Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑ, ΕΥΤΥΧΙΑ, ΜΑΚΑΡΙΟΤΗΤΑ

  • Τρίτη, 14 Μαΐου, 2019 - 06:22

Λέξεις περίπου συνώνυμες, αλλά όχι ακριβώς. Η προσωπικότητά μας είναι τρισυπόστατη. Το αισθητό Εγώ μας γίνεται αντιληπτό από το Σύμπαν. Αρχίζει να υπάρχει από τη σύλληψή μας και παύει να υφίσταται όταν σταματήσει η αυτορρύθμιση του οργανισμού μας και αρχίσουμε να γινόμαστε ίδιοι με το περιβάλλον μας. Το νοητό Εγώ μας αρχίζει να υπάρχει με τη γέννηση μας και τελειώνει όταν πάψουμε οριστικά να ξεχωρίζουμε τον εαυτό μας από το περιβάλλον μας. Και το κοινωνικό Εγώ μας γεννιέται με μια κοινωνική διαδικασία (βάπτιση, εγγραφή στο ληξιαρχείο κλπ) και αρχίζει να τελειώνει με άλλη κοινωνική διαδικασία (κηδεία, διαγραφή από ληξιαρχείο και προπάντων λήθη από τον κόσμο.

Ευτυχία σημαίνει καλή τύχη. Είναι ένα ευχάριστο συναίσθημα που στηρίζεται στην ικανοποίηση των σωματικών αναγκών μας, αποτέλεσμα των προσπαθειών μας, αλλά και μιας συγκυρίας περιβαλλοντικών γεγονότων.

Η ευδαιμονία είναι παρόμοιο ευχάριστο συναίσθημα. Σημαίνει ότι κάτι θείο, "καλό δαιμόνιο", υπάρχει μέσα μας. Είμαι ευδαίμονας όταν γεννώ μόνος μου το σκοπό μου και τον επιδιώκω. Μπορεί να είμαι ευτυχής, να μη μου λείπει τίποτε αναγκαίο, αλλά δεν είμαι ευδαίμονας, αν δεν έχω τα όνειρά μου, που γίνονται σκοπός, και τον επιτυγχάνω. Από την άλλη, αν πεινώ, πονώ, κρυώνω κλπ, δεν μπορώ να είμαι ευδαίμονας. Η ευδαιμονία είναι εσωτερική κατάσταση με αρμονική λειτουργία μεταξύ τους της γνώσης, του συναισθήματος και της βούλησής μας.

Η ζωή μας είναι ένα διαρκές πάρε-δώσε με το περιβάλλον μας, αλλά και μια διαρκής ταλάντωση ποικίλων λειτουργιών μας, που εναλλάσσονται διαρκώς μεταξύ ακραίων καταστάσεων. Ταλάντωση σε σημαντικό βαθμό ανεξάρτητη από το περιβάλλον μας. Η καρδιά μου εναλλάξ συστέλλεται και διαστέλλεται. Περπατώ και εναλλάσσω τα πόδια μου το ένα μπροστά στο άλλο. Πεινάω, τρώω, περνά η ώρα και ξαναπεινάω. Θέλω να κάνω έρωτα, συνουσιάζομαι, περνά κάποιο χρονικό διάστημα και πάλι ξυπνά μέσα μου ο ίμερος για έρωτα. Σ΄ αυτή την ταλάντωση στηρίζεται η ευχάριστη ή δυσάρεστη κατάσταση μέσα μας, το συναίσθημά μας. Αν πεινάω και δεν βρίσκω να φάω, είναι δυστυχία. Αν πεινάω και βρω φαγητό αυτό είναι ευτυχία. Αν όμως δεν βρίσκω να φάω, αλλά ούτε και πεινάω; Αφού δεν πεινάω, η έλλειψη φαγητού δεν με κάνει να υποφέρω. Αλλά και το να μην αισθάνομαι τη χαρά της ευγευστίας και του χορτασμού μπορεί να θεωρηθεί ευτυχία; Η ικανοποίηση των φυσιολογικών ταλαντώσεών μας είναι ευτυχία. Η απουσία του δεύτερου σκέλους της ταλάντωσης, η μη ικανοποίηση της επιθυμίας είναι δυστυχία. Η απουσία όμως ακέραιης της ταλάντωσης, η απουσία επιθυμίας και, προφανώς, ικανοποίησής της, είναι μακαριότητα. Τέτοια κατάσταση υπάρχει φυσιολογικά στην ενδομήτρια ζωή, όπου όλες οι ανάγκες του εμβρύου ικανοποιούνται χωρίς να γίνονται αισθητές. Το έμβρυο δεν πεινάει, δεν διψάει, δεν αισθάνεται έλλειψη αέρα, διότι διαρκώς τροφοδοτείται κατά τις ανάγκες του από τη μητέρα του που το φιλοξενεί. Θα επανέλθει η μακαριότητα στο βραχύ διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στο θάνατο του νοητού και του αισθητού Εγώ, που στις τυπικές περιπτώσεις, όπως σε μια συγκοπή, διαρκεί λίγα λεπτά.

Οι ιδεολογίες ποικίλλουν. Η δυτική ιδεολογία που βιώνομε σήμερα, με την επικράτηση του καπιταλισμού επιδίωξε και πέτυχε σε σημαντικό βαθμό την ευτυχία. Η ικανοποίηση των βιοτικών αναγκών σε όλη την υφήλιο έχει επιτευχθεί σε πρωτοφανή βαθμό. Και όμως οι λαοί δεν είναι ευδαίμονες. Η ανατολική φιλοσοφία, κυρίως ο Βουδισμός, θεωρούν ότι η μακαριότητα είναι ο σκοπός του καθενός, η νιρβάνα. Με ασύλληπτη άσκηση, μπορεί ο καθένας να κατευνάσει όλες τις επιθυμίες του, έτσι που δεν αισθάνεται την έλλειψη που φέρνει δυστυχία. Τρώει επειδή πρέπει, όχι διότι πεινάει. Ο Χριστιανισμός ενσωμάτωσε τέτοιες τάσεις για τη μακαριότητα. Ο Αριστοτέλης, και γενικότερα η Ελληνική φιλοσοφία, αποβλέπουν στην ευδαιμονία. Θεωρεί ο μεγάλος σοφός ότι η ευδαιμονία είναι ο κύριος προορισμός στον οποίον αποβλέπει κάθε άνθρωπος. Προϋποθέτει την αυτάρκεια και την ενότητα της κοινωνίας.

Η ευδαιμονία, η ευτυχία και η μακαριότητα είναι ιδιότητες που δεν αφορούν μόνο στα άτομα, αλλά και στις πολιτείες. Άσε έξω την ευτυχία, που στηρίζεται στην τυχαία ικανοποίηση των επιθυμιών, όπως όταν μας πέφτει το λαχείο. Η μακαριότητα μιας πολιτείας στηρίζεται στην απουσία επιθυμιών της, επιδιώξεών της. Η επιβίωσή της τότε στηρίζεται απλώς στις συνήθειες, στα έθη, στους νόμους. Χωρίς να λαβαίνει υπόψη εξωτερικές επιδράσεις. Όπως και σε κάθε άνθρωπο, ο κατευνασμός των επιθυμιών του μπορεί να καταλήξει στο θάνατο, το ίδιο μπορεί να συμβεί και στις μακάριες πολιτείες. Δεν αναπτύσσουν την αναγκαία άμυνα έναντι κινδύνων που την απειλούν, φυσικών (σεισμοί, καταποντισμοί κλπ), βιολογικών (λοιμοί, λιμοί κλπ), κοινωνικών (πόλεμοι, επαναστάσεις κλπ). Μόνον από μια υπέρσοφη ρύθμιση συνηθειών μπορούν να επιβιώνουν, έρμαιες όμως όταν παρουσιασθούν ασυνήθιστοι κίνδυνοι. Η ευδαίμων πολιτεία είναι η ιδανική για την Ελληνική σκέψη. Ο Πλάτων προσπάθησε να την ονειρευθεί. Ένα μοναδικό, ου-τοπικό κράμα φασισμού (στεγανός διαχωρισμός τάξεων), κομμουνισμού (κοινοκτημοσύνη αγαθών) και δημοκρατίας (απουσία δούλων, ισότητα φύλων, παιδιά άγνωστου πατέρα) η πολιτεία του, μοιάζει ανεφάρμοστη. Ο Αριστοτέλης αποδόμησε την πολιτεία του Πλάτωνα. Εξυμνεί την ευνομούμενη δημοκρατία, όπου οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται πατερναλιστικά από κάποιον ή κάποιους αρίστους, αλλά από την πλειονότητα των απλών πολιτών. Διακρίνει έτσι την ευνομούμενη πολιτεία από την κακή όψη της, την οχλοκρατία, στην οποίαν όμως μπορεί να μεταπέσει η δημοκρατία.

Στη δημοκρατία λειτουργούν ανεξάρτητα οι τρεις εξουσίες της, αφού στις δύο (νομοθετική, δικαστική) οι άρχοντες κληρώνονται, ενώ στην τρίτη (εκτελεστική), που απαιτεί ειδικές γνώσεις, οι άρχοντες διορίζονται (με εκλογή) από το σύνολο. Τέτοια πολιτεία ταλαντώνεται πολιτικά και οικονομικά. Η ομαλή, ταλάντωση της πολιτείας Προϋποθέτει τη συμπληρωματική, όχι ιεραρχική, δομή μεταξύ τους των τριών εξουσιών. Καμιά δεν είναι ανώτερη από τις άλλες. Μια τέτοια πολιτεία εξασφαλίζει την ευδαιμονία της. Το δίκαιο (οι νόμοι) είναι αποκρυστάλλωμα του έθους (συνηθειών) των πολιτών. Από κει και πέρα, ζώντας σε μια τέτοια πολιτεία καθένας, έχει τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για να γίνει ο ίδιος ευδαίμων. Η ευδαιμονία του ατόμου (ηθική) ταυτίζεται για τον Αριστοτέλη με την ευδαιμονία της πόλης (πολιτική). Υπάρχει, ωστόσο, υπεροχή του αγαθού της πόλης έναντι του ατόμου, διότι η διαφορά τους δεν είναι ποιοτική (η ευδαιμονία είναι σκοπός και των δύο), αλλά ποσοτική (η πόλη αποτελείται από περισσότερα άτομα). Στα νεότερα χρόνια η κατάργηση της δουλείας, η ψήφος των γυναικών και τα ανθρώπινα δικαιώματα περιόρισαν τις πιθανότητες εκτροπής του πολιτεύματος, αλλά όλα αυτά χωρίς δημοκρατία, ούτε ευδαιμονία.

Διαβάστε ακόμα