Αντίδραση του Σωματείου Εργαζομένων του Δήμου Σύρου - Ερμούπολης με αφορμή την πρόσφατη συζήτηση στη Δημοτική Επιτροπή για τη χορήγηση οικονομικών βοηθημάτων

“Δεν έχει χαραχθεί σοβαρή κοινωνική πολιτική στον Δήμο”

Για ανύπαρκτη κοινωνική πολιτική στον Δήμο Σύρου - Ερμούπολης κάνει λόγο το Σωματείο Εργαζομένων, τονίζοντας πως το σύνολο των αιρετών φαίνεται να ασχολείται μόνο με το πώς παρέχονται τα οικονομικά βοηθήματα στους αδύναμους πολίτες, χωρίς ουσιαστικά να θίγει την ουσία, δηλαδή τα “πενιχρά” πολιτικά αντανακλαστικά στην χάραξη πολιτικής προς όφελος των ευάλωτων ομάδων της κοινωνίας.

Το Σωματείο επικοινώνησε με την “Κοινή Γνώμη” προκειμένου να δώσει απαντήσεις για όσα ειπώθηκαν στην πρόσφατη συνεδρίαση της Δημοτικής Επιτροπής, καθώς αιρετά πρόσωπα υποστήριξαν πως υπηρεσιακά στελέχη δεν μπορούν να αποφασίζουν για τη χορήγηση βοηθημάτων, χωρίς να γνωρίζει λεπτομέρειες το πολιτικό προσωπικό.

Το Σωματείο, δε, διακρίνοντας πως αιρετοί άφησαν υπόνοιες για “αδιαφάνεια” στην παροχή αυτών των βοηθημάτων, υπενθυμίζει πως το ίδιο το κράτος αναθέτει τη διαχείριση χρημάτων, όπως ενδεικτικά το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα ή το Επίδομα στέγασης μέσω των Υπηρεσιών.

Παράλληλα, το Δ.Σ. του Σωματείου υποστηρίζει πως, δυστυχώς, οι αιρετοί φαίνεται να μην γνωρίζουν τη νομοθεσία σχετικά με τις Επιτροπές, στις οποίες θα έπρεπε να παραπέμπει θέματα προς εξέταση και σχετική εισήγηση, ο Δήμος, μέσω των συλλογικών οργάνων του, ώστε ακολούθως και έχοντας επιστημονικά τεκμηριωμένες εισηγήσεις, τα όργανα να λαμβάνουν αποφάσεις.

Υπενθυμίζοντας, μάλιστα, πως η νομοθεσία δεν ορίζει κριτήρια για την παροχή των συγκεκριμένων οικονομικών βοηθημάτων, καλεί τον Δήμο να καθορίσει κριτήρια και να εστιάσει στην ουσία, δηλαδή στο πώς πρακτικά θα βοηθηθούν πολίτες και όχι στο αν αιρετά πρόσωπα “θα παίρνουν λίστες επιδοματούχων”, καυτηριάζοντας ακόμη και τις πιέσεις που ασκούνται από αυτοδιοικητικούς για να γνωρίζουν τα προσωπικά δεδομένα πολιτών που λαμβάνουν βοηθήματα.  

“Το Δ.Σ. συγκροτεί αφειδώς Επιτροπές που δεν αξιοποιεί”

Αρχικά, η πρόεδρος, Άννα Βαμβακάρη και το Δ.Σ. του Σωματείου, ξεκαθαρίζουν πως “δεν έχουμε σκοπό να υπεισέλθουμε στην πολιτική αντιπαράθεση που περιγράφεται στο δημοσίευμα”, ωστόσο, όπως τονίζουν “οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι, όπως προκύπτει από τις δηλώσεις που μεταφέρονται μέσω αυτού, οι αιρετοί του Δήμου Σύρου - Ερμούπολης δεν φαίνεται να έχουν συνειδητοποιήσει τον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής Κοινωνικών Υποθέσεων, ούτε και των Επιτροπών του αρ. 70 Ν. 3852/10 συνολικώς”.

Για τη λειτουργία της Κοινωνικής Επιτροπής, όπως και για άλλες που εξηγούν πως συγκροτήθηκαν με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου (αριθ. 51/2024), σημειώνουν πως ο “Καλλικράτης” προβλέπει ότι θέματα της ημερήσιας διάταξης, “ύστερα από πρόταση του δημάρχου ή του ενός πέμπτου (1/5) των μελών του Δ.Σ., μπορούν να παραπεμφθούν σε Επιτροπή με απόφαση του Δ.Σ., με την οποία καθορίζεται και προθεσμία για την υποβολή σχετικής μελέτης ή εισηγήσεως”. Επίσης, “θέματα που εισάγει προς συζήτηση η Οικονομική Επιτροπή ή η Επιτροπή Ποιότητας ζωής, (η Δημοτική Επιτροπή τώρα) παραπέμπονται σε Επιτροπή μόνο αν τη σχετική απόφαση λάβει η απόλυτη πλειοψηφία του συνολικού αριθμού των μελών του Δ.Σ.. Πλην των ανωτέρω θεμάτων, ο πρόεδρος δύναται να παραπέμπει σε Επιτροπή οποιοδήποτε άλλο θέμα και πριν από την εγγραφή του στην ημερήσια διάταξη”.

Βάσει αυτών, το Σωματείο τονίζει πως οι Επιτροπές του αρ.70 “δεν έχουν κάποια “πάγια” αρμοδιότητα, αλλά θα έπρεπε το ίδιο το Δ.Σ. να παραπέμπει σε αυτές συγκεκριμένα θέματα προς μελέτη και εισήγηση σε αυτό”. Ως εκ τούτου, σημειώνει πως “εδώ, προκύπτει ζήτημα ορθής λειτουργίας του ίδιου του Δήμου που, ενώ συγκροτεί αφειδώς Επιτροπές, στην πραγματικότητα δεν τις αξιοποιεί όπως θα έπρεπε”.

Η νομοθεσία δεν καθορίζει κριτήρια

Παρακάτω, η πρόεδρος και τα μέλη του Σωματείου επισημαίνουν πως σε ό,τι τώρα αφορά την παροχή έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης σε πολίτες “αυτή προβλέπεται από το αρ. 202 Ν. 3463/06 (όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει), σύμφωνα με το οποίο “σε εξαιρετικές περιπτώσεις, καθώς και για την αντιμετώπιση έκτακτης και σοβαρής ανάγκης επιτρέπεται να χορηγούνται στους οικονομικά αδύνατους κατοίκους, τους τρίτεκνους και πολύτεκνους είδη διαβίωσης ή περίθαλψης, κυρίως ιατροφαρμακευτικής και νοσοκομειακής, με απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου. Με τους ίδιους όρους επιτρέπεται να χορηγούνται χρηματικά βοηθήματα (...)”. Ωστόσο, σημειώνουν πως “η νομοθεσία δεν έχει καθορίσει ένα συγκεκριμένο πλέγμα κριτηρίων με βάση τα οποία θα χορηγούνται οι ενισχύσεις αυτές, ούτε και έχει ορίσει τον τρόπο διαχείρισης των αιτημάτων”. Με άλλα λόγια εξηγούν πως “θα ήταν δυνατό οι πολίτες να απευθύνονται απευθείας στα θεσμικά όργανα του Δήμου (και όχι στην Κοινωνική Υπηρεσία) και από εκεί να αποφασιζόταν η ενίσχυσή τους ή μη”. Διευκρινίζουν, βέβαια, πως “ο λόγος για τον οποίον η εισήγηση - πρόταση γίνεται υπηρεσιακώς (και συγκεκριμένα από μια Υπηρεσία που διαθέτει κοινωνικούς λειτουργούς και άλλους κοινωνικούς επιστήμονες), θα έπρεπε να είναι αυτονόητος: οι πολίτες πρέπει να απευθύνονται σε μια υπηρεσία που (εν αντιθέσει με τη νομοθεσία που δεν έχει κάνει συγκεκριμένες προβλέψεις) διαθέτει συγκεκριμένο πλέγμα αρμοδιοτήτων και προσεγγίζει εξατομικευμένα και κατά επιστημονικό τρόπο τους πολίτες που απευθύνονται σε αυτή”.

Την ίδια ώρα, θέτουν το ερώτημα “για ποιον λόγο να πρέπει να γνωρίζει ένα μέλος Επιτροπής (αιρετός ή μη) τα απολύτως ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα ενός πολίτη; Αν είναι ασθενής, από τι ασθένεια πάσχει, αν είναι οικονομικά ή κοινωνικά ευάλωτος;”.

“Οι πιέσεις για στοιχεία πολιτών είναι τεράστιες”

Σε συνέχεια των ανωτέρω, σημειώνουν πως αυτή η αναφορά γίνεται δημοσίως πλέον, καθώς “συστηματικώς αιρετοί απαιτούν από την Κοινωνική Υπηρεσία και το Κέντρο Κοινότητας να τους χορηγηθούν στοιχεία πολιτών που με οποιονδήποτε τρόπο επιδοτούνται από το κράτος ή τον Δήμο”.

“Οι δε πιέσεις που κατά καιρούς δέχεται η Υπηρεσία είναι τεράστιες”, προσθέτει χαρακτηριστικά το Σωματείο.

Παρακάτω και σε καυστικό τόνο, υποστηρίζουν ακόμη πως “εδώ οι αιρετοί που αναφέρονται στο ζήτημα τι έχουν να πουν; Για ποιον λόγο θέλουν αιρετοί “λίστα” επιδοματούχων ή καθ’ οποιονδήποτε τρόπο ενισχυόμενων πολιτών; Τι θα την κάνουν; Αυτά είναι ερωτήματα προς άμεση διερεύνηση και επίλυση από τους αιρετούς που κόπτονται για τη λειτουργία μιας Επιτροπής της οποίας, εν τέλει, ο τρόπος λειτουργίας έχει προβλεφθεί από τη νομοθεσία”.

Για τον Δήμο η κοινωνική πολιτική “αποτελεί… πάρεργο”

Ακολούθως, το Σωματείο δίνει απάντηση και στο ότι κοινή παρατήρηση αυτοδιοικητικών που μίλησαν για το θέμα είναι πως δεν μπορεί ο ρόλος των αιρετών και της Επιτροπής να υποβαθμίζεται και να γίνεται διάκριση για το ότι από τα μέλη της θα διαρρεύσουν προσωπικά δεδομένα, ενώ από τους υπαλλήλους, δεν μπορεί αυτά να μεταφερθούν.

“Ας σημειώσουμε εδώ, για την ιστορία, ότι ο ρόλος της εν λόγω Επιτροπής (και πολλών ακόμη) υποβαθμίζεται ούτως ή άλλως όταν αιρετοί που συμμετέχουν σε αυτή θεωρούν ότι ο ρόλος της θα έπρεπε να είναι να αποφασίζει τη χορήγηση ή μη οικονομικών βοηθημάτων”, υποστηρίζουν συγκεκριμένα, εξηγώντας πως σύμφωνα με το σκεπτικό του Σωματείου “στο δικό μας το μυαλό, μια τέτοια Επιτροπή θα έπρεπε να εισηγείται σοβαρά θέματα που αφορούν τη χάραξη κοινωνικής πολιτικής σε έναν Δήμο που η κοινωνική πολιτική αποτελεί “πάρεργο” και καμία σοβαρή πολιτική δεν έχει χαραχτεί και εφαρμοστεί τα τελευταία χρόνια”.

“Θίγετε την υπόληψη υπαλλήλων, καθορίστε κριτήρια”

Προτού ολοκληρώσουν τις απαντήσεις τους, η πρόεδρος και τα μέλη του Δ.Σ. τοποθετούνται και αναφορικά με όσα υποστήριξε ο επικεφαλής της παράταξης “Σύρος εξ αρχής”, Νίκος Αλμπανόπουλος, πως “αν αφήσεις μία Υπηρεσία, σε βάθος χρόνου, ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί σε αυτές τις χορηγίες και με ποια διαδικασία θα τις χορηγήσει”.

“Ενώ για παράδειγμα, με δύο αιρετούς και τρεις πολίτες ο κ. Αλμπανόπουλος είναι σίγουρος για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί, όταν Υπηρεσία είναι η μόνη που μπορεί να κάνει πράξη την ορθή διαδικασία της χορήγησης της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης κοινωνικού χαρακτήρα”, σχολιάζουν, λέγοντας ακόμη πως “το ίδιο το κεντρικό κράτος, της έχει αναθέσει τη διαχείριση χρημάτων που αφορούν στην καταβολή για το Ελάχιστο Εγγυημένο Εισόδημα, επίδομα στέγασης, επίδομα αναπηρικό κ.ο.κ”. Υπογραμμίζουν, μάλιστα, πως “στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι διευκολύνσεις του κράτους προς τον πολίτη, δίνονται μέσω των Υπηρεσιών και όχι μέσω των αιρετών για τους  λόγους που όλοι φαντάζεστε(!)”.

Τέλος, καλούν τον Δήμο να μεριμνήσει για καθορισμό κριτηρίων αναφορικά με τα επιδόματα, από τη στιγμή που αιρετά πρόσωπα άφησαν αιχμές για αδιαφανείς διαδικασίες. “Επειδή είναι σαφές ότι τίθενται ζητήματα διαφάνειας και υπονοείται ότι οι διαδικασίες “πρότασης-εισήγησης” - και όχι απόφασης - εκ μέρους του επιστημονικού προσωπικού του Τμήματος Κοινωνικής Προστασίας του Δήμου είναι αδιαφανείς, κάτι το οποίο θίγει την τιμή και την υπόληψή των συναδέλφων μας, ζητούμε να καθοριστούν οι διαδικασίες χορήγησης της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης (σύμφωνα με το άρθρο 202 § 2, περί “Επιχορηγήσεων και Βοηθημάτων” του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων του Ν.3463/2006) με απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου, όπως αντίστοιχα έχει γίνει με το πρόγραμμα “Επισιτιστική Αρωγή προς Ευπαθείς Ομάδες του Πληθυσμού” (αρ. απόφασης 99/16-03-2018)”.