Μέσω δωρεάς η μελέτη για τη χάραξη πρόσβασης στον ιδιαίτερα σημαντικό αρχαιολογικό χώρο της Παλαιόπολης Άνδρου

Επιχειρείται ξανά η διάνοιξη πρόσβασης προς την Παλαιόπολη

  • Παρασκευή, 18 Φεβρουαρίου, 2022 - 06:15

Μέσω δωρεάς εξασφαλίστηκε από τον Δήμο Άνδρου η μελέτη, που αφορά στη χάραξη πρόσβασης, εργοταξιακού χαρακτήρα, για τη διευκόλυνση των ανασκαφικών εργασιών που πραγματοποιούνται στον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιόπολης Άνδρου.

Με ομόφωνη απόφασή της, η Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Άνδρου ενέκρινε την αποδοχή της δωρεάς του κ. Σπύρου Λ. Πολέμη, για την από Ιανουαρίου 2022 εκπονηθείσα μελέτη με τίτλο: «Προμελέτη χάραξης διαδρόμου πρόσβασης εργοταξιακού χαρακτήρα, στον οικισμό Παλαιόπολης για αρχαιολογικούς σκοπούς», του Αγρονόμου Τοπογράφου Μηχανικού, Χρήστου Μανάλη, για την εξυπηρέτηση της προγραμματιζόμενης ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου της Παλαιόπολης, προς το χώρο της αγοράς και του νεκροταφείου της αρχαίας πόλης.

Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω αλλά και τη σκοπιμότητα διάνοιξης της συγκεκριμένης εργοταξιακής πρόσβασης, ο Δήμος Άνδρου δεν έχει αντίρρηση για την υλοποίησή της, καθώς θα εξυπηρετήσει την ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου.

Η εν λόγω μελέτη θα διαβιβαστεί στο Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού για ενέργειες αρμοδιότητάς του, έγκρισης και υλοποίησης της μελέτης.

Αξίζει να σημειωθεί, πως εδώ και αρκετά χρόνια, είχε επιχειρηθεί ξανά η διάνοιξη σχετικής πρόσβασης, αλλά προσβλήθηκε η σχετική απόφαση από μερίδα πολιτών.

Η Παλαιόπολη ήταν η αρχαία πρωτεύουσα της Ανδρου και η μοναδική πόλη στο νησί κατά τα Κλασικά Χρόνια. Ιδρύθηκε τον 7ο-6ο αιώνα π.Χ. και γνώρισε μεγάλη άνθηση. Τον 1ο μ.Χ. αιώνα άρχισε η παρακμή της, καταστράφηκε από σεισμό τον 4ο αιώνα μ.Χ. και ένα μέρος της βυθίστηκε στη θάλασσα. Κατοικήθηκε, πάντως, μέχρι τα πρωτοβυζαντινά Χρόνια.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΚΠΑ, η αρχαιολογική έρευνα στην Παλαιόπολη διεξάγεται από το 1985. Αρχικά την ερευνητική ομάδα αποτελούσαν μεταπτυχιακοί και προπτυχιακοί φοιτητές του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με  διευθυντές τους καθηγητές Μ. Τιβέριο και Λ. Παλαιοκρασσά. Από το 1991 η ανασκαφή διεξάγεται μόνο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Η ανασκαφή στο χώρο της αγοράς της Άνδρου έχει αποκαλύψει τμήματα τριών πλακόστρωτων δρόμων και τεσσάρων κτηρίων, τα οποία είχαν οικοδομηθεί σε δύο άνδηρα με υψομετρική διαφορά 4 μέτρων. Στο επάνω άνδηρο ανασκάπτεται κτήριο, που διέθετε εσωτερική περίστυλη αυλή, μνημειακή είσοδο με τέσσερις κίονες στην πρόσοψη και ημιυπόγειο χώρο, που όπως δείχνουν τα ευρήματα φαίνεται ότι αποτελούσε βοηθητικό χώρο ψαραγοράς.

Ανατολικά του κτηρίου αυτού έχει αποκαλυφθεί μεγάλο τμήμα στοάς, το ανατολικό άκρο της οποίας είχε ερευνήσει το 1956 ο καθηγητής Κοντολέων. Μεταξύ των δύο κτηρίων παρεμβάλλεται πλακόστρωτος ανηφορικός δρόμος, με βαθμίδες, ενώ κάθετα σε αυτόν υπήρχε ένας αρχαιότερος παρόμοιος δρόμος, με κτιστό αποχετευτικό αγωγό. Τα κτήρια οικοδομήθηκαν μάλλον στα τέλη του 3ου ή τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ. και εξυπηρετούσαν δραστηριότητες της αγοράς. Το κτήριο με την εσωτερική αυλή ήταν πιθανώς η αγορά τροφίμων, κρεάτων και ψαριών. Επάνω στο οικοδόμημα αυτό κτίστηκε αργότερα, ίσως στον 3ο αιώνα μ.Χ. ένα ακόμη κτήριο, από το οποίο σώζονται τμήματα τοίχων.

Στο κάτω άνδηρο ανασκάπτεται μια δεύτερη στοά, από την οποία έχει αποκαλυφθεί μικρό τμήμα, και ένας ακόμη πλακόστρωτος δρόμος, με καλοχτισμένο αποχετευτικό αγωγό, που χρονολογούνται επίσης στα τέλη του 3ου ή τις αρχές του 2ου αιώνα π.Χ.

Η αγορά αναπτύχθηκε σε άμεση γειτνίαση και στραμμένη προς το λιμάνι, το οποίο συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της πόλης και της οικονομίας της.

Οι οικοδομικές φάσεις που διαπιστώθηκαν στα κατάλοιπα μαρτυρούν εκτεταμένη οικοδομική δραστηριότητα στην αγορά από τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., η κύρια όμως φάση είναι αυτή του κτηρίου με την αυλή και των δύο στοών, του τέλους του 3ου ή των αρχών του 2ου αιώνα π.Χ., που ενδεχομένως μπορεί να σχετισθεί με κάποια ανοικοδόμηση της αγοράς μετά την άλωση της πόλης το 199 π.Χ., από τις δυνάμεις της Ρώμης και του Περγάμου, μετά την οποία το νησί παραχωρήθηκε στο βασιλέα του Περγάμου Ατταλο Α΄.

Τον ελεύθερο χώρο μπροστά στα κτήρια και τους δρόμους καταλάμβαναν επιβλητικά μνημεία, όπως φανερώνει η ανεύρεση αγαλμάτων, επιγραφών, διαφόρων βάθρων τιμητικών ανδριάντων, εξεδρών ή μαρμάρινου ρολογιού. Επίσης τα τέσσερα αγάλματα που βρέθηκαν στο χώρο, τα δύο παλαιά ευρήματα ο Ερμής και το γυναικείο του τύπου της Μεγάλης Ηρακλειώτισσας και τα δύο νεώτερα, ένα ανδρικό και ένα γυναικείο άγαλμα, είχαν ανεγερθεί μάλλον σε μνημεία-ηρώα επιφανών νεκρών.

Περί τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. κατασκευάσθηκε ένας μάκελλος, όπως πληροφορεί επιγραφή, μάλλον από το δήμο των Ανδρίων και αφιερώθηκε στο Μάρκο Αυρήλιο και πιθανότατα στον αυτοκράτορα Αντωνίνο Ευσεβή. Ενδεχομένως η οικοδόμησή του θα μπορούσε να σχετισθεί με την ανοικοδόμηση ίσως του κτηρίου με την περίστυλη αυλή, μετά τον καταστροφικό σεισμό του 142/143 μ.Χ.

Η αλλαγή της χρήσης του χώρου ως εμπορικού και διοικητικού κέντρου είχε ήδη συντελεσθεί το δεύτερο μισό του 5ου αιώνα μ.Χ., όταν οικοδομήθηκε η Βασιλική στο κάτω άνδηρο, επάνω στις προγενέστερες κατασκευές, τη στοά και τον πλακόστρωτο δρόμο.

Η Βασιλική, ίσως ο μητροπολιτικός ναός της Άνδρου, ήταν τρίκλιτη, με εξαίρετης τέχνης πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, ενώ το δάπεδό της καλυπτόταν από ψηφιδωτό, με φυτικά και γεωμετρικά θέματα. Κατά τον 6ο αιώνα το οικοδόμημα καταστράφηκε από σεισμό, μάλλον το μεγάλο σεισμό του 552. Στο δεύτερο μισό του αιώνα αυτού κτίστηκε στο μεσαίο κλίτος της Βασιλικής επιμήκης μονοκάμαρος ναός, αμελούς τοιχοποιίας.

Για την προστασία των κτηρίων της Αγοράς έχουν ήδη πραγματοποιηθεί και βρίσκονται σε εξέλιξη εργασίες στερέωσης και συντήρησης.

Στο δυτικό μέρος της πόλης, αποκαλύφθηκαν σε μεγάλο βάθος λείψανα σπιτιών, που ήταν σε χρήση από τον 4ο αιώνα π.Χ.

Η ανασκαφή έδωσε σημαντικά στοιχεία για την καθημερινή ζωή των Ανδρίων και την οικονομία της πόλης. Διαπιστώθηκε η εγκατάλειψη των κτηρίων πιθανότατα στο 2ο αιώνα π.Χ., η οποία ενδεχομένως σχετίζεται με την άλωση της πόλης από τις συμμαχικές δυνάμεις της Ρώμης και του Περγάμου, το 199 π.Χ.

 

Ετικέτες: