Συνέντευξη της ηθοποιού Μάρθας Κουμπάρου στην “Κοινή Γνώμη”

“Το θέατρο είναι μαγεία”

35 χρόνια λαμπρής παρουσίας στη σκηνή και τη μικρή οθόνη -Η νέα αρχή στη ζωή της, μακριά από το καλλιτεχνικό στερέωμα - Καταλυτικό ρόλο στη μόνιμη εγκατάστασή της στη Σύρο, έπαιξε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου, κ. Δωρόθεος Β'

Πολλοί τη θυμούνται, μέσα από την εντεκάχρονη συμμετοχή της στο καθημερινό σήριαλ του Νίκου Φώσκολου “Καλημέρα Ζωή” το οποίο, ομολογουμένως, αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες στην ιστορία της ελληνικής ιδιωτικής τηλεόρασης.

Η ευγενική παρουσία της και η γοητευτικά μελαγχολική γλυκύτητα της φωνής της κατέστησαν τη συναισθηματικά γενναιόδωρη και πάντα καλοσυνάτη “νοσοκόμα Ντέλα”, ως μία από τις πιο συμπαθείς και αγαπημένες τηλεοπτικές φυσιογνωμίες των δεκαετιών 1990 – 2000.

Μετά από επτά σχεδόν χρόνια αποχής της από το καλλιτεχνικό στερέωμα και κατοικώντας πλέον μόνιμα στο νησί της Σύρου μαζί με το σύζυγό της, π. Χριστοφόρο Παπανικολάου, η Μάρθα Κουμπάρου αναπολεί μέσα από την “Κοινή Γνώμη” τις σημαντικότερες στιγμές της 35χρονης πορείας της στο θέατρο και την τηλεόραση.

Παράλληλα, εξηγεί τους λόγους για τους οποίους αποφάσισε να ανοίξει ένα καινούριο “κεφάλαιο” στη ζωή της, παραδομένη στη φιλόξενη και ακαταμάχητη “αγκαλιά” των Κυκλάδων, ενώ αναφέρεται, επίσης, στις δυσκολίες που καλείται να αντιμετωπίσει σήμερα η νέα γενιά ηθοποιών για να κάνει αυτό που πραγματικά αγαπά.

Πώς ξεκίνησαν όλα

Έχοντας ήδη στο ενεργητικό της σπουδές κλασικού μπαλέτου στη σχολή της Σόνιας Μοριάνοβα, αλλά και δύο χρόνια φοίτησης στο Ωδείο Αθηνών, η νεαρή Μάρθα Κουμπάρου μοιράστηκε με το θείο και νονό της, Νίκο Φώσκολο την επιθυμία της να ασχοληθεί με τον μαγικό κόσμο της υποκριτικής.

Αφού τη συμβούλευσε να κυνηγήσει τα όνειρά της, ο επιτυχημένος δημιουργός την προέτρεψε να επισκεφτεί πρώτα μία Δραματική Σχολή, προς αποφυγήν κακόβουλων σχολίων. Κυριευμένη από το πάθος της για την τέχνη, έλαβε μέρος στο διαγωνισμό “Εξαιρετικά Ταλέντα” του Εθνικού Θεάτρου, κρατώντας κρυφό από το θείο της το γεγονός ότι δεν είχε ολοκληρώσει ακόμα τη φοίτησή της στο Γυμνάσιο. Μετά τη διάκρισή της στην πρώτη εικοσάδα, ανάμεσα σε 400 συνολικά συμμετέχοντες πήρε την απόφαση να “τιμωρήσει” τον εαυτό της που δεν κατάφερε να πάρει το πτυχίο της, επιστρέφοντας και πάλι στα θρανία, για έναν χρόνο.

Μόλις έκλεισε και αυτός ο κύκλος, πήγε στη δραματική σχολή του Γρηγόρη Βαφιά, όπου φοίτησε για τρία χρόνια. Στο τελευταίο έτος, δέχθηκε πρόταση από θεατρικό επιχειρηματία να αντικαταστήσει εν μέσω της σεζόν κάποια ηθοποιό την οποία αρνήθηκε, προκειμένου να αφιερωθεί στις σπουδές της.

Σημαντικές συνεργασίες σε θέατρο και τηλεόραση

Παρά το γεγονός ότι ο θείος της είχε ήδη αρκετές σειρές στη μικρή οθόνη και θα μπορούσε να τη βοηθήσει στα πρώτα βήματά της, η ίδια αποφάσισε να στηριχθεί στις δικές της δυνάμεις και να διεκδικήσει με μοναδικά “όπλα” το ταλέντο και το μεράκι της σημαντικές καλλιτεχνικές δουλειές. Η αρχή έγινε με μία ολιγόλεπτη συμμετοχή στην πρώτη εκδοχή της τηλεοπτικής σειράς “Εκείνες και εγώ” του Κώστα Πρετεντέρη, δίπλα στον Λάμπρο Κωνσταντάρα. Η συγκεκριμένη εμφάνιση της άνοιξε το δρόμο να εξασφαλίσει έναν βασικό ρόλο στη θρυλική σειρά της ΥΕΝΕΔ “Η γειτονιά μας” όπου υποδύθηκε την κοπέλα του Γιώργου Βασιλείου, με τον οποίο επρόκειτο να συναντηθεί ξανά, έπειτα από αρκετά χρόνια, στα πλατό του Ant1.

Η αναγνώριση ήταν μεγάλη, αφού ο κόσμος που συναντούσε στο δρόμο της εκδήλωνε σε κάθε ευκαιρία τη συμπάθειά του προς το πρόσωπο της ηρωίδας που ενσάρκωνε, αλλά και στην ίδια προσωπικά. Στη συνέχεια, ακολούθησαν εμφανίσεις και σε άλλες φιλόδοξες παραγωγές όπως “Η κραυγή των λύκων”, “Ρωμανός Διογένης”, “Οι Δίκαιοι”, ενώ μεγάλο κεφάλαιο στην καριέρα της έπαιξαν οι συμμετοχές της στα καθημερινά σήριαλ του Νίκου Φώσκολου, “Λάμψη” και “Καλημέρα Ζωή”.

Το ίδιο όμως επιτυχημένη ήταν και η πορεία της στο θέατρο, όπου συμμετείχε σε αρκετές κωμωδίες, μιούζικαλ, και επιθεωρήσεις δίπλα σε σπουδαία ονόματα της ελληνικής σκηνής, όπως ο Νίκος Σταυρίδης, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Νίκος Ρίζος, η Σούλη Σαμπάχ και η Σπεράντζα Βρανά.

Το “πάθος” είναι το μόνο που απέμεινε

Όπως υπογραμμίζει, οι σημερινές συνθήκες είναι υπερβολικά δύσκολες για να καταφέρει ένας νέος να επιβιώσει σε αυτόν το χώρο, χωρίς να είναι αναγκασμένος να έχει και μια δεύτερη απασχόληση. Οι αμοιβές του παρελθόντος έχουν περάσει ανεπιστρεπτί, ενώ πλέον ο μόνος λόγος που οδηγεί τους ηθοποιούς, παρά τις αντιξοότητες, να αφιερωθούν στο θέατρο είναι το πάθος τους για το σανίδι.

“Η σκηνή είναι μαγική. Τον κάθε ρόλο που παίρνεις, πρέπει να τον ερωτευτείς, για να μπορέσεις να τον αισθανθείς και να τον μεταδώσεις στο θεατή” αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Κουμπάρου, επισημαίνοντας ότι το θέατρο αποτελεί για τον ηθοποιό μια διέξοδο από τη σκληρή πραγματικότητα. “Οι ηθοποιοί προτιμούν πια να δουλεύουν, έστω και με πολύ μικρές απολαβές, προκειμένου να εξωτερικεύουν τα συναισθήματά τους μέσα από αυτό” προσθέτει.

Αναφερόμενη στο μεγάλο κεφάλαιο των καθημερινών σήριαλ της ιδιωτικής τηλεόρασης, η κ. Κουμπάρου σημειώνει πως τα ημερήσια και πολύωρα γυρίσματα αποτελούσαν για τους ηθοποιούς, μία μορφή καταπίεσης και στέρησης της ελευθερίας τους, δεδομένου ότι δεν τους επέτρεπαν να βάλουν ένα πρόγραμμα στη ζωή τους. Επιπλέον, καθιστά γνωστό ότι υπήρχε ποινική ρήτρα στο συμβόλαιό τους, με την οποία τους απαγορευόταν να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε θεατρική παράσταση. Ωστόσο, δεν κρύβει ότι παρά την πολύχρονη παρουσία της στην τηλεόραση, το θέατρο παρέμεινε για την ίδια η μεγάλη αγάπη της. “Άλλο είναι να έχεις την άμεση ανταπόκριση του κόσμου κάτω από τη σκηνή και άλλο να ερμηνεύσεις μπροστά στα μηχανήματα” είπε χαρακτηριστικά.

Νέο κεφάλαιο στη ζωή της

Μόλις συνταξιοδοτήθηκε πριν από εξήμισι χρόνο, η κ. Κουμπάρου πήρε τη μεγάλη απόφαση να αφήσει πίσω της συγγενείς και φίλους και να εγκατασταθεί μόνιμα στη Σύρο, δίπλα στο σύζυγο της, π. Χριστοφόρο. “ Η ζωή έχει πόρτες. Κλείνεις τη μία και ανοίγεις μια άλλη” δηλώνει, τονίζοντας ότι έχει αφήσει για πάντα πίσω της το επάγγελμα της ηθοποιού. “Δε μου λείπει. Έκανα ό,τι ήθελα και μπορούσα. Αισθάνομαι χορτάτη. Τώρα έχω νέες υποχρεώσεις. Αν είχα ακόμη την επιθυμία, δεν θα ερχόμουν. Θα καθόμουν και θα δούλευα ακόμη στο θέατρο. Υπάρχουν όμως και άλλα πράγματα στη ζωή, εκτός από αυτό, όπως η ηρεμία και το διάβασμα. Όταν κάποιος άνθρωπος κολλήσει σε ένα πράγμα, είναι δυστυχισμένος” αναφέρει, επισημαίνοντας ότι πλέον θα επιθυμούσε να ασχοληθεί λίγο με τον εαυτό της.

Ολοκληρώνοντας, σημειώνει ότι καταλυτικό ρόλο στην απόφασή της να εγκατασταθεί στο νησί,έπαιξε ο Μητροπολίτης Σύρου, κ. Δωρόθεος Β'. “Έχουμε έναν Δεσπότη τον οποίο εγώ προσωπικά υπεραγαπώ. Πρόκειται για έναν άνθρωπο καλό, πολιτισμένο, ήπιο και με χιούμορ, στον οποίο ακούμπησα επάνω. Αν ο π. Χριστοφόρος είχε κάποιον άλλο Δεσπότη, σκληρό και αυταρχικό δεν θα ερχόμουν. Γιατί είναι πολύ δύσκολο, από ηθοποιός να βρεθείς ξαφνικά πρεσβυτέρα και χρειάζεσαι ένα στήριγμα”, καταλήγει.