Συνέντευξη της βουλευτού με το Ποτάμι και ακαδημαϊκού στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών, Αντιγόνης Λυμπεράκη

“Στην ευρωπαϊκή οικογένεια το μέλλον μας”

Την πεποίθησή της πως εντός της ευρωπαϊκής οικογένειας η Ελλάδα μπορεί να οραματιστεί ένα μέλλον με περισσότερες ευκαιρίες για όλους, μοιράστηκε η γνωστή ακαδημαϊκός και βουλευτής του Ποταμιού, Αντιγόνη Λυμπεράκη με τους παρευρισκομένους στην εκδήλωση του κόμματός της, στη Σύρο, για την “Ημέρα της Ευρώπης”.

Την καθηγήτρια Οικονομικών του Πάντειου Πανεπιστημίου που αποφάσισε ως οικονομολόγος την περίοδο της κρίσης να ενεργοποιηθεί ως “μία αντισυμβατική πολιτικός”, η οποία θα εκπληρώσει το καθήκον της ουσιαστικά απέναντι στην κοινωνία, όπως η ίδια χαρακτηριστικά ανέφερε, υποδέχθηκε η “Κοινή Γνώμη” στο στούντιό της, σε μία ενδιαφέρουσα συνέντευξη που προβάλλεται συνολικά στο web tv.

Η κ. Λυμπεράκη εξέφρασε τις θέσεις της σχετικά με το πόσο σημαντική είναι η ευρωπαϊκή προοπτική για την Ελλάδα, απαντώντας ταυτόχρονα σε μία σειρά ερωτήσεων σχετικών με τη μετάβασή της από το χώρο της Αριστεράς στον φιλελεύθερο χώρο, την οικονομική κρίση και τις συνέπειές της, τον διεθνή ανταγωνισμό, τη μετανάστευση των νέων, αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί το Ποτάμι με φόντο τους ισχυρισμούς αντίπαλων πλευρών, περί παράταξης που αποτελεί “δημιούργημα εξουσιαστικής ελίτ”.

· Κινηθήκατε στον χώρο της Αριστεράς επί πολλά χρόνια και στην συνέχεια ακολούθησε μία μετατόπιση σε ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο για εσάς. Σας συναντήσαμε το 2012 στη “Δράση” με τον Στέφανο Μάνο και τώρα στο “Ποτάμι”. Ποιοι λόγοι συνηγόρησαν σε αυτή την αλλαγή;

“Οι περισσότεροι άνθρωποι της γενιάς μου, όσοι δεν αδιαφορούσαν παντελώς για το τί γινόταν γύρω μας, ήμασταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αριστεροί. Οι άνθρωποι που νοιαζόμασταν για να βελτιωθεί η ζωή των ανθρώπων, μοιραζόμασταν κάποιες αυτονόητες αξίες όπως η δικαιοσύνη, η ισότητα. Στη δεκαετία του '70 και για αρκετό καιρό μετά, αυτές οι αξίες ταυτιζόντουσαν – τουλάχιστον στον ελλαδικό χώρο – αλλά όχι αλλού, μόνο με την Αριστερά. Στην πορεία πολλές από τις πολιτικές δυνάμεις υιοθέτησαν τα συνθήματα, τα εφάρμοσαν με κάποιον τρόπο. Σαν οικονομολόγος και μετρώντας την εμπειρία κυρίως άλλων χωρών, είδα ότι για να πετύχεις μεγαλύτερη δικαιοσύνη και μεγαλύτερη ισότητα ευκαιριών, το εργαλείο που χρησιμοποιούσε η Αριστερά, να πατικώνει τις απαιτήσεις προς τα κάτω προκειμένου να μπορέσουν όλοι να ανταποκριθούν σε αυτές, ήταν τελικά μία αντι-αριστερή άποψη. Μία άποψη που υποτιμούσε τους ανθρώπους που είχαν μεγαλύτερες δυσκολίες στο ξεκίνημα της ζωής τους. Κι άρα, οι φιλελεύθερες ιδέες που δίνουν μεγάλη έμφαση στις ευκαιρίες, στην εκκίνηση και στη στήριξη στην πορεία ήταν ένα πολύ καλό συμπλήρωμα γι αυτές τις απόψεις. Ισορρόπησα λοιπόν και τις αξίες τις πολιτικές που θα μπορούσαν να τις υπηρετήσουν και νομίζω πώς τώρα στο Ποτάμι βρήκα την ισορροπία που χρειαζόμουν και για να διατηρήσει κανείς τις αξίες του, αλλά και για να έχει δυνατότητα προτάσεων που θα έχουν εφαρμογή”.

· Στην ομιλία σας, υποστηρίξατε κατηγορηματικά “πάση θυσία Ευρώπη” και τονίσατε ότι “είναι θέμα ταυτότητας για τη χώρα η παραμονή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση”. Προσθέσατε δε, πως, “εκτός Ευρώπης θα ταξιδεύαμε σε αχαρτογράφητα νερά”. Πώς τεκμηριώνετε τη θέση σας;

“Επειδή είμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση από το 1981 για τον περισσότερο κόσμο είναι μία αυτονόητη κατάσταση. Μετά το ξεκίνημα της κρίσης και την τραγική απόδειξη ότι ο τρόπος που πορευόμασταν δεν μπορούσε να συνεχιστεί, πολύ συχνά ακούγονται απόψεις που λένε ότι ίσως εκτός Ευρώπης θα είμαστε καλύτερα. (...). Υπάρχει ένας φοβερός μύθος που κυκλοφορεί, ότι τα πράγματα δεν μπορούν να γίνουν χειρότερα. Ως οικονομολόγος της ανάπτυξης, που έχω δει και τις καλές της στιγμές, αλλά κυρίως και τις στιγμές μεγάλης απώλειας και οπισθοχώρησης, μπορώ να πω, ότι δεν υπάρχει τίποτα σαν αυτό που θα λέγαμε “ότι φθάσαμε στον πάτο και άρα, ό,τι και να κάνουμε, μόνο καλύτερα θα γίνουν όλα”. Ο πάτος κάθε φορά είναι σχετικός. Αν κοιτάξουμε γύρω μας, τη γειτονιά μας στα Βαλκάνια τί συμβαίνει, εθνικισμοί, ύφεση, εύφλεκτη κατάσταση, στη Μέση Ανατολή, συγκρούσεις ανεξέλεγκτες, καταστάσεις βίας κι αβεβαιότητας και πόλεμοι, - σε μία εποχή που ακόμη και χώρες σαν τη Γερμανία και τη Γαλλία είναι πολύ μικρές για να σταθούν μόνες τους στο παγκόσμιο στερέωμα -, στο Ποτάμι δεν μπορούμε να σκεφθούμε πώς εμείς, με μία πολύ τραυματισμένη οικονομία και με μία πονεμένη κοινωνία, θα μπορούσαμε να σταθούμε εκτός Ευρώπης. Κι αυτό για εμάς είναι θέμα υπαρξιακό, εκτός από θέμα ταυτότητας είναι και θέμα επιβίωσης για να μη χάσουμε τον τρόπο ζωής που πασχίσαμε να πετύχουμε και για να μπορέσουμε να παραδώσουμε έναν κόσμο άξιο λόγου και στα παιδιά μας”.

· Αυτές οι διαπιστώσεις σε οικονομικό επίπεδο για την Ελλάδα προκλήθηκαν μέσα στην Ευρώπη και ενδεχομένως από την Ευρώπη. Πώς πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί ως ένα ισότιμο μέλος με τις άλλες χώρες;

“Επειδή τα μέτρα στη διάρκεια των προγραμμάτων σταθεροποίησης, αυτά που λέμε μνημόνιο ήταν μέτρα δημοσιονομικά και μέτρα λιτότητας, θεωρούμε ότι αυτά προκάλεσαν το πρόβλημα. Ένα έχω να σας πω, που δεν πρέπει όμως να κουραζόμαστε να το επαναλαμβάνουμε σε όλους τους τόνους. Ότι αυτά τα μέτρα τα πήραμε σαν φάρμακο σε μία επαπειλούμενη χρεοκοπία συνολική, άτακτη, που σημαίνει ότι από τη μία στιγμή στην άλλη, το κράτος δε θα μπορούσε να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, προμηθευτές του Δημοσίου, Νοσοκομεία κλπ. Νιώσαμε τον πόνο της ανεπιτυχούς προσαρμογής και νομίζουμε ότι αυτή ήταν η ασθένεια. Αυτό ήταν το φάρμακο. Και στο Ποτάμι λέμε ότι η δοσολογία δεν ήταν σωστή, ίσως ο τρόπος που εφαρμόσθηκε η δοσολογία ήταν λάθος. Δεν πιστεύουμε ότι πρέπει να συνεχιστεί η ίδια συνταγή, αλλά οπωσδήποτε χρειάζεται αντιμετώπιση του προβλήματος. Κι όποιος λέει πάμε πίσω στο 2009, στην πραγματικότητα λέει πάμε πίσω στο χείλος της χρεοκοπίας”.

· Τονίσατε ότι πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας, τον ανταγωνισμό σε διεθνές επίπεδο. Θεωρείτε ότι οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς – πέρα από τις συνέπειες που έχουμε καταγράψει σε επίπεδο επιβίωσης των ανθρώπων - έχουν προκαλέσει απώλειες και σε επίπεδο αξιών;

“Η παγκοσμιοποίηση είναι από τα φλέγοντα θέματα και ιδεολογικά πολύ φορτισμένα, της εποχής μας. Θα μιλήσω αντισυμβατικά. Είναι πολύ εύκολο για μία κοινωνία κι ακόμη πιο εύκολο για το πολιτικό σύστημά της, να λέει ότι όλα τα δυσάρεστα μέτρα που χρειάζεται να πάρουμε, οφείλονται στην παγκοσμιοποίηση, στους ξένους, στους οικονομικούς γίγαντες κλπ. Όμως, παρατηρώντας τον κόσμο, που απελευθερώνονται κάπως οι αγορές και ο ανταγωνισμός, πρέπει να πω ότι οι φτωχότερες χώρες, επωφελήθηκαν πολύ περισσότερο απ΄ ό,τι για πολλές δεκαετίες πριν, που οι αγορές ήταν κλειστές. Και το μεγάλο πρόβλημα της παγκοσμιοποίησης σήμερα σε πολλούς τομείς, δεν είναι συνολικό αυτό, είναι ότι δεν προχωρά αρκετά γρήγορα. Οι αγρότες της Αφρικής για παράδειγμα, παρόλο που παράγουν πολύ καλά και φθηνά προϊόντα, δεν μπορούν να τα πουλήσουν στην Ευρώπη γιατί υπάρχουν φραγμοί. Άρα, πριν αρχίσουμε να καταδικάζουμε την παγκοσμιοποίηση εν γένει, θα πρέπει να δούμε ποιές πλευρές της ωφελούν και ποιούς. (...) Έχουμε ευθύνη σαν Ευρωπαίοι, πρέπει να έχουμε δίκαιους κανόνες κι αν εμείς για παράδειγμα φτιάχνουμε υπολογιστές δεν μπορούμε να φτιάχνουμε και βαμβάκι, όταν κάποια άλλη χώρα πολύ μεγαλύτερη με πιο πολλούς ανθρώπους φτιάχνει πολύ καλό και φθηνό βαμβάκι. Πρέπει να συντονιστούμε, ώστε να υπάρχει ζωή κι ελπίδα για όλους”.

· Η νέα γενιά σε μία χώρα αποτελεί το μέλλον της. Παρατηρούμε ωστόσο, ότι νέοι και νέες που ολοκληρώνουν τις σπουδές τους, έτοιμοι επιστήμονες, μεταναστεύουν. Τί θεωρείτε ότι πρέπει να γίνει, καθώς αυτό το γεγονός για τη χώρα είναι μία μεγάλη πληγή.

“Υπάρχουν άνθρωποι που μεταναστεύουν από την Ελλάδα λόγω σπουδών. Άλλοι για λόγους συνέχισης σπουδών και άλλοι για λόγους εργασίας μετά τις σπουδές. Στην ιδέα της Ευρωπαϊκής Ελλάδας, η μετακίνηση των ανθρώπων είναι κάτι καλό. Χαίρομαι να βλέπω τους φοιτητές μου να φεύγουν με erasmus και να τους συνταντώ ξανά, διαφορετικούς ανθρώπους. Με περισσότερες εμπειρίες. Άρα, η μετακίνηση έχει μία αξία πολύ διαφορετική από τα τραγούδια του Καζαντζίδη που άκουγα όταν ήμουν μικρή, “πικρό σαν δηλητήριο είναι το διαβατήριο”, που επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση πολύ συχνά. Αυτό όμως, δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να φτιάχνουμε ευκαιρίες για τους νέους ανθρώπους στη χώρα μας. Και νομίζω ότι το φαινόμενο της μετακίνησης των νέων μας, στο εξωτερικό εν μέρει οφείλεται στο ότι δεν τους έχουμε άξιες λόγου ευκαιρίες ούτε εκπαιδευτικές, ούτε δουλειάς. Υπάρχει μία φοβερή συνωμοσία σιωπής. Η γενιά μου, η γενιά του Πολυτεχνείου κατά κάποιο τρόπο δημιούργησε μεγάλο πλούτο και τον μοιράζει αποκλειστικά στον εαυτό της. (...) Πρέπει να ξανασκεφτούμε το συμβόλαιο των γενεών κι εμείς στο Ποτάμι έχουμε την ψυχραιμία και τη γενναιότητα αυτό, να το πούμε”.