Συνέντευξη της ηθοποιού Μίνα Χειμώνα, η οποία θα ενσαρκώσει στο Θέατρο Απόλλων τη θρυλική ερμηνεύτρια του ’50 και του ’60, Μάγια Μελάγια

«Με ενδιαφέρει να γίνομαι δημιουργική στη Σύρο»

Λίγα χρόνια μετά από τις προσωπικές ιστορίες της στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, που ερμήνευσε μοναδικά η Νένα Μεντή και της λαϊκής τραγουδίστριας Σεβάς Χανούμ, που υποδύθηκε η Κωνσταντίνα Μιχαήλ, το κοινό της Σύρου θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει τη θεατρική βιογραφία μίας ακόμη σημαντικής καλλιτεχνικής προσωπικότητας της Ελλάδας.

Η ηθοποιός Μίνα Χειμώνα επιστρέφει στη σκηνή του Θεάτρου «Απόλλων», ενσαρκώνοντας τη θρυλική ερμηνεύτρια του ελαφρολαϊκού τραγουδιού των δεκαετιών του '50 και του '60, Μάγια Μελάγια. Το έργο του Γιώργου Βασιλειάδη αναδεικνύει γνωστές και άγνωστες πτυχές της πολυτάραχης ζωής της και είναι πλημμυρισμένο από τα τραγούδια της, που θα ερμηνευτούν ζωντανά, συνοδεία πιάνου (Βάσια Φλώρου) και ακορντεόν (Δημήτρης Μαραγκός).

Ο χειμαρρώδης μονόλογος  «Με αγάπη… Μάγια Μελάγια», σε σκηνοθετική επιμέλεια Δημήτρη Χαλιώτη, θα παρουσιαστεί την Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018 με ελεύθερη είσοδο για το κοινό. Η παράσταση συνδιοργανώνεται με την Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου και τον Δήμο Σύρου – Ερμούπολης.

Σε συνέντευξή της στην «Κοινή Γνώμη», η Μίνα Χειμώνα μίλησε για  την απλότητα, τη γενναιοδωρία, τη ντομπροσύνη, τη στόφα της σταρ και όλα τα χαρίσματα της Μάγιας Μελάγια που της κίνησαν το ενδιαφέρον και την οδήγησαν στην απόφαση να καταπιαστεί θεατρικά με την ξεχωριστή αυτή προσωπικότητα.

Δεν είναι η πρώτη φορά που μία παραγωγή του Θεάτρου «Altera Pars» φιλοξενείται στη Σύρο. Ποια είναι η σχέση σας με το νησί, το οποίο έχει αγκαλιάσει κι άλλες παραστάσεις σας όπως η «Μήδεια» του Ζαν Ανούιγ και «Ο Εβραίος» του Gianni Clementi;

«Στο παρελθόν, είχα έρθει στη Σύρο για οικογενειακούς λόγους κι έμεινα πέντε χρόνια. Αγάπησα πολύ το νησί, όπως και τους ανθρώπους της. Εκτός από τα χρόνια αυτά, πηγαινοερχόμουν κι άλλες φορές για να δω φίλους και γνωστούς, να παρακολουθήσω παραστάσεις που παίζονται στο Θέατρο τόσο από ερασιτεχνικούς θιάσους, όσο και από επαγγελματίες. Από πέρυσι, κατοικώ και πάλι στο νησί, πηγαινοέρχομαι τακτικά και αυτό που με ενδιαφέρει είναι να γίνω δημιουργική σε έναν τόπο που ζω και συνυπάρχω με τους συγκεκριμένους ανθρώπους. Έτσι, αποφάσισα να προτείνω μία παράσταση η οποία έτυχε μεγάλης ανταπόκρισης στην Αθήνα. Πρόκειται για έναν αυτοβιογραφικό μονόλογο μιας σπουδαίας προσωπικότητας του καλλιτεχνικού στερεώματος της δεκαετίας του ’50-’60, της Μάγιας Μελάγια», η οποία ερμήνευσε τραγούδια πολύ σπουδαίων συνθετών της εποχής, όπως ο Σουγιούλ, ο Μωράκης, ο Μουζάκης, ο Χιώτης».

Πώς πήρατε την απόφαση να «μεταμορφωθείτε» σε αυτή τη θρυλική τραγουδίστρια;

«Η Μάγια Μελάγια ήταν εκρηκτική για την εποχή της και αναγνωρίσιμη. Βέβαια είχε κάνει και θέατρο και κινηματογράφο. Η ίδια είχε διδάξει στη Σοφία Λόρεν το «Τι είναι αυτό που το λένε αγάπη» για να το ερμηνεύσει στην ταινία «Το παιδί με το δελφίνι». Το έργο αυτό είναι πρωτότυπο και γράφτηκε από τον Γιώργο Βασιλειάδη, μετά από δική μου πρόταση. Μιλάει για τη ζωή της, από τα πρώτα της βήματα, τις επιτυχίες της, την αναγνωσιμότητα που είχε και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, μέχρι την επιστροφή της και τη σταδιακή πτώση της. Όταν είχε γυρίσει από την Αμερική, όπου έμεινε για 15 χρόνια, η κατάσταση στην Ελλάδα είχε αλλάξει και πολιτικά και κοινωνικά, έτσι δεν είχε την ίδια ανταπόκριση. Μας αφηγείται όλη αυτή τη διαδρομή της από το ξεκίνημά της μέχρι το τέλος της ζωής της. Το κοινό συγκινείται και ταυτόχρονα διασκεδάζει. Όλη αυτή η παράσταση είναι διανθισμένη με τραγούδια της Μάγιας, τα οποία ερμηνεύονται με ζωντανή μουσική, συνοδεία πιάνου και ακορντεόν».

Ποια στοιχεία της Μάγιας Μελάγια, που δε γνωρίζει το ευρύ κοινό, αναδεικνύονται μέσα από την παράσταση;

«Πιστεύω ότι κάποιοι καλλιτέχνες είναι παρεξηγημένες προσωπικότητες. Ήθελα λίγο να αναδιπλωθεί η πραγματική ιστορία της Μάγιας. Ήταν μια περίοδος πολύ γόνιμη καλλιτεχνικά. Τότε είχαν βγει πολύ σπουδαίοι ηθοποιοί, όπως ο Αυλωνίτης, ο Ρίζος, ο Χατζηχρήστος, η Σπεράντζα Βρανά κ.α. Εποχές που δεν ζήσαμε οι ίδιοι, αλλά έχουμε δει και βιώσει μέσω του ελληνικού κινηματογράφου. Οι άνθρωποι αυτοί ήταν πολύ δημιουργικοί, έδιναν την ψυχή τους σε ό,τι έκαναν και πήγαιναν περιοδεία παντού. Έτσι θεωρώ ότι αξίζει στη Μάγια να «ταξιδέψει» λίγο ακόμα. Όταν η ιδέα για τη θεατρική μεταφορά της ζωής της έπεσε στο τραπέζι, ο Γιώργος Βασιλειάδης μου είπε ότι ήταν φίλη του. Συνεπώς, ήξερε και πιο προσωπικά στοιχεία, τα οποία συμπεριέλαβε στο έργο. Η Μάγια Μελάγια ήταν μια ενδιαφέρουσα προσωπικότητα. Ωραίος χαρακτήρας, με χιούμορ, ευθύς άνθρωπος, δεν κορόιδευε κανέναν, τα έλεγε πολύ ανοιχτά και σταράτα. Ήταν σταρ της εποχής και πολύ αγαπητή στον κόσμο. Της έκαναν συνεχώς δώρα κι εκείνη τα έδινε στους μουσικούς της, γιατί ήξερε ότι είχαν ανάγκη να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Ήταν απλόχερος άνθρωπος και στο τέλος δεν της έμεινε τίποτα. Βοήθησε πάρα πολύ τη μητέρα της και την αδερφή της, δεν είχε κάνει δική της οικογένεια, είχε όμως μία μεγάλη σχέση με τον Γιώργο Μουζάκη. Παντρεύτηκε στην Αμερική και όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, μετά από χρόνια, απογοητεύτηκε αρκετά γιατί το τοπίο είχε αλλάξει. Η παράσταση σου αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση, γιατί έχει και στιγμές που διασκεδάζεις, τραγουδάς».

Το έργο αποτελεί κατά κάποιον τρόπο «σχολείο» για τους νεότερους θεατές που δε γνωρίζουν στον ίδιο βαθμό την πορεία της;

«Πολλά από τα τραγούδια που ακούγονται είναι γνωστά. Ποιος δεν ξέρει το «Μονοπάτι», τη «Βαλίτσα» και τόσα άλλα; Αυτό φέρνει κοντά τις γενιές. Οι μεγαλύτεροι θυμούνται, αναπολούν και οι νεότεροι μαθαίνουν. Εδώ μας συνδέει η προσωπικότητα της Μάγιας και η εποχή που χάθηκε ανεπιστρεπτί. Αυτά που μας μετέφεραν οι γονείς και οι παππούδες μας μέσα από τις αφηγήσεις τους μας ενώνουν με το παρελθόν, άρα κι εμείς το βιώνουμε σε έναν σύγχρονο κόσμο, που ίσως είναι και πιο αληθινός έτσι, γιατί δεν είναι εύπεπτος, ευκαιριακός, ταχύς. Μένουμε στην ουσία και στα πρόσωπα, στους χαρακτήρες».

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ότι στη σκηνή του Απόλλωνα, θα βρείτε μαζί σας και ένας Συριανός μουσικός.

«Όπως είπα και πριν, η ζωή μου είναι μοιρασμένη μεταξύ Σύρου και Αθηνών, όπου υπάρχει μία σταθερή θεατρική στέγη. Εδώ, ήθελα να αξιοποιήσω κάποιους ανθρώπους από το χώρο. Έτσι κάνουμε μια σύμπραξη με τον Δημήτρη Μαραγκό, έναν από τους καλύτερους ακορντεονίστες που υπάρχουν και ζουν στο νησί. Συμμετέχει επίσης η Βάσια Φλώρου από την Καλαμάτα, που θα παίξει πιάνο. Η παρουσίαση των τραγουδιών είναι διαδραστική. Δεν μένω στη σκηνή, αλλά πηγαίνω στον κόσμο και τραγουδάμε παρέα. Είναι διαφορετική η επικοινωνία με το κοινό. Μου αρέσει να έχω πιο στενή επαφή με τον κόσμο και να απευθύνομαι καλύτερα σε αυτούς, μέσα από τη δουλειά μου».