Πνευματική μουσική εκδήλωση με τη συμμετοχή των αδελφοποιημένων χορωδιών των Ι.Ν. Αγ. Νικολάου Ερμουπόλεως και Αγ. Γεωργίου Καρύκη Αθηνών

Το γλυκύ νέκταρ της αισθητικής απόλαυσης

Στη μαγεία της εκκλησιαστικής πολυφωνικής μουσικής εντρύφησε το φιλόμουσο κοινό της Σύρου, μέσα από την καθιερωμένη πνευματική εκδήλωση της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου, που ήταν αφιερωμένη στα 10 χρόνια από την αδερφοποίηση των χορωδιών των Ιερών Ναών Αγίου Γεωργίου Καρύκη Αθηνών και Αγίου Νικολάου Ερμουπόλεως.

Οι δύο αρχαιότερες εκκλησιαστικές πολυφωνικές χορωδίες της Ελλάδας απέδωσαν ύμνους και έργα κλασσικής και σύγχρονης μουσικής, στο πλαίσιο των λειτουργικών και λατρευτικών εκδηλώσεων για τον εορτασμό του Πολιούχου της Σύρου, Αγίου Νικολάου. Η συναυλία πραγματοποιήθηκε εντός του ομώνυμου Ιερού Ναού στην Ερμούπολη, παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Σύρου, κ. Δωροθέου Β’. Σημειώνεται ότι στην εκδήλωση, συμμετείχε επίσης η Φιλαρμονική του Δήμου Σύρου – Ερμούπολης.

Στο σύντομο χαιρετισμό του, ο κ. Δωρόθεος εξήρε τη σπουδαιότητα της τέχνης, υπογραμμίζοντας πως υπήρξε ανέκαθεν ο πολύτιμος αρωγός του ωφέλιμου για τον άνθρωπο, αποκαλύπτοντας ενώπιόν του το ωραίο και διοχετεύοντας στην ψυχή του την έφεση για το υψηλό και την αποστροφή για το άσχημο.

Σε δηλώσεις του στην «Κοινή Γνώμη», ο διευθυντής της Χορωδίας του Ι.Ν. Αγίου Νικολάου, κ. Γιάννης Αργυρίου εξηγεί ότι τα θεμέλια συνεργασίας μεταξύ των δύο χορωδιών τέθηκαν για πρώτη φορά το 2003. Δύο χρόνια αργότερα οι δεσμοί τους επισημοποιήθηκαν με μία τελετή αδελφοποίησης στην Ερμούπολη, στο πλαίσιο της οποίας πραγματοποιούνται κοινές συναυλίες, αλλά και ανταλλαγές μελών.

Τι εστί χορωδία Αγίου Γεωργίου Καρίτση;

Πρόκειται για την αρχαιότερη εκκλησιαστική πολυφωνική χορωδία της Ελλάδος, η οποία ιδρύθηκε το 1896 από ένα σπουδαίο συνθέτη της τετραφώνου εκκλησιαστικής μουσικής, τον Θεμιστοκλή Πολυκράτη, στο πλαίσιο του τότε επικρατούντος ρεύματος του εξευρωπαϊσμού της Ελληνορθοδόξου εκκλησιαστικής μουσικής. Όπως διευκρινίζει ο Διευθυντής της Χορωδίας κ. Νικόλαος Βάλσαμος, «η επίσημη μουσική της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι η Βυζαντινή. Η διαφορά της με την ευρωπαϊκή μουσική έγκειται στο γεγονός πως το είδος αυτό είναι μονοφωνικό. Εντούτοις, η μερίδα του κόσμου που θέλησε να υπηρετήσει την ευρωπαϊκή μουσική, το έκανε από θέμα πνευματικής ανάγκης.

Αρμονικό άκουσμα

Χαρακτηριστικά αναφέρει πως το είδος που πρεσβεύουν οι δύο χορωδίες είναι άκρως απαιτητικό, καθώς απαιτεί μουσικές γνώσεις και αρμονική αντίληψη των συντελεστών, για να μπορεί να επιτευχθεί όλο αυτό το αρμονικό άκουσμα. «Η αρμονία είναι συνδυασμός φωνών, διαφόρων διαβαθμίσεων. Η χορωδία η δική μας, όπως και η κατά 24 χρόνια νεότερη Χορωδία του Αγίου Νικολάου (έτος ιδρύσεως 1920) υπηρετεί με όση δύναμη και συνέπεια μπορεί αυτό το είδος, το οποίο ευτυχώς, ακόμη και σήμερα θέλγει, ενθουσιάζει και συγκινεί αρκετό ποσοστό της κοινωνίας μας, που προσεύχεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Όσοι αποτελούν απλά ακροατές ή λάτρεις της μουσικής, σέβονται απεριόριστα το συγκεκριμένο είδος και μπορώ να πω ότι και οι δύο χορωδίες έχουν φανατικούς θαυμαστές και ακροατές, οι οποίοι παρότι δεν πιστεύουν, έρχονται και μας ακολουθούν είτε στην εκκλησία είτε σε εκδηλώσεις μας μόνο και μόνο γιατί θέλγονται από το άκουσμα το οποίο τους προσφέρουμε».

Προσπάθεια προσέλκυσης νέων μελών

Αναφερόμενος στη σύνθεση της χορωδίας, ο κ. Βάλσαμος εξηγεί ότι και η ίδια αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες στην προσέλκυση νέων μελών. «Η προσθήκη τριών-τεσσάρων νέων μελών δε λύνει το πρόβλημα. Αποτελεί όμως ένα ελπιδοφόρο προανάκρουσμα ότι κάτι καλό πάει να γίνει. Από την πλευρά μου, επειδή παράλληλα με τη νομική μου ιδιότητα είμαι και μουσικός και διδάσκω στο Ωδείο Αθηνών βυζαντινή μουσική, προσπαθώ να προσελκύσω νέα μέλη. Αυτή τη στιγμή, έχουμε στη χορωδία μας οχτώ νέα άτομα ηλικίας από 19 έως 25 ετών». Όπως τονίζει, τόσο στις εκκλησιαστικές χορωδίες, όσο και σε όλα τα καλλιτεχνικά και πολιτιστικά σωματεία, πολύς κόσμος δεν έχει τον απαιτούμενο χρόνο, λόγω των τωρινών συνθηκών να επανδρώσει και να στελεχώσει όλες αυτές τις προσπάθειες. «Το νέο παιδί, πρώτον, είναι άνεργο και δεύτερον θα προτιμήσει να μάθει αγγλικά, κομπιούτερ για την επαγγελματική του αποκατάσταση από το να αφιερώσει χρόνο στη μουσική. Καταντήσαμε δηλαδή, η ενασχόλησή μας με τη μουσική και τις καλές τέχνες να αποτελεί σήμερα προκλητική πολυτέλεια ενώ θα έπρεπε να είναι ζωτική ανάγκη πρώτης βαθμίδας όπως η αναπνοή μας. Δεν νοείται λαός που να μην καλλιεργεί τις καλές τέχνες και δή τη μουσική» υπογραμμίζει, καθιστώντας γνωστό πως οι Αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν τη μουσική απαραίτητο βοήθημα της όλης πευματικής μας διαπλάσεως. Όπως έχει πει και ο Λούθηρος, «Άνθρωπος που δεν αγαπάει τη μουσική σίγουρα είναι κακός άνθρωπος».

Καταλήγοντας, σημειώνει πως οι βασικές υπηρεσίες του Αγίου Γεωργίου είναι η διεκπεραίωση των λειτουργικών και πάσης φύσεως λατρευτικών υποχρεώσεων που προβλέπονται σύμφωνα με τις διατάξεις της εκκλησίας εντός του Ναού. «Όταν δεχτούμε κάποια πρόσκληση, έχουμε τη δυνατότητα να συμμετάσχουμε σε συναυλίες, ερμηνεύοντας εκτός από το εκκλησιαστικό πολυφωνικό ρεπερτόριό μας και συνθέσεις του διεθνούς ρεπερτορίου, όπερα, ορατόριο, χορωδιακά τραγούδια χριστουγεννιάτικης μουσικής. Ωστόσο, η ταυτότητά μας επιτάσσει να διατηρήσουμε το είδος και το ύφος της εκκλησιαστικής μουσικής το οποίο πρεσβεύουμε», τονίζει.