Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. καθ. Καρδιολογίας

ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ

  • Τετάρτη, 1 Ιουνίου, 2016 - 06:20

Ό,τι υπάρχει αντιδρά στην εκμηδένισή τουως αναγκαστική συνέπεια της ύπαρξής του. Είναι τόσο αναγκαστική η συνέπεια, όσο και το ότι το άθροισμα των γωνιών ενός τριγώνου ισούται με δύο ορθές.

Υπάρχει κάτι, αν διαφέρει αισθητά από το περιβάλλον του, από ό,τι αυτό δεν είναι. Κάθε συστατικό του δέχεται δυνάμεις από τα υπόλοιπα συστατικά του, πουαλληλοεξουδετερώνονται, επειδή είναι ίδια ή συμπληρωματικά με αυτό, από κάθε κατεύθυνση. Αυτές είναι οι δυνάμεις συνοχής. Όμως τα συστατικά στην επιφάνειά του, στο σύνορό του με το περιβάλλον του, δέχονται δυνάμεις συνεκτικές από όσα βρίσκονται μέσα του, αλλά διαφορετικές από το περιβάλλον (συνάφεια). Έτσι, στα όρια κάθε οντότητας σχηματίζεται υποχρεωτικά ένα είδος προστατευτικού περιβλήματος, που αντιστέκεται στη μοιραία πορεία του προς την ανυπαρξία. Στην επιφάνεια του νερού σχηματίζεται η επιφανειακή τάση που σα μεμβράνη συνέχει μια σταγόνα νερού να μη σκορπίσουν τα μόριά του· στην επιφάνεια του κυττάρου υπάρχει η κυτταρική μεμβράνη, του ψωμιού η κόρα, του γάλακτος η τσίπα, του αυγού το κέλυφος, των φυτών ο φλοιός, των ζώων το όστρακο ήτο δέρμα κλπ. Η οντότητα παύει να υπάρχει σε δύο περιπτώσεις. Όταν εξαφανισθούν τα συστατικά της, π.χ. εξατμίζεται η σταγόνα του νερού· και όταν οι δυνάμεις της συνάφειας γίνουν ίδιες με τις δυνάμεις της συνοχής, π.χ. όταν η σταγόνα πέσει στον ωκεανό. Όπως τυχαία μπορεί να δημιουργηθεί μια οντότητα, έτσι και τυχαία κάποτε θα μηδενισθεί. Μόνο που οι δυνάμεις που ανέφερα καθυστερούν λίγο το μηδενισμό της. Και σ΄ αυτό το διάστημα μπορούν να γίνουν πολλά, όπως να συμβάλει, σαν καταλύτης η οντότητα στη δημιουργία άλλων οντοτήτων, αφήνοντας έτσι απογόνους. Κάπως έτσι γίνεται στη φύση η εξέλιξη.

Πολλές φορές αναρωτήθηκα ποια είναι η δική μου ταυτότητα. Ως ένα βαθμό η πατρίδα μας καθορίζει την ταυτότητά μας. Έχω αναπτύξει αλλού τηθέση μου για το τι σημαίνει ότι είμαι Έλληνας. Δεν είμαι όμως μόνο Έλληνας. Ο Παλαμάς σε μια σειρά από σονέτα (Πατρίδες) αναλύει με απαράμιλλο τρόπο την ταυτότητά του. Ξεκινάει από το Μεσολόγγι, την καταγωγή του, και, περνώντας από Αθήνα, τις ποικίλες περιοχές της Ελλάδας κι από Αίγυπτο, Φοινίκη, όλη την Ελλάδα, τις Παραδουνάβειες, Βαλκανικές πατρίδες, όλες τις Ηπείρους, ταξιδιώτης σ΄ ολόκληρο το Σύμπαν, καταλήγει στα τέσσερα στοιχεία, αέρα, γη, νερό, φωτιά. Είμαι λοιπόν Έλληνας, Ευρωπαίος, Άνθρωπος, μέρος του Σύμπαντος. Όμως έρχεται κάποια στιγμή και πρέπει να παλέψει κάποιος για την πατρίδα του, για την ταυτότητά του. Και τότε, με όλη αυτή την ασάφεια μεταξύ συνοχής και συνάφειας, βρίσκεται σε τραγικό δίλημμα. Οι αρχαίοι Αθηναίοι το βίωσαν όταν έπρεπε να αποφασίσουν ποια ήταν η πατρίδα τους: Ήταν η Αθήνα για την οποίαν είχαν πολεμήσει και είχαν διαμορφώσει ακριβώς όπως την ήθελαν; Αυτή την Αθήνα υποστήριζε ο μεγαλύτερος ρήτορας όλων των αιώνων, ο Δημοσθένης. Ή, ήταν η Ελλάδα ολόκληρη; Οι Αθηναίοι είχαν μάθει να υπερασπίζονται με θυσίες δικές τους το σύνολο των Ελλήνων («λλήνωνπρομαχοντεςθηναοι…»), αντίθετα από τους Σπαρτιάτες που μάχονταν για τη Σπάρτη, όχι για την Ελλάδα («ξεν, γγέλλεινΛακεδαιμονίοις…»). Αυτή την πανελλήνια στάση εκπροσωπούσε ο Ισοκράτης θεωρώντας πως το έθνος των Ελλήνων δεν καθορίζεται από τη γενιά τους, αλλά από την παιδεία τους. Και οι Μακεδόνες, τρομακτική απειλή για την Αθήνα εκείνης της εποχής, είχαν την ίδια παιδεία με όλους τους άλλους Έλληνες. Ο Φίλιππος ήταν τελικά –όχι οι Αθηναίοι – ο πρώτος ενωτής των Ελλήνων.

Το δίλημμα επαναλήφθηκε στο Βυζάντιο. Η Πόλη ήταν το 1453 καταδικασμένη εκ των πραγμάτων και οι Βυζαντινοί έπρεπε να αποφασίσουν αν θα υποταχθούν στους μουσουλμάνους Τούρκους ή στην καθολική Δύση. Παρά την ηρωική θυσία του τελευταίου βασιλιά των Ρωμαίων, του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, επικράτησαν οι Τούρκοι (που η πλειονότητά τους ήταν εκτουρκισμένοι Βυζαντινοί). Κάτω από τους Οθωμανούς διατηρήσαμε την ταυτότητά μας ακρωτηριασμένη, αγνώριστα παραμορφωμένη.

Και σήμερα ποια είναι η ταυτότητά μας; Είμαστε πρώτιστα ΈλληνεςήΕυρωπαίοι; Η δική μου θέση είναι ότι πρέπει να πάμε πιο βαθιά. Να αποφασίσουμε τι θέλομε να κάνουμε, οποιαδήποτε γη κι αν είναι η πατρίδα μας. Η θεμελιώδης κληρονομιά μας είναι εκείνη του προπάτορά μαςτου Προμηθέα, δηλαδή Γνώση και Τέχνη, όπως μάλιστα διαμορφώθηκε με την προσθήκη της Αγάπης από τη διδασκαλία του Ιησού. Πατρίδα μας είναι ο χώρος που έχομε διαμορφώσει σύμφωνα με τη Γνώση, την Τέχνη και την Αγάπη μας. Ποια είναι αυτή; «νδρνπιφαννπσαγτάφος». Η γεωγραφίατου τόπουμας, ωστόσο, συνέβαλε στη δημιουργία της ταυτότητάς μας. Αρκεί να διατηρήσουμε την παιδεία μας, που στα όρια της Ευρώπης οφείλει ούτε ίδιανα είναι ούτε αντίθετη, αλλά συμπληρωματική. Η μεγάλη οικογένεια των Ευρωπαίων είναι ακόμη αδιαμόρφωτη και επικρατεί ο νόμος της ζούγκλας. Ο ισχυρότερος τρώει τον ασθενέστερο. Η αγάπη («αλληλεγγύη!») μεταξύ των εθνών είναι συχνά κτητική, όπως λέγαμε αλλού, κι ο έρωτας «κατάκτηση», όχι αγάπη. Σ΄ αυτή την αδιαμόρφωτη ακόμη οικογένεια καλούμαστε να ενταχθούμε. Για να έχουμε θέση σ΄ αυτήν, πρέπει να έχουμε μια βούληση, ένα σκοπό, ένα σχέδιο να προσφέρουμε, που θα το ανταλλάξουμε συμπληρωματικά με ό,τι μας λείπει και μπορεί να το παράσχει η ευρύτερη Πατρίδα. Αν εξομοιωθούμε με αυτούς, χάνομε την ταυτότητά μας, όπως η σταγόνα στον ωκεανό.Αν εναντιωθούμε, μας κατακτούν και μας αφανίζουν όπως εξατμίζεται η σταγόνα στον ξερό αέρα. Η ιδιάζουσα γεωγραφία της Ελλάδας παίζει τεράστιο ρόλο στην παιδείας μας. Η ποικιλία εδάφους σε τόσο περιορισμένη γεωγραφική επιφάνεια και η θέση της στο τρίστρατο τριών Ηπείρων έχει συμβάλει στη διαμόρφωση των Ελλήνων και στον εξελληνισμό όσων επήλυδων εγκαταστάθηκαν ανά τους αιώνες στον τόπο μας. Χρειάζεται επιπλέον σύσφιγξη των επαφών μας με το πλήθος των Ελλήνων που είναι διάσπαρτοι στα πέρατα του κόσμου, για να διατηρήσουν την επαφή τους με την προγονική παιδεία. Ο σταθερά εντεινόμενοςυπογεννητισμός στην Ελλάδα, με τη φυγή των νέων, λόγω της πολυετούς κρίσης, όχι μόνο δεν μείωσε, αλλά και αυξάνει τον πληθυσμό με την αθρόα μετανάστευση (προσέλκυση) λαών από υπερπληθυσμιακέςκαι πάσχουσες χώρες. Αυτούς τους εγκλωβίζουν οι εταίροι μας εδώ. Ο υπερπληθυσμός δεν είναι τόσο απλό ζήτημα που να αντιμετωπίζεται απλά με περιορισμό των γεννήσεων. Το πρόβλημα επομένως δεν είναι πώς θα απαλλαγούμε από αυτούς, αλλά πώς θα τους αφομοιώσουμε με αμοιβαία γόνιμο τρόπο. Πόση είναι όμως η αφομοιωτική ικανότητά μας; Στο παρελθόν υπήρξε μέγιστη. Εξακολουθεί να είναι;

Διαβάστε ακόμα