Κοντά στο βασιλικό...μαραίνεται κι η γλάστρα

Εικόνα Αντώνης Μπούμπας

Τι εννοείς “προς τι το άγχος”; Με κοροϊδεύεις; Δηλαδή, εάν εσύ βρισκόσουν σε αυτή τη θέση, δε θα είχες χάσει τον κόσμο κάτω από τα πόδια σου;

Εδώ πέντε ευρώ χάνεις από την τσέπη σου και αμέσως χλομιάζεις, έχεις ταχυπαλμία, εφίδρωση, σου πέφτει η πίεση, σου πέφτει το σάκχαρο, σου πέφτουν τα μαλλιά, πέφτεις και εσύ ξερός κάτω για να μη θεωρηθείς εκτός κλίματος. Και δε θα είχες πανικοβληθεί, εάν αντιλαμβανόσουν ότι σου λείπουν 20.000 ευρώ;

Και δε μιλάμε για τις προσωπικές σου οικονομίες, τις οποίες κρύβεις στο καζανάκι, στο στρώμα του κρεβατιού, στον απορροφητήρα, ή στις 672 σελίδες του μυθιστορήματος «Έγκλημα και Τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι, που ξέρεις ότι κανείς δεν θα το πλησιάσει. Αλλά για χρήματα από το ταμείο του δήμου. Χρήματα που συγκεντρώθηκαν από δημοτικά τέλη και φόρους, συνοδευόμενα από δάκρυα, γκρίνια, θυμό και απελπισία των ανθρώπων που τα αποχωρίστηκαν.

Χρήματα που για πολλούς ανήκουν στο είδος των αποδημητικών, το οποίο πριν από τρία χρόνια μετανάστευσε σε θερμότερες χώρες για να ξεχειμωνιάσει. Και ενώ όλο αυτό το διάστημα, οι πελαργοί έχουν διανύσει την απόσταση Ευρώπη-Αφρική τρεις φορές, το δικό μας είδος δεν έχει πάρει ακόμα το δρόμο της επιστροφής. Η τύχη του αγνοείται. Δε γνωρίζουμε αν ζει, αν πέθανε και αν έχει μετενσαρκωθεί σε κάτι άλλο. Σε γάτα, σε σκύλο, σε επιχείρηση, σε τραπεζικό λογαριασμό, ή δρακουλίνια.

Βέβαια από την πλευρά μας, κάνουμε ό, τι περνάει απ’ το χέρι μας για να απαλύνουμε ελαφρώς τον πόνο της απώλειας. Κοινώς δεν κάνουμε τίποτα, υποκρινόμενοι ότι δε συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο. Αν συζητάμε νύχτα – μέρα ότι μας εγκατέλειψαν 20.000 ευρώ χωρίς να μας αφήσουν ένα γράμμα, χωρίς να μας πουν ένα απλό «αντίο», θα πέσουμε όλοι ψυχολογικά και μετά δεν πρόκειται να ανέβουμε ούτε με Βέρντι, ούτε με Βέρτη, ούτε και με πιθανή συνεργασία-έκπληξη της Μονσερά Καμπαγιέ και της Άννας Βίσση.

Όπως καταλαβαίνεις, η θέση μας είναι δύσκολη. Πρέπει να διατηρούμε το ηθικό των πολιτών ακμαίο. Δεν μπορούμε να ανακοινώνουμε έτσι απλά τα κακά μαντάτα και να μετατρέπουμε τον κόσμο σε αναστενάρη. Μόνοι μας θα κάτσουμε σε αναμμένα κάρβουνα έως ότου εξακριβωθεί αν όντως το ποσό έριξε μαύρη πέτρα πίσω του ή αν έγινε λάθος, λόγω των ημιτελών μαθημάτων κάποιου υπαλλήλου για το ECDL.

Το κακό όμως έγινε και η κοινή γνώμη ενημερώθηκε, με αποτέλεσμα τώρα να υπάρχει μία γενικότερη δυσπιστία προς το πρόσωπό μας. Η καραμέλα κάποιων «ότι στο δημόσιο γίνονται κατά κόρον οικονομικές ατασθαλίες σε βάρος των πολιτών» κοντεύει πλέον να γίνει από status στο facebook, μέχρι λογότυπο σε μπλούζες και τατουάζ.

Το άσχημο είναι ότι μας έχει πάρει όλους οι μπάλα. Αιρετούς, προϊστάμενους και υπαλλήλους. Όλοι είμαστε δακτυλοδεικτούμενοι. Όλοι είμαστε καταδικασμένοι να περάσουμε από ιερά εξέταση. Και ασφαλώς, όλοι ζούμε με το φόβο μήπως σε μελλοντικό έλεγχο μπορεί να ανακαλυφθεί ακόμα και το ένα ευρώ που μπορεί να «δανειστήκαμε» για μια τυρόπιτα, επειδή τα τελευταία ψιλά μας τα διαθέσαμε για να ανάψουμε μία λαμπάδα, προσευχόμενοι στην Παναγία να μην τεθούμε σε διαθεσιμότητα.

Συνεπώς, μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Πιο εύκολα θα λύναμε το κυπριακό από το να πείσουμε τον κόσμο ότι επιτελούμε το έργο μας με απόλυτη διαφάνεια και αξιοκρατία. Θα μου πεις, τόσα χρόνια υπάρχουν οι ίδιες υπόνοιες και όμως είμαι ακόμα εδώ, που λέει και το τραγούδι. Τώρα, θα μου φορτώσουν το δισάκι στον ώμο και θα πρέπει να ξενιτευτώ όπως τα χρήματα; Όλα είναι πιθανά.

Καταρχήν, από τη θεωρία στην πράξη υπάρχει μεγάλη διαφορά. Για παράδειγμα, ξέρουμε πως όλοι μας έχουμε εχθρούς. Όταν όμως αντιληφθούμε ότι κάποιοι προσπαθούν απροκάλυπτα να μας σκάψουν το λάκκο, τότε καταχωρούνται αυτομάτως στη μαύρη λίστα μας. Ως εκ τούτου, σε μία εποχή, όπου η προσθήκη ενός μικρού γλυκίσματος στο καλάθι του σούπερ μάρκετ ενδεχομένως να θεωρηθεί πολυτέλεια, ακόμα και μια υποτυπώδης υπεξαίρεση χρημάτων θα μπορούσε να προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων.

Ο δημότης ο οποίος άλλοτε έκανε τα στραβά μάτια, επειδή βρισκόταν σε καλύτερη μοίρα, σήμερα δεν κρίνει με την ίδια επιείκεια αυτούς που έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν τα χαράτσια τους, ενώ εκείνος όχι. Δεν έχει την υπομονή, ούτε τη διάθεση να συγχωρέσει, εάν δεν βεβαιωθεί ότι μετά από αυτό θα αλλάξει η κατάστασή του. Επομένως, εκείνος που κάποτε μας υποστήριζε, σήμερα θα μας θεωρεί υπεύθυνους για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει και θα μας δείξει την πόρτα της εξόδου λίγους μήνες πριν το μεγάλο νταβαντούρι.

Και μου λες να μην αγχώνομαι; Φυσικά και θα ταραχθώ. Γιατί πρέπει να φυλάξουμε τα νώτα μας και να ανασκουμπωθούμε. Πρέπει να φωτίσουμε και να κλείσουμε από μόνοι μας «ξεχασμένες τρύπες», προτού τις χρεωθούμε κι αυτές. Γιατί ως γνωστόν, μαζί με το βασιλικό… μαραίνεται κι η γλάστρα. Οπότε, άσε τα λόγια και ξεκίνα το πότισμα.

Διαβάστε ακόμα