Το μικρό μου πιόνι

Εικόνα Αντώνης Μπούμπας

Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων: εκείνοι που απολαμβάνουν σεμνά τους καρπούς της -κατακτηθείσας διαφανώς και κατόπιν προσωπικής αφοσίωσης- επιτυχίας τους, εκείνοι που πατούν επί πτωμάτων, προκειμένου να φτάσουν στην κορυφή και να καρφώσουν το σημαιάκι τους στο μάτι των -εν αποσυνθέσει- ανθρώπων, που τσαλαπάτησαν με την τακούνα τους κι αυτοί, που πορεύονται αγκαζέ με τα περιπατούντα σκηνώματα, υποσχόμενοι σε αυτά το μαγικό ελιξίριο που θα τα επαναφέρει στη «ζωή».

Οι λόγοι για τους οποίους ένα φερόμενο ως πτώμα θα αποφασίσει να βάλει συνειδητά πλάτη, προκειμένου οι καταπατητές του να επιτύχουν ανορθόδοξα το στόχο τους, σχετίζονται στην πλειοψηφία τους με ιδία συμφέροντα ή ενδείξεις παθητικής ανταπόδοσης προσωπικών εξυπηρετήσεων, που στερούνται αντικειμενικότητας και επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη.

Σε πολλές περιπτώσεις, τα πιόνια μιας παρτίδας σκάκι, παραδίδονται στο χέρι που τα κατευθύνει είτε από υποχρέωση για τη θέση που εξασφάλισαν χάρη στη δική του συμβολή, είτε από επιτακτική ανάγκη παραμονής τους στο παιχνίδι, παρά την προκλητική έλλειψη στοιχειωδών δεξιοτήτων και την ανίσχυρη παρουσία τους στη σκιά αυτοδιοριζόμενων «δικηγόρων», που αγορεύουν για να εκτονώσουν τα απωθημένα τους.

Στο πλαίσιο της οργανωμένης στρατηγικής καπήλευσης ακόμα και της παραμικρής προσπάθειας ανθρώπων που αδυνατούν να κολυμπήσουν χωρίς κουλούρα, περιλαμβάνεται επίσης η αυθαίρετη οικειοποίηση και αποδοχή ευσήμων από συμφεροντολόγους «άρχοντες», οι οποίοι δεν έχουν καν την ευγένεια να καλέσουν στο πλευρό τους εκείνους που συνέβαλαν στο πλασάρισμα του υπερεγώ τους.

Οι «άρχοντες» -εντός εισαγωγικών- καλωσορίζουν το κοινό, μοιράζουν ευχές και βάζουν την υπογραφή τους στον κόπο των εκμεταλλεύσιμων πηγών αυτοπροβολής, οι οποίες «θάβονται» στα παρασκήνια, απαθανατίζοντας με το κινητό τους, στιγμές μιας «κλεμμένης επιτυχίας» την οποία δεν μπορούν να διεκδικήσουν, εάν πρώτα δεν πάρουν την άδεια.

Από την πλευρά τους, οι αυλοκόλακες και όσοι δεν έχουν καταφέρει να αποκτήσουν το δικό τους αστέρι στη «λεωφόρο της δόξας», που τόσο σκανδαλωδώς επιθυμούν και επιδιώκουν, μέσω στημένων «συμπτώσεων» και λοιπών μηχανορραφιών, εκφράζουν τη στήριξή τους προς τα «κακόμοιρα» και «απροστάτευτα» πιόνια, μέσω της κατάχρησης του ρόλου τους σε θεσμικά όργανα, με πραγματικό στόχο να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους και να συκοφαντήσουν εκείνους που καταγράφουν τα γεγονότα, αδιάψευστο μάρτυρα της μικροψυχίας τους.

Πέρα από τα πιόνια που παραμένουν στην πίσω σειρά, ανίκανα να αποδείξουν ότι είναι κάτι περισσότερο από απλά φερέφωνα μίας βασιλευόμενης «δημοκρατίας», ξεπροβάλλουν και αυτά που ξεδιπλώνουν –αναγκαστικά- το ταλέντο τους στην υποκριτική, για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία παικτών, που η μόνη τους αρμοδιότητα είναι να υπενθυμίζουν το ρόλο τους σε έναν θίασο, στον οποίο -όσο και να πασχίζουν για το αντίθετο- είναι απλοί κομπάρσοι.

Από τη στιγμή που σε κάθε θέση, υπάρχει αρμόδιος, ο οποίος μπορεί να μιλήσει, να εξηγήσει και να ενημερώσει τα μέσα και διά αυτών τους πολίτες για τις εξελίξεις και την πρόοδο ή μη υποθέσεων, που αποτελούν αποκλειστικά προσωπική τους δουλειά, οι αυτοδιοριζόμενοι «παντογνώστες» θα συνεχίσουν να κρατούν ζεστό τον πάγκο των αναπληρωματικών ή να «γλείφουν» εκεί που παλαιότερα «έφτυναν» για μία δήλωση.

Αυτό μάλιστα γίνεται αντιληπτό, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι αυτοί που μέχρι σήμερα ήταν για μερικούς «γραφικοί» και «αντικείμενα γελοιοποίησης και εκμηδενισμού κάθε αντίθετης άποψης», γίνονται τώρα το πάτημα εκείνων που θέλουν να δουν το πρόσωπό τους στο γυαλί ή να διαβάσουν τα λεγόμενά τους σε έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα.

Ως εκ τούτου, αποτελούν αστεία τα όποια θεατρικά και μη τεχνάσματα για προσωπική φιγούρα εκείνων που εξαιτίας της αποτυχημένης προσπάθειάς τους να αποκτήσουν ταυτότητα και θέση στη συνείδηση της κοινής γνώμης, φανερώνουν τις πραγματικές προθέσεις τους, χρησιμοποιώντας οικεία και δανεικά «πιόνια», αλλά και υποτιμώντας τη νοημοσύνη του κόσμου.

Διαβάστε ακόμα