Παρουσίαση του βιβλίου “Μεταλλεία Αντιπάρου 19ος – 20ος αιώνας” με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μουσείων, στο Ιστορικό – Λαογραφικό Μουσείο Αντιπάρου

“Η ιστορία μας πρέπει να διασωθεί”

Η πρώτη παρουσίαση του βιβλίου, του συγγραφέα Άγγελου Σινάνη, το οποίο εκδίδει ο Δήμος Αντιπάρου, με τίτλο “Μεταλλεία Αντιπάρου 19ος – 20ς αιώνας”, πραγματοποιήθηκε σε εκδήλωση που έλαβε χώρα στο Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Αντιπάρου, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Μουσείων στις 18 Μαΐου.

Κύριοι ομιλητές της εκδήλωσης, ήταν ο κ. Αλέξανδρος Κοντογιώργος, δωρητής του υλικού που αποτελεί τη συλλογή του Λαογραφικού Μουσείου, καθώς και ο συγγραφέας του βιβλίου για τα μεταλλεία της Αντιπάρου, κ. Άγγελος Σινάνης.

Στην εκδήλωση παρόντες ήταν, μεταξύ άλλων, ο Έπαρχος Πάρου – Αντιπάρου, κ. Κώστας Μπιζάς, αλλά και ο Δήμαρχος Αντιπάρου, κ. Τάσος Φαρούπος, καθώς και πλήθος κόσμου.

Στο σύντομο χαιρετισμό του ο Δήμαρχος, κ. Φαρούπος ευχαρίστησε για ακόμη μία φορά δημοσίως τον κ. Κοντογιώργο για τη δωρεά του, περίπου 4 χρόνια πριν, όταν ο Δήμος επιδίωξε τη δημιουργία του Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου, ενώ τόνισε, πως “όταν ξεκινούσαμε κανείς δεν πίστευε ότι θα γίνει αυτό”, δηλώνοντας χαρούμενος, που η δημιουργία του μουσείου πραγματοποιήθηκε επί θητείας του.

Επίσης, ο Δήμαρχος Αντιπάρου τόνισε, πως εξαρχής η δημοτική αρχή έθεσε ως προτεραιότητα την ανάπτυξη του πολιτιστικού προϊόντος του νησιού, σημειώνοντας, ότι πρόκειται περί επένδυσης, αφού οφείλει κανείς να δίνει στον πολιτισμό, αντί να περιμένει απλώς να έχει οφέλη από αυτόν.

“Πιστεύουμε στον πολιτισμό πιστεύουμε ότι η ιστορία μας πρέπει να διασωθεί και χωρίς τον πολιτισμό δεν μπορούμε να πάμε πουθενά”, έκλεισε την τοποθέτησή του ο Δήμαρχος, κ. Φαρούπος.

Μοναδικό αποτέλεσμα για τα δεδομένα της περιφέρειας

Ανοίγοντας την εκδήλωση και τιμώντας τη σημασία της παγκόσμιας ημέρας μουσείων, ο κ. Κοντογιώργος ευχαρίστησε το κοινό για την παρουσία του και προχώρησε σε μία αναφορά στην ιστορία των μουσείων, τόσο παγκοσμίως, όσο κυριότερα στην Ελλάδα.

Στη συνέχεια, αναφέρθηκε στο μουσείο του νησιού, σημειώνοντας, ότι “το Ιστορικό Λαογραφικό Μουσείο Αντιπάρου, είναι δημιούργημα της ευαισθησίας και της αγάπης για τα πολιτιστικά στοιχεία που έχουν σχέση με την περιοχή και κατ' επέκταση με τις Κυκλάδες και το Αιγαίο. Αυτή η ευαισθησία και η διάθεση για προσφορά και δημιουργία, οδήγησε την οικογένεια Αλέξανδρου Κοντογιώργου και το Δήμο Αντιπάρου σε συνεργασία, της οποίας αποτέλεσμα είναι αυτό το μουσείο. Η οικογένεια χάρισε άνευ ανταλλάγματος στο Δήμο Αντιπάρου τα πολιτιστικά αντικείμενα, που προέρχονται από το μουσείο “Ανθέμιον”, δημιούργημα της μακρόχρονης και επίπονης προσπάθειας της Κυριακής Ραγκούση. Ο Δήμος Αντιπάρου εξασφάλισε και διαμόρφωσε το κτίριο και τις άλλες λειτουργίες, που απαιτεί ένα τέτοιο εγχείρημα. Το αποτέλεσμα θα έλεγε κανείς είναι μοναδικό για τα πολιτιστικά δεδομένα της περιφέρειας. Σε ένα καλαίσθητο και ευρύχωρο κτίριο, στο κέντρο του οικισμού, εκτίθενται οι συλλογές, οι οποίες με την πάροδο του χρόνου, θα εμπλουτίζονται και με νέα στοιχεία. Τα πολιτιστικά αγαθά συγκροτούν ενιαία σύνολα, με ιδιαίτερη ιστορική και επιστημονική αξία για την Αντίπαρο και την ευρύτερη περιοχή”.  

Πλούτος λεπτομέρειας και κατανοητή απόδοση

Ξεκινώντας την παρουσίαση του βιβλίου, που χρηματοδότησε ο Δήμος Αντιπάρου, ο συγγραφέας κ. Άγγελος Σινάνης εξήγησε στο κοινό, πως τα μεταλλεία ξεκίνησαν τη λειτουργία τους το 1869 και έκλεισαν το 1955.

Σχετικά με τη διαδικασία συγγραφής του βιβλίου, ο κ. Σινάνης ανέφερε, ότι “ήταν ένα δύσκολο εγχείρημα. Ούτε εγώ πίστευα, ότι θα μπορούσε να είναι τέτοιο το αποτέλεσμα. Αλλά τελικά, όσοι πριν από την έκθεση διάβασαν το βιβλίο – και δεν εννοώ φίλους ή γνωστούς, εννοώ  τη Λήδα Παπαστεφανάκη από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, εννοώ το Τμήμα Μεταλλειολόγων Μηχανικών του ΕΜΠ – αυτοί οι άνθρωποι, αυτοί οι καθηγητές διάβασαν το βιβλίο και έμειναν έκπληκτοι, όχι με τον πλούτο και τις λεπτομέρειες ανά έτος από το 1869. Αλλά και όταν δεν υπάρχουν πληροφορίες ανά έτος, προχωράμε στο επόμενο [...] η όλη σύλληψη λειτουργεί και αποδίδεται στο χρόνο όπως πρέπει. Δηλαδή από το 1869 έως το 1955”.

Συνεχίζοντας επεσήμανε, πως “συνολικά το βιβλίο δεν θα μπορούσε να ξεκινήσει μόνο με τα μεταλλεία. Ήταν απαραίτητο να γίνει μία γεωγραφική αναφορά, μία γεωλογική αναφορά, δηλαδή γιατί η Αντίπαρος προτιμήθηκε από άλλα νησιά; Γνωρίζουμε από την γεωλογική ιστορία της Αντιπάρου, ότι είναι ένα ηφαιστειογενές νησί, και πως από εδώ περνάει το ηφαιστειακό τόξο του Αιγαίου και καταλήγει στη Νίσυρο. Όλα αυτά όμως έπρεπε να αποδοθούν με έναν κατανοητό τρόπο, που συναντάται πρώτη φορά ίσως σε αυτό το βιβλίο και χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για αυτό”.

Ο συγγραφέας αναφέρθηκε στη συμβολή επιστημόνων από διάφορους τομείς, όπως ηφαιστειολόγους, ιστορικούς και αρχαιολόγους, εξηγώντας, ότι “ουσιαστικά το βιβλίο καλύπτει την περίοδο από το 1830, της απελευθέρωσης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, έως το 1955”, όταν τα μεταλλεία έπαυσαν τη λειτουργία τους και η Αντίπαρος ακολούθησε τη γνωστή πορεία της, έως και την εποχή, “που σε μία πιο ανεπτυγμένη μορφή ζούμε σήμερα”.

Αφηγήσεις από τους εργάτες των μεταλλείων

Επίσης, ο κ. Σινάνης αναφέρθηκε και στη συγκέντρωση των μαρτυριών, που μέσα στο βιβλίο, χρησιμοποιούνται για την απεικόνιση, συγγραφικά και οπτικά, μέσω σκίτσων, της καθημερινής λειτουργίας των μεταλλείων, από την οπτική γωνία των εργατών.

Έχοντας συγκεντρώσει ικανό αριθμό συνεντεύξεων ανθρώπων, γεννημένων από το 1921 και έπειτα, “οι προφορικές μαρτυρίες είναι πολύτιμες, ιστορική πηγή δεν επιδέχεται αμφισβήτησης καθώς είναι αυτό που ζει ένας άνθρωπος στην καθημερινότητά του”, υπογράμμισε ο συγγραφέας.

Το τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου, σύμφωνα με τον ίδιο, αφορά σε “ό,τι έχει απομείνει σήμερα πάνω στο νησί να θυμίζει αυτή την τρομερή περίοδο των μεταλλείων”, σημειώνοντας, πως οι συνθήκες εργασίας ήταν πολύ δύσκολες “και κάπως έτσι φτιάχτηκε η Αντίπαρος του σήμερα, με όλο το μεγαλείο ψυχής που έδωσαν αυτοί οι άνθρωποι”.

Όπως τόνισε προς το κοινό, ευελπιστεί πως το βιβλίο “έχει τόσα πολλά πράγματα να δώσει στην κοινωνία της Αντιπαρου κ αλλά και μία ώθηση στον τουρισμό”.

Ενημέρωσε δε, πως το βιβλίο ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2016 και ολοκληρώθηκε το Μάρτιο του 2019, με τον συγγραφέα να δηλώνει, πως “ήταν δύσκολο, όμως είμαι ικανοποιημένος γιατί η πρόταση του να γίνει το συγκεκριμένο βιβλίο δεν ήταν του 2016, υπήρχε ήδη από το 2008. Η πρόταση είχε γίνει στο Δήμο ο οποίος που θα μπορούσε προφανώς να καλύψει τα έξοδα και γι' αυτό ευχαριστώ ιδιαιτέρως τον Τάσο Φαρούπο”.

Σημείωσε, ότι, το βιβλίο για τα μεταλλεία της Αντιπάρου, είναι ίσως το μοναδικό, το οποίο αποτελεί μονογραφία για την μεταλλευτική ιστορία ενός μόνο νησιού, καθώς τα υπόλοιπα σχετικά συγγράμματα, αναφέρονται κυρίως στα μεταλλεία όλου του Αιγαίου.

Τέλος, ευχαρίστησε ξανά το Δήμαρχο, τονίζοντας, ότι ο Δήμος Αντιπάρου, επί θητείας του, έχει εκδώσει αρκετά βιβλία, με τον πολιτισμό να έχει συνδεθεί με το μουσείο Ιστορίας και Λαογραφίας Αντιπάρου,γεγονός, που είναι πολύ σπουδαίο για ένα νησί.