Ο τοίχος της Σμύρνης

  • Πέμπτη, 19 Ιανουαρίου, 2023 - 11:26

Εκατό χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων συμμετέχει στις εκδηλώσεις μνήμης, φιλοξενώντας στον 1ο όροφο του πρώην Δημόσιου Καπνεργοστασίου ένα τρίπτυχο εκθέσεων εμπνευσμένων από την επέτειο 1922-2022, οι οποίες διαπραγματεύονται με όρους διαφορετικούς, αλλά συμπληρωματικούς και συνδιαλεγόμενους, διαφορετικές όψεις ενός γεγονότος-τομής για τον Ελληνισμό.

Από μία έκθεση για την επέτειο από τη Μικρασιατική καταστροφής δεν θα μπορούσε να μην υπάρχει, με οποιονδήποτε τρόπο, η παρουσία της Σύρου, η οποία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της προσφυγιάς. Συγκεκριμένα, μέσα από το έργο της Συριανής καλλιτέχνιδος Αγνής Ρούσσου “Izmir wall”, η Σύρος και η μουσική παράδοση του ρεμπέτικου, που γεννήθηκε μεν στην Μικρά Ασία αλλά γιγαντώθηκε μέσα από τα χέρια του Συριανού Μάρκου Βαμβακάρη, φιλοξενούνται στη σημαντική αυτή εικαστική έκθεση.

Λίγα λόγια για το έργο

“Το 1922 οι Μικρασιάτες, μέσα από τις φλόγες έφεραν στην Ελλάδα το ρεμπέτικο. Η μουσική αυτή ήταν ο συγκερασμός από Βυζαντινούς, Ανατολίτικους και παραδοσιακούς ήχους. Οι πρόσφυγες έφεραν στη νέα τους πατρίδα, στις φτωχογειτονιές, γύρω από τα εργοστάσια, τραγούδια που μιλούσαν για τον πόνο, τον χαμένο έρωτα, τη νοσταλγία και την ξενιτιά. Τα λιμάνια του Πειραιά, της Θεσσαλονίκης και της Κωνσταντινούπολης γέμιζαν με ήχους σε ρυθμούς καρσιλαμά, τσιφτετελιού, χασάπικου, ζεϊμπέκικου”. Με αυτά τα λόγια περιγράφει το έργο της η Αγνή Ρούσσου, το οποίο εντάσσεται στο τρίτο μέρος της έκθεσης με τίτλο «Πρόσφυγες: 1922+ επιβίωση-ενσωμάτωση», ενώ αφηγείται στην “Κοινή Γνώμη” την πηγή έμπνευσής της: “ Πριν λίγα χρόνια είχα πάει μόνη μου ένα ταξίδι στη Σμύρνη. Μία από τις εικόνες που χαράχτηκαν στο μυαλό μου ήταν μία πολύ μεγάλη τοιχογραφία με δερβίσηδες, ντέφια και καρσιλαμάδες. Όταν καλέστηκα να ζωγραφίσω για την έκθεση, ήρθε αυτή η εικόνα στο μυαλό μου και θέλησα να ζωγραφίσω κάτι που να θυμίζει έναν τοίχο, μέσα στον οποίο απεικονίζομαι εγώ με το μπουζούκι μου. Είναι μία μεικτή τεχνική με ακρυλικά και στένσιλ με σπρέι, όπου το κόκκινο χρώμα που κυριαρχεί συμβολίζει τη φωτιά και την καταστροφή. Σχετικά με το μήνυμα ή το συναίσθημα που επιδιώκει να μεταδώσει μέσα από το έργο της, απαντά: “Ο καθένας, με τις δικές του προσλαμβάνουσες, αντιλαμβάνεται αυτό που θέλει. Δεν θέλω να κατευθύνω κάποιον να νιώσει κάτι”.

Η καλλιτέχνις

Η Αγνή Ρούσσου γεννήθηκε στη Σύρο το 1991. Ως μαθήτρια Λυκείου απέσπασε βραβεία σε καλλιτεχνικούς αγώνες σε πανελλήνιο και παγκόσμιο επίπεδο. Το 2008 βραβεύτηκε με τιμητικό δίπλωμα από τον Υπουργό Παιδείας στην μαθητική εβδομάδα Καλλιτεχνικής Έκφρασης Θεσσαλονίκης. Ολοκλήρωσε τις σπουδές της στην Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, με Integrated Master στην ζωγραφική. Στο τελευταίο έτος σπουδών, της χορηγήθηκε Υποτροφία Αριστούχων από το Πανεπιστήμιο. Το 2018 πήγε στην Σκωτία, όπου δούλεψε για τρία χρόνια ως δασκάλα ζωγραφικής και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Σχολή Καλών Τεχνών Γλασκώβης, στην Επιμέλεια Σύγχρονης Τέχνης (MLitt Curatorial Practice, Contemporary Art, GSA). Από το 2020 είναι υπεύθυνη του τμήματος ζωγραφικής στη σχολή Εν Χορδαίς & Οργάνοις, ενώ παράλληλα συμμετέχει σε ομαδικές εκθέσεις, συνέδρια και φεστιβάλ.

Η έκθεση

Η πρώτη έκθεση, με τίτλο «Ιστορίες επιβίωσης» (σε γενική επιμέλεια Μ. Καμηλάκη και επιμέλεια Μ. Βλασσοπούλου & Α. Καραπάνου, με την επιστημονική συνδρομή των Ν. Ανδριώτη, Ευ. Αχλάδη, Ευ. Καραμανέ, Γ. Καραχρήστου, Π. Ποτηρόπουλου & Σ. Ριζά), είναι αφιερωμένη στην επαγγελματική ενσωμάτωση των προσφυγικών πληθυσμών στις νέες πατρίδες και τη συμβολή τους στον εργασιακό βίο της Ελλάδας από τα πρώτα χρόνια της άφιξής τους μέχρι τη δεκαετία του 1940. Το εκθεσιακό αφήγημα αναδεικνύει την εργασία ως στρατηγική επιβίωσης για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες, ως μέσο διαμόρφωσης ατομικών και συλλογικών ταυτοτήτων και ως μοχλό κοινωνικής αναδημιουργίας και ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Με αφηγηματικό πυρήνα ένα μωσαϊκό με τα κυριότερα επαγγέλματα, αστικά και αγροτικά, και με οδηγό τις προφορικές μαρτυρίες των ίδιων των προσφύγων, παρουσιάζονται αντικείμενα, πρακτικές και συνήθειες που επεκτείνουν σημασιολογικά την έννοια της «εργασίας» ως καθημερινού βιώματος. Παράλληλα, μέσα από την αναφορά στις θεσμικές παρεμβάσεις για την εργασιακή αποκατάσταση των νέων πληθυσμών, προβάλλονται οι εθνικές διαστάσεις που προσέλαβε η διαχείριση της μαζικής εισέλευσης Μικρασιατών μετά το 1922. Συνολικά, μέσα από πολυτροπικά τεκμήρια, τα οποία έχουν συγκεντρωθεί σε συνεργασία με πάνω από σαράντα (40) δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και συλλέκτες, συγκροτείται το εννοιολογικό σύμπαν της επαγγελματικής ενσωμάτωσης των προσφυγικών πληθυσμών, που συσπειρώνεται γύρω από έννοιες-κλειδιά, όπως συνέχεια, αλλαγή, προσαρμογή, καινοτομία, κινητικότητα, πολυσυλλεκτικότητα, πρόοδος, μετασχηματισμός, εκσυγχρονισμός, ανάπτυξη.

Η δεύτερη έκθεση με τίτλο «Το 1922 στον Τύπο» (σε γενική εποπτεία Μ. Καμηλάκη, οργανωτική επιμέλεια Ε. Μουζουράκη και επιμέλεια Ε. Αντωναράκου & Έ. Δρούλια) επικεντρώνεται στην ανάδειξη της πλούσιας δημοσιογραφικής παραγωγής γύρω από τα δραματικά γεγονότα που έλαβαν χώρα το 1922, όπως αποτυπώνονται στον Τύπο της εποχής, τον μικρασιατικό (της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης, κυρίως), τον ελλαδικό (της πρωτεύουσας και της περιφέρειας), τον ομογενειακό (Η.Π.Α. και Αιγύπτου) και τον αλλόφωνο. Στην έκθεση παρουσιάζονται επίσης ενδεικτικά κυριακάτικα αφιερώματα εφημερίδων για την Καταστροφή της Σμύρνης και των «Χαμένων Πατρίδων». Τα εκτιθέμενα τεκμήρια προέρχονται από τη Συλλογή Ημερήσιου και Περιοδικού Τύπου της Βιβλιοθήκης της Βουλής.

Η τρίτη έκθεση με τίτλο «Πρόσφυγες: 1922+ επιβίωση-ενσωμάτωση» (σε γενική επιμέλεια Μ. Καμηλάκη, οργανωτική επιμέλεια Μ. Βλασσοπούλου και εικαστική επιμέλεια Ά. Τσαμκόσογλου & Μ. Κασιμάτη) μας μεταφέρει στη συγχρονία, στο επίπεδο της πρόσληψης: είκοσι επτά (27) καλλιτέχνες, πρόσφυγες οι περισσότεροι, δεύτερης και τρίτης γενιάς, καταγράφουν τις δικές τους μικροϊστορίες για το 1922, μεταπλάθοντας την πρώτη ύλη της επιβίωσης και της εγκατάστασης των δικών τους ανθρώπων σε έργο τέχνης και αφήγηση. Η συγκεκριμένη έκθεση προσφέρει μια επιπλέον ανάγνωση του αγώνα της επιβίωσης των προσφύγων, συνεισφέροντας έτσι στη σύνθεση ενός ευρύτερου εκθεσιακού συγκειμένου από κοινού με τις άλλες δύο εκθέσεις – αυτή τη φορά σύγχρονου, δυναμικού και διαλογικού, ένα είδος αφηγηματοποίησης του συλλογικού, διαχρονικού και διατοπικού τραύματος, που η Μικρασιατική Καταστροφή επέφερε. Επισημαίνεται ότι είναι η πρώτη φορά που η Βιβλιοθήκη της Βουλής υποδέχεται στο Καπνεργοστάσιο και συνδιοργανώνει μια έκθεση σύγχρονης τέχνης, και μάλιστα έργων που δημιουργήθηκαν ειδικά για τη συμπλήρωση των εκατό χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή - υπό αυτή την έννοια, επομένως, πρόκειται για μια καινοτόμο πρωτοβουλία.