Η ετήσια έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ

Απέτυχαν τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής

Η τραγική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και η συρρίκνωση των εισοδημάτων των πολιτών, όπως και τα αυξημένα ποσοστά ανεργίας, αποτελούν στοιχεία που σκιαγραφούν την υπάρχουσα αρνητική κατάσταση, όπως καταγράφεται στην ετήσια έκθεση για την Ελληνική Οικονομία και την Απασχόληση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ για το 2015.

Μέσω των στοιχείων της έκθεσης, γίνεται εμφανής η ύφεση στην οποία έχουν οδηγήσει τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής, που απέτυχαν να ωθήσουν την ελληνική οικονομία στη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη.

Η έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση του έτους 2015, όπως ανέφερε και στην εισήγηση του ο Επιστημονικός Δ/ντής του, Αναπληρωτής Καθηγητής του Οικονομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Αργείτης, στοχεύει πρώτον, στην αξιολόγηση των επιπτώσεων των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής, τη συμβατότητά τους με το ελληνικό μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και τις συνέπειές τους στην οικονομία και την κοινωνία με έμφαση στις εξελίξεις στη διάρκεια του 2014 και δεύτερον, στην παρουσίαση των βασικών πυλώνων της πρότασης οικονομικής πολιτικής του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την έξοδο της χώρας από την οικονομική και κοινωνική κρίση.

Υποβάθμιση του επιπέδου ζωής

Σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην έκθεση εκτιμάται ότι η επιβολή βίαιης δημοσιονομικής και εισοδηματικής λιτότητας και απομόχλευσης στο πλαίσιο του αναπτυξιακού μοντέλου της ελληνικής οικονομίας, αναπόφευκτα προκάλεσε τον

εγκλωβισμό της ελληνικής οικονομίας σε τρεις θανάσιμες παγίδες: Στην παγίδα δημόσιου χρέους, που κρατά την οικονομία συνεχώς στο χείλος της χρεοκοπίας και επιτρέπει στους δανειστές να ασκούν ασφυκτικές πιέσεις σε βάρος της εθνικής μας κυριαρχίας και ανεξαρτησίας.

Στην παγίδα λιτότητας, η οποία συρρικνώνει την

οικονομική δραστηριότητα και καθιστά το τραπεζικό σύστημα εύθραυστο και τη χώρα αφερέγγυα, υπονομεύοντας τη δυνατότητά της να αποπληρώσει το χρέος της.

Στην παγίδα ρευστότητας, που πνίγει καθημερινά την πραγματική οικονομία και κάθε επενδυτική και παραγωγική δραστηριότητα, δημιουργώντας σημαντικές αρνητικές επιδράσεις στους εργαζομένους και στο βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων.

Κατά την παρουσίαση του κ. Αργείτη έγινε ειδική επισήμανση και για την αποδόμηση των εργασιακών σχέσεων και τη μείωση μισθών, αναφέροντας ότι με σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων και πλήθος ρυθμίσεων οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών απορρύθμισαν τις εργασιακές σχέσεις στοχεύοντας στη δραστική μείωση του κόστους εργασίας και τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

Ο πυρήνας της φιλοσοφίας των παρεμβάσεων είναι: η ενίσχυση ευέλικτων μορφών εργασίας σε βάρος της πλήρους και σταθερής απασχόλησης, η υπονόμευση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η αποδόμηση των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, η ελαστικοποίηση του χρόνου εργασίας και η απορρύθμιση της εργατικής προστασίας και η απελευθέρωση των απολύσεων.

Η υποβάθμιση του επιπέδου ζωής των Ελλήνων καταγράφεται στα στοιχεία ου παρατίθενται στην έκθεση, βάσει των οποίων

α) η αγοραστική δύναμη του πραγματικού κατώτατου μισθού την περίοδο 2010-2014 μειώθηκε κατά 24,9% και κατά 34,5% για τους νέους κάτω των 25 ετών.

β) η θέση της Ελλάδος στην κατάταξη των χωρών που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό κατρακύλησε από την έβδομη στη δέκατη (ή στην ενδέκατη μετά την εισαγωγή του κατώτατου μισθού στη Γερμανία από το 2015). Είναι χαμηλότερος από τον αντίστοιχο κατώτατο μισθό της Ισπανίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας, σε αντίστοιχο επίπεδο με τον κατώτατο μισθό της Πολωνίας.

γ) η μερική απασχόληση έχει κατακλύσει την αγορά σε ποσοστό 70%. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν θέσεις πλήρους απασχόλησης ή ότι οι εργαζόμενοι δέχονται λόγω της ανεργίας να αμείβονται με τον μισθό της μερικής απασχόλησης, παρότι δουλεύουν 8ωρο.

δ) οι απόφοιτοι λυκείου θίγονται περισσότερο από την ανεργία (28,6%) συγκριτικά με τους πτυχιούχους ΑΕΙ/ΤΕΙ (20%) και τους κατόχους μεταπτυχιακών (12,5%).

ε) οι επιχειρήσεις, παρά την εσωτερική υποτίμηση, δεν μείωσαν τις τιμές, ούτε περιορίστηκαν τα φαινόμενα ολιγοπωλίων στην αγορά.

Προτάσεις σχεδιασμού οικονομικής πολιτικής

Αναφερόμενος στην πρόταση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, ο κ. Αργείτης σημείωσε ότι η αποτυχία της ελληνικής κυβέρνησης να διαπραγματευτεί μια αξιόπιστη, ρεαλιστική εναλλακτική οικονομική πολιτική εξόδου από τη λιτότητα και την οικονομική κρίση είχε ως αποτέλεσμα η χώρα να βρίσκεται σε πορεία εφαρμογής νέου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής.

Η νέα Δανειακή Συμφωνία και το Μνημόνιο ΙΙΙ δεν θα επιτρέψουν στη χώρα να απεγκλωβιστεί από την ύφεση τα αμέσως επόμενα χρόνια.

Η Ελλάδα χρειάζεται επειγόντως αλλαγή μοντέλου οικονομικής πολιτικής στο πλαίσιο μιας νέας στρατηγικής εξόδου της οικονομίας από την κρίση χρέους, την αποπληθωριστική ύφεση και την απομόχλευση.

Πρότεινε τρεις πυλώνες βραχυπρόθεσμου σχεδιασμού της οικονομικής πολιτικής που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην έξοδο της οικονομίας από την κρίση και στη διαμόρφωση συνθηκών οικονομικής και κοινωνικής σταθερότητας.

Α) Την εναλλακτική στρατηγική διαχείρισης της βιωσιμότητας του χρέους, αναφέροντας πως το βιώσιμο πρωτογενές πλεόνασμα ορίζεται βάσει των πραγματικών αναπτυξιακών και κοινωνικών δυνατοτήτων της Ελλάδας και δομικών μεταρρυθμίσεων και ειδικότερα βάσει: της αύξησης του ΑΕΠ, της δίκαιης και αναπτυξιακής μεταρρύθμισης του φορολογικού συστήματος, της παραγωγικής αναδιάρθρωσης των δημόσιων δαπανών, της αναδόμησης του φορο-εισπρακτικού μηχανισμού και της ουσιαστικής αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής.

Β) Την ενεργοποίηση της εγχώριας ζήτησης για την επανεκκίνηση της οικονομίας, με πρώτον, με αύξηση των επενδύσεων. Προτείνουμε η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους να περιλαμβάνει «ρήτρα επανεπένδυσης των τόκων» ως μηχανισμό χρηματοδότησης των επενδύσεων και δεύτερον, με αύξηση της κατανάλωσης με τη θεσμοθέτηση «προγραμμάτων εγγυημένης απασχόλησης».

Γ) Επαναρρύθμιση της αγοράς εργασίας και αποκατάσταση του συστήματος των συλλογικών διαπραγματεύσεων, των συλλογικών συμβάσεων και του κατώτατου μισθού, προτε’ινοντας ενδεικτικά Ενδεικτικά προτείνουμε την αποκατάσταση της ενότητας των όρων της ΕΓΣΣΕ και καθολική εφαρμογή και των μισθολογικών της όρων, την επαναφορά της μετενέργειας για το σύνολο των όρων εργασίας και της εξάμηνης παράτασης ισχύος των όρων της ΣΣΕ (με δυνατότητα περαιτέρω παράτασης) και την κατάργηση της υπερίσχυσης της επιχειρησιακής ΣΣΕ έναντι κλαδικών ή ομοιοεπαγγελματικών ΣΣΕ κατά παρέκκλιση της αρχής της ισχύος της ευνοϊκότερης για τον εργαζόμενο διάταξης.