Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

Τζάμπα μάγκες

  • Τρίτη, 24 Απριλίου, 2018 - 06:11
  • /   Eνημέρωση: 24 Απρ. 2018 - 7:24

Περπατούσε η γυναίκα μου σε ένα παρκάκι στην Πλατεία Μαβίλη. Δυο κοπελίτσες έπιναν κόκα κόλα από το μπουκάλι. Τέλειωσαν και πέταξαν τις φιάλες στο παρκάκι. Ο κάδος απορριμμάτων 10 μέτρα πιο πέρα. Δεν κρατήθηκε η γυναίκα μου: «Κορίτσια, έτσι κάνετε στο σπίτι σας:» «Δίκιο έχετε», ομολόγησε η μία και κατέβασε το κεφάλι. Η άλλη όμως, πιο μάγκισσα, απαντά: «Και το Δήμαρχο γιατί τον πληρώνομε;»

Δυο μάγκες πήγαν κι έστησαν την Ελληνική σημαία σε μια βραχονησίδα μας που διεκδικούν οι Τούρκοι. Στον κίνδυνο που εγκυμονούσε η πράξη τους προβλήθηκε η απάντηση: «Και το στρατό γιατί τον πληρώνομε;» Τζάμπα μάγκες! Αυτοί να προκαλέσουν. Και να πληρώσουμε όλοι εμείς οι άλλοι το στρατό και να υποστούμε τις συνέπειες της άφρονης, τζάμπα, μαγκιάς τους.

Αληθινή μάγκισσα ήταν η Κυρά της Ρω. Μόνιμη, μοναδική κάτοικος στο βράχο απέναντι στο Καστελόριζο, βόσκοντας λίγα προβατάκια ως τα 92 χρόνια της επήρε την Ελληνική σημαία κάθε πρωί με την ανατολή του ήλιου και την υπέστελλε με τη δύση του. Είχε προηγηθεί η αντιστασιακή δράση της στην κατοχή.

Ποια είναι πραγματική μαγκιά; Αν κάποιος νέος, πίνοντας το φραπέ του ή το παραδοσιακό «Ελληνικό» ποτό (ουΐσκι) στο μπαρ, κουβεντιάζοντας με τους φίλους του αποφασίσει (δικαίως) πως είναι εθνική ντροπή να αφήνουμε τους γείτονές μας να αμφισβητούν τη γη μας, καλό είναι να κάνει κάτι (μια και δεν εργάζεται). Τι όμως; Μα αυτό που έκανε η Κυρά της Ρω. Να πάει στη βραχονησίδα και να μείνει εκεί. Να βοσκήσει λίγα πρόβατα. Κότες δεν μπορεί να θρέψει, γιατί πετάνε και θα τις πάρει ο αέρας. Ή, μια κι έχει ανέμους, να στήσει μια ανεμογεννήτρια. Κι αν οι άνεμοι έχουν σκορπίσει το λιγοστό χώμα, ο ήλιος αντανακλάται στα γυμνά βράχια, που μπορούν να καλυφθούν με φωτοηλεκτικά. Και να πουλάει το ρεύμα. Ή να ψαρεύει. Ή να εκτρέφει ψάρια, όστρακα, γαρίδες, αστακούς, χταπόδια, καλαμάρια. Όσο για πόσιμο νερό, επιστήμονες από τα ΑΕΙ της Κρήτης κατασκεύασαν πλωτή συσκευή για μετατροπή του θαλασσινού νερού σε πόσιμο με ηλιακή ενέργεια, με παραγωγή ικανή για 300 κατοίκους και την τοποθέτησαν κοντά στην Ηρακλειά. Τι έγινε παραπέρα δεν ξέρω. Και κάθε πρωί να επαίρει ο μάγκας και κάθε βράδυ να υποστέλλει τη σημαία. Και τότε το κράτος, εμείς όλοι, να τον απαλλάξουμε, αυτό τον Ακρίτα, από φόρους και να έχουμε σε επιφυλακή το στρατό που πληρώνομε, για να τον φυλάει. Και να επωφελούμαστε από την παραγωγή του.

Τι είναι χειρότερο; Ο «προδότης» ή ο «άφρονας»; Θυμάμαι ένα καθηγητή μου στην Αγγλία που μου έδωσε μια συμβουλή. «Όταν, μετά από εξαντλητική σκέψη, δεν μπορείς να πάρεις μια σημαντική απόφαση, μην άγχεσαι. Για να μην μπορείς να πάρεις απόφαση, σημαίνει πως οι εναλλακτικές λύσεις είναι περίπου ισοδύναμες. Το μέλλον είναι αόρατο. Κανένας δεν ξέρει ακριβώς τι θα προκύψει κι ούτε ποια λύση θα αποδειχθεί πραγματικά καλύτερη. Σημαντικό είναι να αποφασίσεις».

Στην πολιτική πράξη, βλέπομε συνήθως να προτείνει μια παράταξη κάτι και οι αντίπαλοί της το αντίθετο. Με οποιαδήποτε διαδικασία, κάποια από τις λύσεις θα εγκριθεί. Μπορεί να είναι λίγο καλύτερη ή λίγο χειρότερη. Χείριστο όμως είναι να μη υιοθετηθεί καμιά λύση. Από τη στιγμή που αποφασίσθηκε, αποτελεί τη βούληση των αρχόντων, το Νόμο. Και όλοι, είτε συμφωνούν είτε διαφωνούν, οφείλουν να συμβάλλουν στην επιτυχία αυτής της λύσης (που κανένας δεν μπορεί να ξέρει εκ των προτέρων αν είναι η καλύτερη ή όχι). Αν αντιταχθούν και η κατάσταση είναι κρίσιμη, οι άρχοντες, είτε είναι μονάρχες, είτε ολιγάρχες είτε δημοκρατικοί, μπορεί να τους χαρακτηρίσουν «προδότες». Προδότες, όμως, μπορεί να είναι όχι διότι έχουν διαφορετική άποψη, αλλά διότι ενώ έχουν δεχθεί τη διαδικασία που καθορίζει τους άρχοντες, αντιτίθενται στην υλοποίηση της απόφασής τους που μπορεί να έχει εθνική σημασία. Αν η διαφωνία τους είναι πάνω σε θεμελιώδη ζητήματα, οφείλουν, αφού αγωνισθούν για την πραγματοποίηση της απόφασης, αλλά μετά, στον κατάλληλο χρόνο, για την αλλαγή των αρχόντων ή και του συστήματος που τους επιλέγει. Έτσι τουλάχιστον ισχυρίζομαι εγώ.

Οι διαφορές μας με τους γείτονές μας δεν τελειώνουν παρά με έναν από δύο τρόπους: Κάνομε πόλεμο και όποιος νικήσει επιβάλλει τη βούλησή του στον άλλον. Στο μεταξύ, λόγω του πολέμου, έχει υποστεί και ο νικητής τόσες απώλειες, που, άσ΄ τα, καλύτερα να μην τον είχε κάνει. Είναι ζήτημα του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας. Η άλλη λύση είναι η επιβολή του διεθνούς δικαίου. Δεν τη θέλουν, διότι στα περισσότερα θέματα (ασφαλώς όχι σε όλα) έχουν άδικο, είναι (πιστεύουν) ισχυρότεροι από εμάς και προτιμούν, επομένως την αναμέτρηση με το Νόμο της Ζούγκλας, του ισχυροτέρου. Αυτό απαιτεί από εμάς πολλή, πάρα πολλή, σκέψη και μελέτη από το Υπουργείο Εξωτερικών, μαζί με απόλυτη, σχολαστική, αυτοσυγκράτηση από την «Ελληναράδικη» θέση της τζάμπα μαγκιάς, της αφροσύνης, με αυθαίρετες ενέργειες ιδιωτών ή τοπικών αρχόντων ή ανεύθυνων συλλαλητηρίων που γίνονται με την προτροπή ή ανοχή της εκάστοτε αντιπολίτευσης. Τέτοιες ενέργειες εξάπτουν το συναίσθημα και βλάπτουν αφάνταστα και απρόβλεπτα την πατρίδα μας. Υποχρεωνόμαστε τότε να εκλιπαρούμε τους ξένους να μας προστατεύσουν αποδεχόμενοι την υποτέλειά μας σ΄ αυτούς. Η παραμικρή αφροσύνη μπορεί να εκληφθεί ως πρόκληση, οπότε θα εμφανισθούν οι εχθροί μας στη διεθνή γνώμη ότι αυτοί (αντ;)επιτίθενται αμυνόμενοι. Είναι η δεύτερη επιλογή τους, καθώς αντιλαμβάνονται ότι μόνο χωρίς τη διεθνή θέση εναντίον τους μπορούν να μας νικήσουν. Θυμίζω ότι ποτέ δεν νικήσαμε μόνοι σε πόλεμο τους Τούρκους. Όποτε νικήσαμε, είχαμε ισχυρές συμμαχίες, όπως στο Ναυαρίνο κατά την Επανάσταση του 1821, στους Βαλκανικούς πολέμους τις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τους συμμάχους που τελικά αποδείχθηκαν οι νικητές. Στις αναμετρήσεις μας ένας προς έναν, πάντοτε βγήκαν νικητές, όπως το 1897, το 1922, το 1974 (Κυπριακή τραγωδία) και στις τρεις περιπτώσεις μετά από άφρονες προκλήσεις από εμάς, ενώ δεν είμαστε προετοιμασμένοι για πόλεμο.

Μια άλλου είδους ευθύνη των κυβερνήσεων είναι να εξαλείψουν τους τζάμπα μάγκες. Αυτοί είναι συνήθως οι άνεργοι, καθώς «αργία μήτηρ πάσης κακίας» (Σόλων). Κι όταν λέω άνεργοι δεν εννοώ αυτούς που δεν εργάζονται, αλλά αυτούς που δεν θέλουν να εργασθούν. Βλέπεις, σήμερα, με την οργανωμένη κοινωνία και την αλληλεξάρτηση των πολιτών, εργασία σημαίνει απασχόληση για παραγωγή αγαθών ή προσφορά υπηρεσιών για άλλους. Έργο μιας κυβέρνησης είναι να συντονίσει προσφορά με ζήτηση, αδιάφορο αν ιδιωτικά ή δημόσια.

Διαβάστε ακόμα