Swing και gypsy jazz αλά ελληνικά

Οι Gadjo Dilo για μια μοναδική εμφάνιση στον Πολιτιστικό Σύλλογο Χρούσσων

Οι Gadjo Dilo είναι ένα ελληνικό μουσικό σχήμα που δημιουργήθηκε το καλοκαίρι του 2009 με σκοπό την αναβίωση της manouche gypsy jazz μουσικής παράδοσης. Έχουν γίνει ιδιαιτέρως γνωστοί και αγαπητοί μέσα από τις ευφάνταστες διασκευές ελληνικών παλιών τραγουδιών αλλά και τις πολύ ενδιαφέρουσες live εμφανίσεις τους στις οποίες πειραματίζονται και αυτοσχεδιάζουν πάνω σε κλασικές επιτυχίες της παγκόσμιας μουσικής. Την Παρασκευή το βράδυ θα βρεθούν στα Χρούσσα της Σύρου για ένα ακόμα μουσικό ταξίδι εντός κι εκτός συνόρων.

Ο Σωτήρης Πομόνης, ιδρυτής και κιθαρίστας των Gadjo Dilo, μιλώντας στη Κοινή Γνώμη, μας βάζει στο κλίμα της μεθαυριανής συναυλίας και εξηγεί γιατί ακόμα και όσοι τους γνωρίζουν δισκογραφικά, θα δουν κάτι διαφορετικό στην live εμφάνισή τους.

Αυτοί που σας παρακολουθούν μουσικά, λένε πως οι ζωντανές εμφανίσεις σας κρύβουν εκπλήξεις. Τι εννοούν με αυτό;

“Οι Gadjo Dilo, πριν αρκετά χρόνια παρουσίασαν μια δουλειά που είναι ουσιαστικά διασκευές παλιών ελληνικών τραγουδιών στους ρυθμούς της gypsy jazz και του swing . Πήραμε δηλαδή κομμάτια από προηγούμενες δεκαετίες και τα φέραμε στον ήχο της δεκαετίας της κεντροευρωπαϊκής τζαζ του ‘30 - ‘40. Μας άρεσε πάντα ο Django Rheinhardt και θεωρήσαμε πως αυτό το στυλ μουσικής μπορούσε να απορροφήσει με κάποιον τρόπο και την ελληνική μουσική. Κι έτσι κάναμε δύο δίσκους , το Manouche de Grec και το Μanouche de Grec Vol.ΙΙ. Στις ζωντανές μας εμφανίσεις όμως, πέρα από τις γνωστές ελληνικές διασκευές, παρουσιάζουμε κι ένα πρόγραμμα πιο ευρωπαϊκό και πολυσυλλεκτικό, ένα ταξίδι στις χώρες και τις γλώσσες. Επικεντρωμένοι πάντα σε αυτά που έχει αγαπήσει ο κόσμος, αφιερώνουμε κι ένα μεγάλο μέρος του προγράμματος σε ξένα κομμάτια, πολύ γνωστά, πάντα όμως μέσα από το φίλτρο του manouche”

Τι προσφέρουν οι διασκευές πάνω σε κομμάτια που είναι ήδη γνωστά και δημοφιλή;

“Πλέον, αυτό που έχει δείξει η πορεία της μουσικής, είναι ότι όταν ένα κομμάτι είναι ωραίο μπορεί να παιχτεί σε όποιο στυλ μουσικής θέλεις. Μπορεί για παράδειγμα να ακούσεις το Smoke on the water σε εκτέλεση λάτιν ή ρέγγε. Ή το the Dark side of the moon που το έχουμε ακούσει στις αρχές του 2000 σε dub. Σαν μουσικοί, παίρνουμε αυτό που μας παραδίδεται, την παράδοση δηλαδή, και το μετουσιώνουμε. Έτσι, ένα τραγούδι μπορεί να γίνει γνωστό σε κόσμο που δεν ακούει το στυλ μουσικής του πρωτότυπου. Οποιοσδήποτε άνθρωπος που δεν ακούει ένα συγκεκριμένο είδος , μπορεί μέσα από μια διασκευή που είναι προσαρμοσμένη στο στυλ μουσικής που του αρέσει, να μάθει κάτι καινούργιο”.

Έχει υπάρξει κάποιο τραγούδι που αποφασίσατε να μην το “αγγίξετε”; Που είπατε “είναι τέλειο έτσι όπως είναι” και δεν το πειράξατε;

“Εμείς είμαστε μουσικοί. Η μουσική είναι το το παιχνίδι που έχουμε βρει μέσα στα χρόνια. Οπότε έστω και για πλάκα, δεν γίνεται να μην πειράξουμε το οτιδήποτε. Έτσι ξεκίνησε κιόλας αυτή ιστορία. Παίζαμε ένα κομμάτι Django και στην πορεία μάς βγήκε να παίξουμε ένα ελληνικό τραγούδι. Εκεί, είπαμε ότι ίσως τελικά αξίζει ,αυτό που κάναμε μέχρι εκείνη τη στιγμή για πλάκα, να βγει προς τα έξω. Δεν υπάρχει περίπτωση να μην πειραματιστείς, να μην πειράξεις κάτι που παίζεις. Από εκεί και πέρα λες “ok, το πείραξα. Eίναι όμως ωραίο; Aξίζει να το μάθει ο υπόλοιπος κόσμος;” Όταν έχεις κάτι να πεις, όταν έχεις πρόταση, τότε το δείχνεις”.

Πόσο δύσκολο ήταν να φέρετε αυτό το είδος μουσικής στα “δικά μας μέτρα” ;

“Αυτή η μουσική που παίζουμε είναι ακόμα ζωντανή στην Κεντρική Ευρώπη στη φυλή των Σίντι και των Ρομά. Ξεκινήσαμε με πολλή μελέτη, έρευνα και ταξίδια για να δούμε από κοντά πως παίζουν αυτοί οι άνθρωποι. Είναι δικό τους πολιτισμικό αγαθό και το διαδίδουν. Εμείς πηγαίναμε από το 2009 κάθε χρόνο στη Γαλλία και βλέπαμε πως παίζεται αυτή η μουσική από κοντά. Φροντίσαμε εξαρχής να έχουμε καλές γνώσεις και στα δύο είδη μουσικής που παντρέψαμε. Είμαστε άλλωστε ένα κράμα ανθρώπων που άκουγαν διαφορετικά πράγματα. Συνεργαστήκαμε , δουλέψαμε ομαδικά και καταφέραμε να ενώσουμε δύο κόσμους μαζί”.

Η καραντίνα αποδείχθηκε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδος για τους καλλιτέχνες. Πώς το βιώσατε εσείς όλο αυτό;

“Πέρασε πολύ δύσκολες στιγμές ο κόσμος και εμείς οι μουσικοί δεν είχαμε τρόπο να βοηθηθούμε μέσα σε όλη αυτήν την κατάσταση. Πλέον, μετά την καραντίνα, είναι σημαντικό να ειπωθεί πως η πνευματική ιδιοκτησία έχει αξία. Ένα τραγούδι που αγοράζεις και δεν κατεβάζεις παράνομα, βοηθά έναν άνθρωπο να ζήσει. Είναι σημαντικό να το περάσουμε αυτό το μήνυμα. Πίσω από τους μουσικούς, είναι οι ηχολήπτες, οι ηλεκτρολόγοι, οι φωτιστές και πολλοί άλλοι που ζουν από αυτή τη δουλειά. Όταν αγοράζεις ένα τραγούδι από μια πλατφόρμα δίνοντας ένα πολύ μικρό ποσό, βοηθάς όλους τους ανθρώπους που δούλεψαν γι’ αυτό. Ένα τραγούδι κοστίζει λιγότερο από έναν καφέ και σίγουρα θα σε συντροφεύει πολύ περισσότερο”.

Στη Σύρο έχετε αποκτήσει ένα κοινό που σας υποδέχεται θερμά κάθε φορά. Ποιά ήταν η πρώτη σας επαφή με το νησί;

“Όταν είχαμε κάνει το πρώτο gypsy jazz festival ήταν εκεί ένα συγκρότημα από τη Σύρο που έπαιζε αυτήν τη μουσική, μέλος του οποίου ήταν ο Αντώνης Αρφάνης που είναι Συριανός, γνώστης αυτής της μουσικής και έχει παίξει μαζί μας αρκετές φορές, αντικαθιστώντας κάποιον από εμάς. Στην πορεία, έχουμε έρθει να παίξουμε άλλες δύο φορές καλεσμένοι του φεστιβάλ ακορντεόν. Κάποιοι μας ξέρουν, κάποιους τους ξέρουμε. Ωραίο είναι κάθε φορά να γνωριζόμαστε ακόμα περισσότεροι”.

Πληροφορίες:

Παρασκευή 12 Αυγούστου,

Ώρα έναρξης: 21.00,

Πολιτιστικός Σύλλογος Χρούσσων

On stage:

Σωτήρης Πομόνης: κιθάρα
Κώστας Μητρόπουλος: κιθάρα
Σέργιος Χρυσοβιτσάνος: Βιολί
Ηλιάνα Τσαπατσάρη : Φωνή
Γιώργος Ρούλος: Kοντραμπάσο