Του Γ. Ξανθάκη

Σινεπιλογές

  • Τρίτη, 20 Φεβρουαρίου, 2018 - 06:13

Οι Τρεις Πινακίδες Έξω Από το Έμπινγκ, στο Μιζούρι/Three Billboards Outside Ebbing, Missouri (2017) του Martin McDonagh

Δεν υπάρχουν πολλοί συγγραφείς –σκηνοθέτες που θα μπορούσαν να μιλήσουν για μια ιστορία βιασμού, δολοφονίας, θλίψης και ενοχής μιας μικρής πόλης, ενώ ταυτόχρονα να υπογράφουν μια μαύρη κωμωδία προσφέροντας απίστευτη διασκέδαση με την ευελιξία της δράσης και τις έξοχες ερμηνείες. Αλλά ο Ιρλανδός Μάρτιν Μακ Ντόνα είναι ένας από αυτούς και η τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του «Three Billboards Outside Ebbing, Missouri», είναι μια σκοτεινή ιστορία εκδίκησης, που πραγματεύεται τα  όρια της ανθρώπινης ψυχής με φόντο τη μελαγχολική αμερικανική επαρχία.

Ο Μακ Ντόνα θεωρείται ένα από τα  πολύπλευρα ταλέντα της Μεγάλης Βρετανίας και έχει καταξιωθεί ως σημαντικός θεατρικός συγγραφέας, κάτι σαν το “θεατρικό αντίστοιχο” του Κουέντιν Ταραντίνο. Ο ίδιος δήλωσε ότι στο κινηματογραφικό του έργο έχει επηρεαστεί από δημιουργούς όπως ο Ντέηβιντ Λιντς, ο Μάρτιν Σκορτσέζε και ο Τέρενς Μάλικ.

Η Φιλμογραφία του σκηνοθέτη

Το  πρωτόλειο μικρού μήκους φιλμ  "Six shooter" (2004) κέρδισε  το αντίστοιχο βραβείο Όσκαρ. Πρόκειται για μια μαύρη και αιματηρή ιρλανδική κωμωδία, για ένα θλιβερό ταξίδι με τρένο, όπου ένας μεσήλικας άνδρας, η σύζυγός του οποίου έχει πεθάνει εκείνο το πρωί, συναντά έναν ψυχωτικό νεαρό. Σταδιακά η ωμή και παράλογη βία θα δείξει το αποτρόπαιο πρόσωπο της.

Η «Αποστολή στην Μπριζ» (2008) αποτελεί μοναδική συνύπαρξη εμπνευσμένης βρετανικής κωμωδίας και καθηλωτικού αστυνομικού θρίλερ, με απόλυτα εύστοχη έμφαση στους χαρακτήρες. Μπορεί η βία να μην ισορροπεί απόλυτα με το χιούμορ, όμως η έξυπνη πλοκή, οι καλές ερμηνείες, οι σεναριακές ιδέες και η σκηνοθετική λιτότητα υπερκαλύπτουν τις όποιες αδυναμίες.

Στη  μαύρη κωμωδία "Επτά Ψυχοπαθείς" (2012) ένας συγγραφέας χωρίς έμπνευση, ένας άνεργος ηθοποιός κι ενίοτε κλέφτης σκυλιών και ο συνεργός του μπλέκουν με τη μαφία του Λος Αντζελες, μετά την απαγωγή του σκύλου ενός ψυχοπαθούς γκάνγκστερ. Το μεταμοντέρνο σενάριο είναι μια συνεχής αναζήτηση ιστορίας, όπου πραγματικό και φανταστικό μπλέκονται, παντρεύουντας τον Ταραντίνο με τους Κοέν και τον Ντέιβιντ Λιντς σε ένα αλλόκοτο μίγμα από «Adaptation», «Barton Fink» και «Pulp Fiction».

Η υπόθεση

Η μεγάλη ασθένεια της εποχής μας είναι ο θυμός. Καθένας  είναι εξοργισμένος με κάποιον άλλο. Οι άνθρωποι της αριστερής πλευράς μισούν αυτούς της δεξιάς και αντίστροφα. Οι άνθρωποι και των δύο πλευρών μισούν τους μετριοπαθείς επειδή δεν παίρνουν  θέση. Καμιά  ταινία δεν καταγράφει καλύτερα αυτό το αίσθημα  της γενικευμένης οργής καλύτερα από τις «Τρεις Πινακίδες». Πρόκειται για ένα φιλμ που περιγράφει τον τρόπο που  ο θυμός αποσαθρώνει τα σωθικά μιας κοινωνίας και προτείνει την ενσυναίσθηση ως την μοναδική θεραπεία.

Η Mildred Hayes (Frances McDormand )είναι μια γυναίκα που έχει θέσει τον εαυτό της σε αποστολή. Πριν από επτά μήνες, η έφηβη κόρη της Angela βιάστηκε και δολοφονήθηκε, αλλά δεν έγιναν συλλήψεις. Η Mildred πιστεύει ότι ο τοπικός σερίφης και οι βοηθοί  του δεν ενδιαφέρονται αρκετά για να συλλάβουν τον δολοφόνο. "Είναι πολύ απασχολημένοι με βασανισμό μαύρων για να βρουν χρόνο για την επίλυση πραγματικών εγκλημάτων", λέει. Όταν παρατηρεί τρεις ερημικές πινακίδες έξω από την πατρίδα της Ebbing, τις νοικιάζει και θέτει τα ακόλουθα μηνύματα : "Βιασμένη ενώ πέθαινε." "Ακόμα δεν υπάρχουν συλλήψεις;" "Πώς κι έτσι, κύριε Willoughby;". Περιττό να πω, ότι ο σερίφης Willoughby (Woody Harrelson) δυσαρεστείται από αυτή τη μορφή πολιτικής ανυπακοής και πολλοί από τους πολίτες της Ebbing,  θα προτιμούσαν η Mildred να θρηνήσει ιδιωτικά και να μην τους υπενθυμίζει διαρκώς το φρικτό, άλυτο έγκλημα. Αλλά η Mildred δεν θα σιγήσει. Πιστεύει ότι υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να βρεθεί ο δολοφόνος αν κρατήσει την υπόθεση σε δημόσια θέα. Ένας εξωφρενικός χαρακτήρας της ταινίας είναι ο αναπληρωτής σερίφης Dixon (Sam Rockwell), ένας ανώριμος, ρατσιστής και βίαιος νεαρός που ζει με την μισότρελη μητέρα του. Ο Dixon είναι υπερβολικά στερεοτυπικός χαρακτήρας αλλά ο Rockwell είναι τόσο συναρπαστικός που μας καθηλώνει κάθε φορά που βρίσκεται στην οθόνη. Παραδόξως, είναι ένα από τα πιο αστεία πρόσωπα του έργου και μάλιστα στο τέλος καταλήγει να γίνει και... συμπαθής.

Δραματουργία και ερμηνευτική απόδοση

Το σενάριο του ΜακΝτόνα, είναι ένα αληθινό έργο τέχνης που εξισορροπεί το μαύρο χιούμορ, τη συγκλονιστική βία, την Χιτσκοκική αγωνία και το σχολαστικό κοινωνικό σχόλιο, συχνά σε μια ενιαία σκηνή. Η αφηγηματική διαδρομή συναντά κάθε είδους απροσδόκητους μαιάνδρους και αυτό που αρχικά μοιάζει με την συγκινητική ιστορία μιας αδικημένης μητέρας που αγωνίζεται για απονομή δικαιοσύνης μετατρέπεται σε μια σταδιακή καταβύθιση  της στο έρεβος της αυτοδικίας και της ανεξέλεγκτης βίας.

Ο ΜακΝτόνα διατηρεί τις ισορροπίες και οδηγεί τα πρόσωπα σε έναν υπαρξιακό λαβύρινθο, όπου οι άνθρωποι δεν είναι άγιοι ούτε τέρατα, μπορούν όμως να παράξουν άγιες ή τερατώδεις πράξεις ανάλογα με τις περιστάσεις, κι είναι αυτές οι περιστάσεις που μπαίνουν στο μικροσκόπιο του, για να τις αναλύσει με λεπτομέρεια και δραματουργική οικονομία. Στο τέλος της ημέρας απαλύνονται οι αντιθέσεις και οι κεντρικοί ήρωες καλύπτονται με την αχλή της ανθρώπινης θέρμης και εκτοξεύονται  στον άνεμο σε αναζήτηση της γαλήνης  ή μιας ακόμη περιπέτειας.

Η Frances McDormand είναι εκπληκτική στον πρωταγωνιστικό ρόλο γιατί έχει την μοναδική ικανότητά να διαχειρίζεται ταυτόχρονα το χιούμορ και τη θλίψη. Η Mildred κινείται τελετουργικά ως άγγελος εκδίκησης με την μεγαλοπρέπεια πρωταγωνιστών γουέστερν, αταλάντευτα προσανατολισμένη στην ηθική της πυξίδα. Είναι ταυτόχρονα «ήρωας και αντιήρωας», «κυνηγός και θήραμα», κρύβοντας πίσω από το παγωμένο της προσωπείο απέραντη ευαισθησία που διαφαίνεται μέσα από τις συσπάσεις του προσώπου, τις σιωπές, το υγρό βλέμμα.

Μία από τις σημαντικότερες διαφορές ανάμεσα σε μια μεγάλη ταινία και μία που είναι "απλά" πολύ καλή είναι πόσο βαθιά η ταινία εμφυτεύεται στη μνήμη. Πόσο καιρό την σκεφτόμαστε μετά την θέαση της; Μια μέρα; Μια εβδομάδα; Οι πρώτες εντυπώσεις είναι συχνά καλοί δείκτες της δύναμης μιας ταινίας, αλλά μερικές φορές η ετυμηγορία μας απαιτεί χρόνο για να ωριμάσει. Οι «Τρεις πινακίδες» παραμένουν στην μνήμη γιατί αν και βουτηγμένες σε ωκεανό λεκτικής και σωματικής βίας, τελικά ευαγγελίζονται την ανθρωπιά, την κατανόηση, τη συγχώρεση. Είναι  μια από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, που ήδη απέσπασε  τέσσερις Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερης ταινίας,  Σεναρίου, Α΄ Γυναικείου ρόλου και Β’ Ανδρικού) και αναμένεται να βραβευτεί και με βραβεία Oscar . Αν όχι, αυτό σίγουρα θα αποτελέσει ένα πραγματικό έγκλημα.

Ετικέτες: 

Διαβάστε ακόμα