Η καρδιά των Συριανών « ψήλωσε» μέσα από τη συγκινητική παράσταση του ΘΕΠΟΣ Απόλλων «Θαλασσινή Πολιτεία» του Νίκου Σφυρόερα

«Πίστη στον εαυτό μας για την ανάσταση του τόπου μας»

Συνέντευξη με την κόρη του συγγραφέα, Σοφία Σφυρόερα

Τη συγκίνηση και τον θαυμασμό της προς τον Θεατρικό Πολιτιστικό Όμιλο Σύρου «Απόλλων», που έδωσε ξανά «σάρκα και οστά» στο κείμενο του πατέρα της, με το οποίο εγκαινιάστηκε πριν από 55 χρόνια ο θεσμός των πολιτιστικών εκδηλώσεων τόσο στο Δήμο Ερμούπολης όσο και σε ολόκληρη την Ελλάδα, υπό τη μορφή της «Ναυτικής Εβδομάδας», εξέφρασε η κ. Σοφία Σφυρόερα.

Σε συνέντευξή της στην «Κοινή Γνώμη», η κόρη του ποιητή, λογοτέχνη, δημοσιογράφου και λαογράφου Νίκου Σφυρόερα, αλλά και πνευματικό παιδί του αειμνήστου Δημάρχου Ερμούπολης Σταύρου Βαφία, αναφέρθηκε στα διαχρονικά μηνύματα της «Θαλασσινής Πολιτείας», την οποία επέλεξε ο Όμιλος για να τιμήσει τα 190 χρόνια από την ονοματοθεσία της πόλης μας.

Έχοντας ασχοληθεί επί σειρά ετών με τον χώρο της τέχνης, τόσο ως ηθοποιός, όσο και ως σκηνοθέτης κινηματογραφικών παραγωγών, η κ. Σφυρόερα απέδωσε διθυράμβους στους συντελεστές της παράστασης που έδωσε την ευκαιρία στις καρδιές των θεατών να ψηλώσουν μερικούς πόντους παραπάνω και ταυτόχρονα μίλησε για τα διδάγματα που αντλεί κανείς μέσα από το έργο.

Ποια τα συναισθήματά σας όταν ο ΘΕΠΟΣ «Απόλλων» απευθύνθηκε σε εσάς για την παραχώρηση της «Θαλασσινής Πολιτείας»;

«Ένα απόγευμα χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο κ. Γιώργος Πάχος, ο οποίος μου συστήθηκε και μου μίλησε για το έργο. Μου εξήγησε ότι ο κ. Γιάννης Αργυρίου που είχε συμμετάσχει παλιά στην παράσταση του 1961, μίλησε στον «Απόλλωνα» γι’ αυτό κι έκτοτε, το αναζητούσαν. Εγώ, ακριβώς λίγες ημέρες πριν, είχε τύχει, τακτοποιώντας ένα τμήμα του αρχείου του πατέρα μου, να δω κάποιο αντίτυπο. Οπότε, αισθάνθηκα μια ασφάλεια εκείνη τη στιγμή και του ζήτησα περιθώριο τέσσερις-πέντε ημέρες. Βρήκα το κείμενο, το οποίο είχα δει, αλλά δυστυχώς έλειπαν σελίδες. Όμως δεν απογοητεύτηκα, διότι η δεύτερη αναζήτησε απέδωσε καρπούς. Βρήκα το έργο ολοκληρωμένο και μάλιστα δακτυλογραφημένο και με χειρόγραφες όμως σημειώσεις και διορθώσεις του πατέρα μου επάνω, το έβγαλα φωτοτυπία και το έστειλα στον κ. Πάχο».

Για ποιους λόγους ανταποκριθήκατε θερμά στην πρόταση του «Απόλλωνα»;

«Πρώτα από όλα, το έκανα για τη Σύρο. Ο μπαμπάς μου αγαπούσε πάρα πολύ το νησί και τον νονό μου, τον Σταύρο Βαφία. Αξίζει να σημειωθεί ότι, το πρώτο ανέβασμα της «Θαλασσινής Πολιτείας» συνέπεσε με το ξεκίνημα της «Ναυτικής Εβδομάδας» και των πολιτιστικών εκδηλώσεων σε δήμους το 1961. Έως τότε, αυτό ήταν κάτι τελείως άγνωστο, ενώ σήμερα πραγματοποιούνται φεστιβάλ σε όλη την Ελλάδα. Η «Ναυτική Εβδομάδα» πραγματώθηκε για πρώτη φορά στη Σύρο και στο πλαίσιο αυτό, το έργο του πατέρα μου που έγραψε για τον νονό μου, παρουσιάστηκε με πολύ μεγάλη επιτυχία. Δεύτερον, ο κ. Πάχος με το πάθος που μου μίλησε και την ευγένειά του, με έκανε να τον εμπιστευτώ απόλυτα. Δέχτηκα τηλέφωνα και από άλλους φορείς της Σύρου. Όμως ο κ. Πάχος ήταν ο πρώτος, που με προσέγγισε. Έπειτα, ο «Απόλλων» είναι ένας ιστορικός Όμιλος και λαμβάνοντας όλα αυτά υπόψη, πείστηκα ότι θα γίνει μια εξαιρετική δουλειά. Και πραγματικά έτσι έγινε».

Θεωρείτε ότι δικαιωθήκατε για την απόφασή σας να δώσετε το κείμενο του πατέρα σας;

«Απόλυτα. Καταρχήν, συγκινήθηκα πάρα πολύ, γιατί η παράσταση ξεπέρασε τις προσδοκίες μου. Η σκηνική μεταφορά, η σκηνοθεσία, η σκηνογραφία, οι ηθοποιοί. Βασικά είναι αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι, αυτά τα παιδιά είναι ερασιτέχνες, δεν είναι επαγγελματίες. Όμως, έδωσαν πραγματικά τον καλύτερό τους εαυτό. Όσον αφορά στη σκηνοθεσία, θεωρώ ότι είχε σκηνές εμπνευσμένες, ξεπερνούσε κατά πολύ τα δεδομένα μιας παράστασης που οργανώθηκε για να ανέβει σε ένα περιφερειακό θέατρο. Ήταν μια παράσταση ιδιαίτερα δυναμική, που εγώ είμαι πεπεισμένη ότι θα ξεπεράσει ακόμα και τη στενή προθεσμία των παραστάσεων, θα συνεχίσει να παίζεται και θα βγει και εκτός Σύρου».

Ποια είναι τα μηνύματα που αντλεί κανείς μέσα από τη «Θαλασσινή Πολιτεία»;

«Το έργο είναι επίκαιρο όσο ποτέ. Τα ίδια προβλήματα συνεχίζουν να βασανίζουν ακόμα τον τόπο μας. Η προσφυγιά, την οποία απέδωσε εξαιρετικά ο κ. Πάχος, η ανάγκη για την ανεξαρτησία, την αποτίναξη της ξένης κηδεμονίας, το αίτημα για δημοκρατία και ελευθερία. Όλα αυτά είναι ζητήματα που βασανίζουν το ελληνικό κράτος από τα επαναστατικά χρόνια, μέχρι σήμερα. Εφόσον το κείμενο αυτό που γράφτηκε το 1961, παραμένει εν έτει 2016 ζωντανό και επίκαιρο, τολμώ να το ονομάσω «κλασικό». Ωστόσο, βλέπουμε και μία μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο τότε και το σήμερα. Τότε, άνθρωποι οι οποίοι πραγματικά ήταν εξουθενωμένοι, ήρθαν στον ξερό αυτό βράχο, τον άνυδρο, χωρίς να έχουν τίποτα και δημιούργησαν. Εγώ αυτή τη δημιουργία δεν τη βλέπω τώρα. Οι άνθρωποι αυτοί πέτυχαν γιατί δεν έχασαν την πίστη τους στο ότι μπορούν να ξαναχτίσουν κάτι και να διεκδικήσουν την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Εμάς μας λείπει αυτή η πίστη, η δυναμική και η τόλμη, γι’ αυτό κι έχουμε έλλειμμα ελευθερίας, δημοκρατίας, είμαστε υπό ξένοι κηδεμονία γιατί δεν πιστεύουμε στον εαυτό μας ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε μόνοι μας. Αυτοί πίστεψαν σε αυτό και έφτιαξαν το «θαύμα» που λεγόταν Ερμούπολη. Ένα θαύμα που κατέστρεψαν πάλι οι πολιτικοί.

Επομένως, τι μας διδάσκει η παράσταση, αλλά και η ίδια η Ιστορία»;

«Μας διδάσκει την πίστη και το όραμα που είχαν όχι μόνο ο Λουκάς Ράλλης αλλά και όλοι οι πρόσφυγες και οι παλιοί Συριανοί που τους αγκάλιασαν, έχτισαν μαζί τους και έγιναν μία κοινωνία, παίρνοντας η μία από την άλλη θετικά στοιχεία για να βαδίσουν σ’ ένα κοινό μέλλον. Αυτοί οι άνθρωποι τόλμησαν να πάνε κόντρα στο κατεστημένο κι αυτό είναι ένα δίδαγμα, ότι δεν εξεγειρόμαστε για να εξεγερθούμε, δεν κάνουμε αντιπολίτευση απλά για να κάνουμε. Όταν νιώθουμε ότι απειλούνται όλα όσα με πολύ κόπο έχουμε κατακτήσει, τότε αντιδρούμε. Το θέατρο πραγματικά εκπληρώνει το ρόλο του ως σχολείο όπως πίστευαν και οι αρχαίοι. Πέρα από τα ιστορικά στοιχεία, πέρα από την πρόκληση και τα ερεθίσματα που δίνει και για περαιτέρω μελέτη, τόσο το κείμενο, όσο και η σκηνοθεσία του κ. Πάχου, μας προτρέπουν να προχωρήσουμε με όραμα και δυναμικά στην ανάσταση αυτού του τόπου και εύχομαι να τα καταφέρουμε σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα όπως τα κατάφεραν κι εκείνοι οι τουρκοσφαγμένοι Χιώτες».

Πέρα από κόρη του συγγραφέα, παρακολουθήσατε την παράσταση και με το βλέμμα του ηθοποιού και του σκηνοθέτη.

Πράγματι, ήμουν ηθοποιός. Σπούδασα στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και είχα την τύχη να συνεργαστώ με πάρα πολύ σπουδαίους σκηνοθέτης, τον Βολανάκη, τον Βούλγαρη, τον Δαλιανίδη, τον Ζυλ Ντασέν, τον Νίκο Κούνδουρο, τον Μιχάλη Κακογιάννη, τον Θόδωρο Αγγελόπουλο και άλλους. Στη συνέχεια μεταπήδησα στο χώρο της σκηνοθεσίας στον κινηματογράφο και εργάστηκα για αρκετά χρόνια ως δημιουργός ντοκιμαντέρ και άλλων παραγωγών κυρίως για την κρατική τηλεόραση, αλλά και για δήμους και άλλους φορείς. Η παράσταση του «Απόλλωνα» ξέφυγε από το πλαίσιο του ερασιτεχνικού θεάτρου. Είμαι πεπεισμένη ότι δεν είναι αποτέλεσμα ενός κεφιού. Όλοι οι συντελεστές έδειξαν μία πολύ μεγάλη αγάπη, για τον τόπο τους, τη Σύρο. Την πρώτη ημέρα είδα την παράσταση αποστασιοποιημένη. Το έκανα επίτηδες. Δεν ήθελα να αφήσω τον εαυτό μου να ταυτιστεί, αλλά να είναι ένας σκληρός κριτής, δίκαιος βέβαια, μα αντικειμενικός. Ενθουσιάστηκα και τη δεύτερη ημέρα το είδα ως θεατής και κατενθουσιάστηκα. Εκεί επέτρεψα στον εαυτό μου και να κλάψει και να φωνάξει «μπράβο» στους συντελεστές αυτής της υπέροχης παράστασης, η οποία πρέπει να ταξιδέψει».

Πέρα από τους δεσμούς σας με τη Σύρο, υπάρχει κάτι άλλο που ενδέχεται μελλοντικά να σας φέρει πιο κοντά στο νησί;

«Πρώτα από όλα, έχω Συριανό νονό. Βέβαια η συνέχεια της πνευματικής αυτής σχέσης αποτελεί η Άννα (Βαφία). Άρα η Άννα είναι ο σύνδεσμος πλέον, που θα με φέρει ξανά στη Σύρο. Βεβαίως και στα σχέδιά μας υπάρχει κάτι, αλλά ακόμα είναι νωρίς για να το ανακοινώσουμε".