Ο Λόγος του Θεού κάθε Κυριακή

Η ασπλαχνία και η ευσπλαχνία: η μία απέναντι στην άλλη

  • Σάββατο, 16 Απριλίου, 2016 - 11:39

Το μεγαλείο της αγάπης και ο σκοπός του Θεού στη ζωή του ανθρώπου φωτίζεται περισσότερο μέσα από το δίλημμα μεταξύ της αγάπης και της δικαιοσύνης του Θεού πατέρα, όπως περιγράφεται στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και στη συνάντηση του Ιησού με τη μοιχαλίδα, που φέρνουν ενώπιόν του για να τον δοκιμάσουν.

Όπως σημειώνει ο π. Γιάννης Μαραγκός, οι ειδήσεις και ιδιαίτερα οι πικάντικες τρέχουν γρήγορα και μαζεύουν πολύ κόσμο. Έτσι συνέβη και τότε. Κάποιος φώναζε «τους έπιασαν. Αυτός όμως το έσκασε. Εντάξει παιδί μου, άνδρας είναι, αλλά η γυναίκα»; Σύμφωνα με τη νοοτροπία εκείνης της εποχής, για όλα φταίει η γυναίκα.

Στην ευαγγελική περικοπή του Ιωάννη διαβάζουμε ότι οι Φαρισαίοι φέρνουν μια μοιχαλίδα μπροστά στον Ιησού και του λένε, «δάσκαλε αυτή η γυναίκα την έπιασαν επ’ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία. Ο Μωυσής έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε τέτοιες γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις; Ο σκοπός τους δεν ήταν η απόδοση δικαιοσύνης εκείνοι είχαν ήδη αποφασίσει ότι έπρεπε ήδη να λιθοβοληθεί όπως προέβλεπε ο νόμος του Μωυσή. Θέλουν όμως να δουν τι θα κάνει αυτός ο ξυλουργός από Ναζαρέτ που παρουσιάζεται ως διδάσκαλος και προφήτης. Θα αγνοήσει τον νόμο για χάρη της διδασκαλίας του ή όχι; Θα κρατήσει τον φιλεύσπλαχνο Θεό που διδάσκει ή χάρη του νόμου θα ξαναδώσει τη θέση στον Θεό τιμωρό;

«Οι δάσκαλοι του νόμου και οι Φαρισαίοι, έφεραν στον Ιησού μια γυναίκα που την είχαν πιάσει να διαπράττει μοιχεία, και του είπαν: «διδάσκαλε, αυτή τη γυναίκα την έπιασαν επ’ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία. Ο Μωυσής στο νόμο μας έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε τέτοιου είδους γυναίκες. Εσύ τι γνώμη έχεις?» Αυτό το έλεγαν για να του στήσουν παγίδα, ώστε να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του.

Ο Ιησούς τότε έσκυψε κάτω και με το δάκτυλο έγραφε στο χώμα. Καθώς όμως επέμεναν να τον ρωτούν, σηκώθηκε πάνω και τους είπε: «ο αναμάρτητος υμών, πρώτος βαλέτω λίθον επ’ αυτήν».  Κι έσκυψε πάλι κάτω κι έγραφε στο χώμα. Αυτοί όμως, όταν άκουσαν την απάντηση, άρχισαν με πρώτους του γεροντότερους να φεύγουν ένας –ένας, μέχρι και τον τελευταίο, και έμεινε μόνος ο Ιησούς και η γυναίκα στη μέση.

Τότε σηκώθηκε όρθιος ο Ιησούς και τη ρώτησε: ‘γυναίκα, πού είναι οι κατήγοροί σου? Κανένας δεν σε καταδίκασε?»

Εκείνη απάντησε: «Κανένας ,Κύριε». «ούτε εγώ σε καταδικάζω», είπε ο Ιησούς. «πήγαινε, κι από δω και πέρα μην αμαρτάνεις πιά».

Μέσα από τα λόγια του, ο Ιησούς αφήνει τόσο εκείνους που γνωρίζουν τον νόμο όσο και εκείνους που τον παραβήκαν να σκεφτούν τις πράξεις τους.