Εξομολογήσεις και αφηγήσεις, συντροφιά με μια θάλασσα φουρτουνιασμένη αναδεικνύουν κινηματογραφικά το σπουδαίο έργο των κλιμακίων της ΕΠΑΨΥ στα νησιά

Η θεραπεία του ψυχικού πόνου με φόντο το Κυκλαδίτικο γαλάζιο

Συνέντευξη σκηνοθέτιδα του ντοκιμαντέρ «Όταν φυσάει νοτιάς», Καλλιόπη Λεγάκη

Το Βραβείο Κοινού διεκδικεί στο 21ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης η ταινία της Καλλιόπης Λεγάκη «Όταν φυσάει νοτιάς», που έχει ως θέμα τις δύο Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας στις Κυκλάδες.

Ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί και ψυχίατροι παιδιών και ενηλίκων, που αποτελούν το επιστημονικό προσωπικό της ΕΠΑΨΥ, ταξιδεύουν ανά δεκαπενθήμερο και παρέχουν δωρεάν τις υπηρεσίες τους στους κατοίκους δώδεκα νησιών του νησιού, με τη χρηματοδότηση και εποπτεία του Υπουργείου Υγείας και σε συνεργασία πάντα με την τοπική κοινότητα.

Τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ πραγματοποιήθηκαν την περίοδο του χειμώνα σε τέσσερα νησιά των Κυκλάδων (Πάρο – Αντίπαρο – Άνδρο και Τήνο). Στο φιλμ, διάρκειας 93 λεπτών, παρουσιάζονται εξομολογήσεις και αφηγήσεις, συντροφιά με μια θάλασσα φουρτουνιασμένη, οι συναντήσεις των θεραπευτών με ανθρώπους που πάσχουν ψυχικά και οι προσπάθειες, σε συνεργασία με την κοινότητα, για τη θεραπεία τους. Η ταινία αφουγκράζεται κοινωνίες «κλειστές», που όμως δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για να μπορούν οι άνθρωποι με ψυχικές ασθένειες να ζήσουν σε αυτές.

Ο τίτλος του ντοκιμαντέρ «Όταν φυσάει νοτιάς» είναι εμπνευσμένος από τη λαϊκή δοξασία ότι ο Νοτιάς, αυτός που οι νησιώτες αποκαλούν σοροκάδα, σου παίρνει τα μυαλά, σε τρελαίνει και σου φέρνει μελαγχολία και κατάθλιψη.

Λίγες ώρες πριν από τη σημερινή προβολή της ταινίας της στην Αίθουσα «Σταύρος Τορνές», η σκηνοθέτης Καλλιόπη Λεγάκη μίλησε στην «Κοινή Γνώμη» για τις εμπειρίες που αποκόμισε κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων στην «οικογένεια» των Κυκλάδων, μέλος της οποίας αποτελεί και η ίδια, καθώς έχει καταγωγή από τη Νάξο, για τις σχέσεις εμπιστοσύνης που ανέπτυξε τόσο με τους ωφελούμενους, όσο και με τους τοπικούς φορείς, καθώς και για τη θέση που κατέχει ο Άνθρωπος στο σύνολο των ντοκιμαντέρ της.

Ποιο ήταν το ερέθισμα για τη δημιουργία μίας ταινίας που επικεντρώνεται στη θεραπεία του ψυχικού τραύματος με φόντο το Κυκλαδίτικο γαλάζιο;

«Στο προηγούμενο ντοκιμαντέρ μου με τίτλο «ψ» (2015), εστίασα στην προσπάθεια κοινωνικής επανένταξης των ανθρώπων που φεύγουν από ένα άσυλο, ένα ψυχιατρείο ή ένα νοσοκομείο μέσω εναλλακτικών δομής στήριξης και φροντίδας, όπως τα κέντρα ημέρας. Ασχολήθηκα λοιπόν με ένα Κέντρο Ημέρας στο Μαρούσι και με μια άλλη εναλλακτική δομή στη Θεσσαλονίκη, που λέγεται «Παρατηρητήριο». Είναι χώροι απασχόλησης αυτών των ανθρώπων, χώροι όπου μπορούν να συμμετάσχουν σε ομαδικές δραστηριότητες καλλιτεχνικές και πολιτιστικές και μπορούν με αυτόν τον τρόπο να ξεπεράσουν τα απομεινάρια του ψυχικού πόνου. Ήταν τότε που άκουσα για πρώτη φορά ότι υπάρχουν Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας και με συγκίνησε πάρα πολύ το γεγονός ότι υπάρχει μία φοβερή ανθρωπιά και αλληλεγγύη. Κάθε δεκαπέντε ημέρες φεύγει ένα κλιμάκιο τεσσάρων-πέντε ατόμων (κοινωνιολόγοι, ψυχολόγοι, ψυχίατροι, κοινωνικοί ανθρωπολόγοι) και πηγαίνει στα νησιά. Οι επιστήμονες μιλούν με ανθρώπους που αντιμετωπίζουν χρόνια προβλήματα και που χωρίς αυτή τη μονάδα, δεν θα είχαν άλλη εναλλακτική. Δεν είναι εύκολο να επισκεφτεί κάποιος την Αθήνα και μάλιστα τον χειμώνα. Το να παρακολουθείται σε μια μόνιμη βάση από κάποιον ιατρό ή να κάνει ψυχοθεραπείες είναι κάτι πάρα πολύ δύσκολο. Άρα, αυτό το κλιμάκιο τους έδωσε μια μεγάλη σανίδα σωτηρίας».

Πέρα από τον οικονομικό παράγοντα, που αποτελεί αποτρεπτικό παράγοντα για συχνές μετακινήσεις, εμπόδιο στέκονται πολλές φορές και οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες, πράγμα που σημαίνει ότι και τα κλιμάκια των Μονάδων πιθανότατα αντιμετωπίζουν δυσκολίες ως προς την πρόσβασή τους στα νησιά.

«Οι Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας συνεργάζονται κάθε φορά με τους φορείς της κοινότητας. Δηλαδή, δεν φεύγει μόνο ένα κλιμάκιο, αλλά το κλιμάκιο αυτό διοργανώνει ημερίδες, σεμινάρια και δράσεις ούτως ώστε να εκπαιδεύσει και να διαφωτίσει το δάσκαλο, τον παπά του χωριού, τον αστυνόμο, τον λιμενικό, τον Δήμαρχο για να είναι ενημερωμένοι, και όταν έχουν να αντιμετωπίσουν ένα περιστατικό, να το αγκαλιάσουν με αγάπη, στοργή και φροντίδα, χωρίς να υπάρχουν προκαταλήψεις και στερεότυπα. Αυτό γίνεται για να αντιμετωπίζεται το περιστατικό, ακόμη κι όταν το επιστημονικό προσωπικό των Κινητών Μονάδων απουσιάζει. Και το φοβερό είναι ότι κρατούν τον ασθενή μέσα στην κοινότητα. Δεν απομακρύνεται, ούτε παραπέμπεται σε ένα ψυχιατρείο για να μην αποτελεί μίασμα και ντροπή για την οικογένεια και για όλους. Αυτό ήταν ένα σπουδαίο κατόρθωμα, που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια και νομίζω ότι είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό τόσο για τις Κυκλάδες, όσο και για τα υπόλοιπα νησιά στα οποία δραστηριοποιούνται οι συγκεκριμένες Μονάδες».

Ποια σημεία φωτίζετε μέσα από το ντοκιμαντέρ;

«Η ταινία κινείται σε τρεις άξονες. Ο ένας είναι το επιστημονικό προσωπικό της ΕΠΑΨΥ, μιας μη κυβερνητικής οργάνωσης, που το Δεκέμβριο του 2018 γιόρτασε 30 χρόνια δράσης. Ένας δεύτερος άξονας είναι οι φορείς της κοινότητας. Διάλεξα να μας μιλήσει ένας ιερέας, ένας τοπικός ιατρός, ο Δήμαρχος, ένας κοινωνικός λειτουργός. Όλοι έδωσαν το δικό τους στίγμα. Και ο τρίτος άξονας είναι οι ωφελούμενοι, δηλαδή οι διάφοροι ασθενείς που κατά καιρούς ζήτησαν βοήθεια σε αυτές τις μονάδες και βρήκαν μια μεγάλη σωτηρία για το πρόβλημά τους. Πολύς κόσμος βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση. Υπάρχει λίστα αναμονής στα νησιά, που τώρα έχουν καταφέρει κάπως να την ισορροπήσουν. Στην αρχή των επισκέψεων, κάποιοι πήγαιναν δειλά-δειλά. Στη συνέχεια διαδόθηκε από τον έναν στον άλλον και αυτή τη στιγμή λειτουργούν με λίστες αναμονής. Γιατί μην ξεχνάμε ότι μέσα στο τριήμερο, τα κλιμάκια θα πρέπει να δουν τόσους ασθενείς, να μιλήσουν μαζί τους, να παρέχουν φροντίδα. Πολλές φορές οι ίδιοι αδυνατούν να έρθουν στο χώρο των ιατρών και θα πρέπει να γίνονται κατ’ οίκον θεραπείες. Άνθρωποι, οι οποίοι έχουν χρόνιο πρόβλημα και δε θέλουν ή δεν μπορούν να μετακινηθούν. Οπότε μιλάμε για έναν αγώνα δρόμου μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα».

Ήταν εύκολο να προσεγγίσετε τους ανθρώπους και να τους ζητήσετε να μιλήσουν για το πρόβλημά τους;

«Δημιουργήθηκε μία σχέση εμπιστοσύνης με τους ωφελούμενους. Διαφορετικά δε γίνεται. Δύο χρόνια δούλευα για το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ. Δεν ήταν η πρώτη φορά που πήρα μια κάμερα και έτρεξα στα νησιά να κάνω γύρισμα. Είχα πάει ξανά και ξανά. Για μένα είναι πολύ σημαντικό ότι οι άνθρωποι μου άνοιξαν την καρδιά τους και μου εξομολογήθηκαν πολύ προσωπικά τους θέματα. Στα ντοκιμαντέρ μου πρωταγωνιστεί ο Άνθρωπος και μιλάω για το ψυχικό τραύμα που ο ίδιος φέρνει. Αν καταφέρουμε να το λύσουμε, τότε είναι πάρα πολύ σημαντικό για όλη την κοινωνία. Αυτό λοιπόν που κρατάω από τις δουλειές μου είναι ότι ο άνθρωπος μπορεί να βρίσκεται ανάμεσά μας και να νιώθει καλά με τον εαυτό του και με τους άλλους».

Ποια είναι η πηγή που γεννά τα περισσότερα ψυχικά προβλήματα στα νησιά;

«Υπάρχουν θέματα που σχετίζονται με την κλειστότητα των κοινωνιών. Δεν υπάρχουν διέξοδοι. Δεν θα έλεγα ότι είναι η κρίση. Οι άνθρωποι αυτοί αντιμετώπισαν τα προβλήματά τους πολύ νωρίτερα από την κρίση και βρίσκονται τώρα στη διαδικασία θεραπείας τους. Άρα μιλάμε για μικρές και κλειστές κοινωνίες, όπου ο ένας ξέρει τον άλλον. Πολλές φορές δεν τολμούσαν να ανέβουν τα σκαλοπάτια των ιατρείων, φοβούμενοι ότι οι συγχωριανοί θα το σχολιάσουν. Και στα τέσσερα νησιά που επισκέφτηκα, μπορεί τη μέρα να υπάρχει κίνηση, ωστόσο με τη δύση του ήλιου τα πράγματα γίνονται πολύ δύσκολα. Κι αν δεν υπάρχει κάτι εναλλακτικό, μια πολιτιστική-καλλιτεχνική δραστηριότητα, τι μπορεί να κάνει ο άλλος όταν έχει μάθει να δουλεύει όλο το καλοκαίρι σε τρελούς ρυθμούς με τον τουρισμό; Νομίζω πως ο ίδιος ο τόπος γεννάει προβλήματα. Στις πόλεις μπορεί να είναι πιο έντονα τα πράγματα γιατί έχουμε την κρίση. Στα νησιά είναι περισσότερο θέμα περιβάλλοντος. Όλοι έχουν μια οικονομική αυτάρκεια, μπορεί να συντηρηθούν, άρα τα θέματα έρχονται από άλλα δεδομένα. Η ταινία γίνεται και ένα κίνητρο να κοιτάξει η πολιτεία και το κράτος τι θα μπορούσε να κάνει ώστε τα νησιά να μπολιαστούν κάπως διαφορετικά και να μην έχουμε αυτή την κατάσταση. Ζωή το καλοκαίρι και ερημιά το χειμώνα».