεσματικά και στο παρελθόν.

Όμως, όπως τονίζεται, η πρόθεση της κυβέρνησης να παρέχει κίνητρα και ελαφρύνσεις αν και αρχικά ενθαρρυντική, για μια ακόμα φορά επιβεβαιώνεται ότι στερείται συνολικού στρατηγικού σχεδιασμού.

Από την μία πλευρά, η απουσία πρόβλεψης για τον κλάδο των μεταφορών στη δέσμη μέτρων και από την άλλη οι πρόσφατες διευκρινίσεις για την τελικά μερική μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, προκαλούν έντονο προβληματισμό.

Υπενθυμίζεται ότι την τελευταία 10ετία ο ΦΠΑ σε εστίαση και μεταφορές τριπλασιάστηκε από το 8% στο 24% με δυσμενείς επιπτώσεις για την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος.

Οποιαδήποτε κίνηση αποκλιμάκωσης φορολογικών συντελεστών, παροχής ελαφρύνσεων και κινήτρων, ο ΣΕΤΕ επισημαίνει, ότι οφείλει να υπηρετεί έναν συνολικό σχεδιασμό με μόνιμο χαρακτήρα. Μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για το μέλλον της χώρας.

Απουσία πρόβλεψης για το κομβικό ζήτημα των μεταφορών”

Στην πρώτη εκ των δύο επιστολών, οι οποίες απευθύνονται προς τον Υπουργό Οικονομικών και κοινοποιούνται στον Υπουργό Επικρατείας, τον Υπουργό Τουρισμού και τον Υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ, ο ΣΕΤΕ σημειώνει τα εξής:

«Η ανακοίνωση για τη μείωση συντελεστών ΦΠΑ σε εστίαση και ενέργεια (άμεσα) και στη διαμονή (από 01.01.20), είναι εξέλιξη σε σωστή βάση και κατεύθυνση. Άλλωστε πρόκειται για μέτρα με γνωστές θετικές επιδ΄ρασεις στον τουριστικό τομέα, που έχουν λειτουργήσει αποτελεσματικά και στο παρελθόν.

Θα πρέπει όμως να τονιστεί, ότι στην εξαγγελθείσα δέσμη μέτρων απουσιάζει πρόβλεψη για το κομβικό ζήτημα των μεταφορών, παρά το γεγονός, ότι ο συγκεκριμένος συντελεστής ΦΠΑ αυξήθηκε από το 2015, από 13% σε 24%.

Υπενθυμίζεται, ότι η υπερφορολόγηση στον κλάδο των μεταφορών επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, αλλά έχει και ευρύτερες κοινωνικές προεκτάσεις, λόγω της νησιωτικότητας της χώρας.

Οποιαδήποτε κίνηση αποκλιμάκωσης φορολογικών συντελεστών οφείλει να υπηρετεί μια συνολική στρατηγική και στο πλαίσιο αυτό, ζητούμε την ένταξη σχετικής ρύθμισης στο άμεσο πακέτο παροχών, που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός».

Η εισαγωγή δύο συντελεστών δημιουργεί στρεβλώσεις”

Στην δεύτερη επιστολή, προς τους ίδιους παραλήπτες, η οποία ήρθε σε συνέχεια της πρώτης επικοινωνίας, αναφορικά με τη δέσμη μέτρων της κυβέρνησης και έπειτα από τις διευκρινίσεις που δόθηκαν, σχετικά με τη μείωση συντελεστών ΦΠΑ, ο ΣΕΤΕ σημειώνει ότι:

«Την τελευταία 10ετία ο ΦΠΑ σε εστίαση και μεταφορές τριπλασιάστηκε από το 8% σε 24%, με δυσμενείς επιπτώσεις για την ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος.

Η πρόθεση της κυβέρνησης να παρέχει κίνητρα και ελαφρύνσεις, αν και αρχικά ενθαρρυντική, για μία ακόμα φορά επιβεβαιώνεται, ότι στερείται συνολικού στρατηγικού σχεδιασμού.

Από την μία πλευρά, η απουσία πρόβλεψης για τον κλάδο των μεταφορών στη δέσμη μέτρων και από την άλλη, οι πρόσφατες διευκρινίσεις, για την τελικά μερική μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση, προκαλούν έντονο προβληματισμό.

Όντως, μία συνολική μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση στο 13% είναι ένα μέτρο που μπορεί να συμβάλει στην ανταγωνιστικότητα του τουριστικού προϊόντος, να τονώσει την απασχόληση στον κλάδο και παράλληλα να αγγίξει το σύνολο της κοινωνίας, καθώς πρόκειται για υπηρεσία ευρείας κατανάλωσης και ανάγκης.

Αντίθετα όμως, η εισαγωγή δύο συντελεστών ΦΠΑ στον κλάδο, δημιουργεί περαιτέρω στρεβλώσεις στην αγορά.

Ενώ οι επιχειρηματίες τουρισμού και εστίασης είναι έτοιμοι να μετακυλήσουν τη μείωση του ΦΠΑ με αντίστοιχες μειώσεις σε τιμές, η απόφαση για παραμονή μέρους της εστίασης στο 24% λειτουργεί αποτρεπτικά για μία τέτοια κίνηση, ειδικά όταν ο καφές και τα ροφήματα που παραμένουν στον υψηλό συντελεστή ΦΠΑ, αποτελούν σημαντικότατο μέρος του τζίρου τους.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα το μέτρο να μη συμβάλει τελικά στο βαθμό που θα έπρεπε στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα.

Καθώς οποιαδήποτε κίνηση για τον ορθολογισμό της υψηλής φορολογίας, παροχής ελαφρύνσεων και κινήτρων οφείλει να υπηρετεί έναν συνολικό σχεδιασμό, ζητούμε την επαναξιολόγηση των μέτρων, προκειμένου:

α) να ενταχθεί και ο κλάδος των μεταφορών στις όποιες ρυθμίσεις αποκλιμάκωσης φορολογικών συντελεστών.

β) η μετάταξη στο 13% του ΦΠΑ της εστίασης να αφορά το σύνολο των προϊόντων και όχι μέρος τους».

 

Ετικέτες: