Τροπολογία για το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελίστριας Τήνου προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Ιεράς Συνόδου

Το ΠΙΙΕΤ επανήλθε στο πρότερο καθεστώς

Επαναφορά στο πρότερο καθεστώς διοίκησης του Πανελλήνιου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελίστριας Τήνου, κατόπιν της ψήφισης της τροπολογίας από την Ολομέλεια της Βουλής, με την οποία επανέρχονται τα οριζόμενα, στην από ενάρξεως λειτουργία του το 1823, περί της διοικήσεως του, βάσει των προσδιοριζόμενων από τους δωρητές.

Με κατάργηση, μέσω τροπολογίας, των διατάξεων του ν.4301/2014, που ενίσχυαν τον ρόλο της εκκλησίας στη διοίκηση του Ιδρύματος, αυτό επανέρχεται στην πρότερη διοικητική του κατάσταση, προκαλώντας αντιδράσεις, θετικές και αρνητικές, εκ μέρους των εμπλεκομένων πλευρών.

Πολιτικές, αυτοδιοικητικές, εκκλησιαστικές και κοινωνικές προεκτάσεις λαμβάνει το θέμα της ψήφισης της τροπολογίας για το ΠΙΙΕΤ, εγείροντας ενστάσεις και προκαλώντας εντάσεις μεταξύ των εμπλεκομένων.

Τόσο το υπουργείο Παιδείας σε σχέση με την Ιεραρχία της Εκκλησίας, όσο και μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων, αλλά και στους συνεργαζόμενους πολιτικούς σχηματισμούς της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Ποταμιού, καταγράφονται ρήγματα λόγω της υπεράσπισης αντιθέτων θέσεων σχετικά με το Πανελλήνιο Ιερό Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Πολλές οι δημόσιες τοποθετήσεις των άμεσα εμπλεκόμενων με το θέμα, χωρίς όμως, μέχρι στιγμής, να έχει διατυπώσει δημοσίως άποψη επ’ αυτού, αν και του ζητήθηκε από την «Κοινή Γνώμη», ο Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος Β΄.

Η τροπολογία

Την τροποποίηση των διατάξεων των σχετικών με τη διοίκηση του ΠΙΙΕΤ αφορά η τροπολογία την οποία συνυπέγραψαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Ξυδάκης, Α. Συρίγος, Ν. Συρμαλένιος, Ν. Μανιός και Θ. Μεγαλοοικονόμου, ο βουλευτής του Ποταμιού Σπ. Δανέλλης και οι βουλευτές των Ανεξάρτητων Ελλήνων Κ. Ζουράρις και Θ. Παπαχριστόπουλος.

Σύμφωνα με την τροπολογία καταργείται το άρθρο 50 και η παράγραφος 1 του άρθρου 26 όπως και η παράγραφος 6 του άρθρου 51 του νόμου 4301/2014, βάσει των οποίων ενισχυόταν ο ρόλος τα εκκλησίας στη διοίκηση του Ιδρύματος.

Συγκεκριμένα, με την τροπολογία, επανέρχεται ο πρότερος τρόπος εκλογής της Διοικούσας Επιτροπής του Ιδρύματος, όπως αυτός καθοριζόταν από τις διατάξεις του νόμου του 1976, καταργώντας επί τα ουσίας τον ενισχυμένο, όπως προέκυψε από τη ρύθμιση του 2014, ρόλο του επιχώριου Μητροπολίτη.

Όπως αναφέρεται στην τροπολογία «Η θητεία της Διοικούσας Επιτροπής του Πανελληνίου Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου,  οποία διορίσθηκε με την αριθ. πρωτ. 79956/1-12-2017 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου και τα αιρετά μέλη που είχαν εκλεγεί την 10 Δεκεμβρίου 2017 λήγει στις 30 Ιουνίου 2018. Με απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, η οποία θα εκδοθεί το αργότερο ως τις 15 Ιουνίου 2018 προκηρύσσονται αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των αιρετών μελών της νέας Διοικούσης Επιτροπής του Ιδρύματος. Οι αρχαιρεσίες θα διεξαχθούν, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 349/1976 και η νέα Διοικούσα Επιτροπή θα αναλάβει τα καθήκοντα της από 30 Οκτωβρίου 2018».

Αντίδραση, περιουσία, αντιδημοκρατικότητα

Έντονη η αντίδραση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, καθώς ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος κατέστησε, μέσω επιστολής του προς τον υπουργό Παιδείας, σαφή την εναντίωση της εκκλησίας στις αλλαγές που επιφέρει η επίμαχη τροπολογία, ζητώντας την καταψήφιση της.

Στην επιστολή αναφέρεται ότι το ΠΙΙΕΤ είναι «το κρατικό Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, που διοικεί τον πανελλήνιας λατρευτικής σημασίας Ιερό Ναό της Ευαγγελιστρίας Τήνου και την περιουσία του», γεγονός που μαρτυρά τον σημαίνοντα για την Ιερά Σύνοδο ρόλο της περιουσίας του Ιδρύματος, ενώ ευθέως στοχοποιούνται και αυτοδιοικητικοί παράγοντες του νησιού, που εξ αρχής είχαν αντιταχθεί στην αλλαγή του τρόπου διοίκησης του.

Όπως αναφέρεται σχετικά στην επιστολή «Δυστυχώς ελάχιστοι τοπικοί παράγοντες της Τήνου συνεχίζουν να παραπληροφορούν, δεν εννοούν να καταλάβουν ότι αφ' ενός το Ίδρυμα της Ευαγγελιστρίας Τήνου είναι «Πανελλήνιο» και «Ιερό Ίδρυμα», επειδή διοικεί Ιερό Ναό με την περιουσία του, και όχι «δημοτική επιχείρηση», και ότι αφ’ ετέρου η περιουσία του συγκεντρώθηκε από την ευλάβεια του Ελληνικού Λαού στην Παναγία Θεοτόκο και τον Ιερό Ναό της».

Πέραν αυτού, η Ιερά Σύνοδος φαίνεται, κατ’ εξυπηρέτηση των απόψεων της, να τίθεται υπέρ του διαχωρισμού Εκκλησίας-Κράτους, παραθέτοντας τις απόψεις της Κομματικής Οργάνωσης Βάσης Τήνου του ΚΚΕ που διατυπώνει τη θέση ότι «Θέση του ΚΚΕ είναι ότι ο έλεγχος του κράτους πρέπει να περιοριστεί στη διακρίβωση των τυπικών προϋποθέσεων, χωρίς να παρεμβαίνει στην εσωτερική οργάνωση των θρησκευτικών ενώσεων, των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων κ.λπ.», εκφράζοντας την απορία «πως είναι δυνατόν βουλευτές, και μάλιστα από πολιτικούς χώρους, που τάσσονται υπέρ των «διακριτών ρόλων» η υπέρ του «χωρισμού Κράτους-Εκκλησίας» και της απόλυτης «θρησκευτικής ουδετερότητας» του Κράτους, να εισηγούνται μεταβολές στην Καταστατική Νομοθεσία της Εκκλησίας της Ελλάδος».

Η Ιερά Σύνοδος υποστηρίζει ότι γίνεται προσπάθεια μονομερούς παρέμβασης «στον ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος χωρίς γνώση και συναίνεση του διοικητικού οργάνου της Εκκλησίας της Ελλάδος, της Ιεράς Συνόδου. Πρόκειται για ωμή παραβίαση της θρησκευτικής ελευθερίας και της αρχής της αυτοδιοικήσεως της Εκκλησίας της Ελλάδος».

Υποστηρίζεται δε πως «αναληθώς αναφέρει η αιτιολογική έκθεση της τροπολογίας» ότι με τον προγενέστερο νόμο (4301/2014) υπήρξε εξομοίωση του Ιερού Ιδρύματος με τα εκκλησιαστικά ιδρύματα, παρά του ότι ο π. βουλευτής Π. Ρήγας, που μετείχε ενεργά στη διαμόρφωση των διατάξεων του προαναφερόμενου ν΄μου, σε δημόσια δήλωση του υποστήριξε ότι «Το ΠΙΙΕΤ παύει στο εξής να εξαιρείται από τις διατάξεις που ρυθμίζουν θέματα των υπολοίπων Ιερών Ιδρυμάτων και Ιερών Προσκυνημάτων του νόμου 590/1997».

Γίνεται ειδική αναφορά στο δικαίωμα ενισχυμένης ψήφου του επιχώριου Μητροπολίτη, ως προέδρου της Διοικούσας Επιτροπής για την εκλογή Αντιπροέδρου και Γενικού Γραμματέα της,  επισημαίνοντας ότι είναι και ο μοναδικός εκπρόσωπος της Εκκλησίας στη διοίκηση του Ιερού Ιδρύματος, με τη σημείωση ότι «Πρέπει να γίνει κατανοητό ότι ο Ιερός Ναός της Ευαγγελιστρίας Τήνου έχει αποδοθεί εξ αρχής στη δημόσια λατρεία και δεν αποτελεί ιδιωτική υπόθεση κανενός».

Χαρακτηρίζεται πραξικοπηματική η καθαίρεση, με την επίμαχη τροπολογία, της εκλεγμένης το 2017, Διοικούσας Επιτροπής, με την Ιερά Σύνοδο να υποστηρίζει ότι αυτό συμβαίνει «επειδή στις τελευταίες εκλογές (10.12.2017) δεν εξελέγησαν τα μέλη που μερικοί τοπικοί παράγοντες επιθυμούσαν να εκλεγούν. Και προσέτι διότι, μετά από την εκλογή τους, τα νέα μέλη της Διοικούσας Επιτροπής δεν εξέλεξαν τον Αντιπρόεδρο και τον Γενικό Γραμματέα που οι ανωτέρω παράγοντες θα επιθυμούσαν».

Γίνονται δε, εκ μέρους της Ιεράς Συνόδου, χαρακτηρισμοί περί αντιδημοκρατικότητας της συγκεκριμένης νομοθετικής πρωτοβουλίας, κάνοντας λόγο για «δημοκρατικό ατόπημα», που αναιρεί «τις θρησκευτικές ελευθερίες της Εκκλησίας της Ελλάδος» και «αναμιγνύεται ανεπίτρεπτα στη διοίκηση Ιερού Ναού και της περιουσίας του».

«Οι μονομερείς αυτές νομοθετικές πρωτοβουλίες επιστρέφουν την πολιτική και θρησκευτική ζωή της πατρίδας σε παλαιές και επώδυνες περιόδους πραξικοπηματικών επεμβάσεων της πολιτείας σε εσωτερικά ζητήματα της Εκκλησίας της Ελλάδος».

«Η δημοκρατία είναι για όλους»

Έντονη υπήρξε η απάντηση του υπουργού Παιδείας, ο οποίος από το βήμα της Βουλής, έδωσε τα δική του οργισμένη απάντηση στην Ιερά Σύνοδο, υπογραμμίζοντας τα σημεία της επιστολής που κάνουν δημοκρατικές υποδείξεις ως προς τις προωθούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις.

Σχολιάζοντας το πνεύμα της τροπολογίας και το τι αυτή εξυπηρετεί, ο υπουργός Παιδείας ανέφερε «Οι παραδόσεις έχουν μία εξαιρετική ισχύ. Οι παραδόσεις προσδίδουν ταυτότητες. Η διαμόρφωση των τοπικών ταυτοτήτων βασίζεται εν πολλοίς στις παραδόσεις. Δεν ήταν άσχετοι οι χιλιάδες πολίτες της Τήνου, οι εκατοντάδες διανοούμενοι, οι δεκάδες ιερωμένοι που τόσον καιρό, από το 1823, διατήρησαν μία αρμονική συνύπαρξη λαού και κλήρου. Αυτό είναι μια ιστορική πραγματικότητα, την οποία πρέπει να σεβαστούμε. Και ήρθε η χούντα και τα δηλητηρίασε όλα αυτά. Και ήρθε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής να επαναφέρει την κανονικότητα και πρέπει να είμαστε ευγνώμονες ότι είχε το θάρρος. Εμείς διεκδικούμε την παράδοση, διότι η παράδοση υπογραμμίζει μία ειρηνική συνύπαρξη επί δεκάδες χρόνια».

Αναφερόμενος ειδικά στην επιστολή του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, επεσήμανε ότι έχει βάλει σε σκέψεις την κυβέρνηση, ενώ παράλληλα σύστησε στην Ιερά Σύνοδο να είναι πιο μετρημένη στα λόγια της, ειδικά στις αναφορές της περί δημοκρατίας.

Με έντονο ύφος ο κ. Γαβρόγλου, αναφερόμενος στα σημεία της επιστολής που κάνουν λόγο για «δημοκρατικό ατόπημα» και «πραξικοπηματικές επεμβάσεις της πολιτείας στα εσωτερικά της Εκκλησίας» είπε  «Ξεχνάμε το 1969 και ποιοι ήταν συνεπείς ως προς τους διακριτούς ρόλους και ποιοι δεν ήταν έως πρόσφατα;».

Εκφράζοντας τον σεβασμό του στην Ιερά Σύνοδο της διαμήνυσε ότι «θα πρέπει να είναι πιο μετρημένη στα λόγια της, διότι αν μιλάμε για δημοκρατία, η δημοκρατία είναι για όλους, δεν είναι για κάποιους μόνο».

Αποκατάσταση της παράδοσης

Για αποκατάσταση της νομιμότητας και της παράδοσης διακοσίων χρόνων έκανε λόγο ο βουλευτής Κυκλάδων, ο οποίος συνυπογράφει την τροπολογία, στην ομιλία του στην Ολομέλεια της Βουλής.

Ο βουλευτής αναφέρθηκε στο ιστορικό του θέματος που αφορά στη διοίκηση του Ιδρύματος λέγοντας ότι «Είναι ένα ζήτημα που ξεκίνησε όταν ψηφίστηκε η αλλαγή του από τη δικτατορία το 1969 και κατήργησε αυτό το καθεστώς που ξεκίνησε το 1823». Αναφέρθηκε στα «βασιλικά διατάγματα της 7ης Απριλίου 1851 και της 19ης Δεκεμβρίου 1887, τα οποία καθόρισαν τους σκοπούς του Ιδρύματος αυτού ως Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου», το οποίο, κατά τους δωρητές, «αποσκοπούσε στο να βοηθήσει με κοινωφελή έργα ολόκληρο το νησί», γεγονός που επιτεύχθηκε όλα αυτά τα χρόνια «με λαϊκοκληρική σύνθεση της διοίκησης …υπό την εποπτεία του κράτους».

Για τη νομοθετική μεταβολή που προκάλεσε, προ τριετίας, έντονες αντιδράσεις ο κ. Συρμαλένιος ανέφερε ότι «Ήλθε, λοιπόν, στην κυριολεξία μια νύχτα του Οκτωβρίου του 2014, όπου ο πρώην Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Παναγιώτης Ρήγας, έφερε την τροπολογία αυτή, με την οποία επανέφερε ουσιαστικά το καθεστώς που είχε επιβάλλει η στρατιωτική δικτατορία».

Εξήγησε ότι αυτή η τροπολογία «κατήργησε την εξαίρεση που είχε στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, τον 590/1977, στο άρθρο 66 παράγραφος 1, το Πανελλήνιο Ίδρυμα Ευαγγελιστρίας Τήνου από τα αμιγώς εκκλησιαστικά ιδρύματα. Το εξαίρεσε και το υπήγαγε από την εποπτεία του κράτους αμιγώς στην εποπτεία της Εκκλησίας, ενισχύοντας και τον ρόλο του επιχώριου Μητροπολίτη με διπλή ψήφο στη διοίκηση και με τη δυνατότητα απόλυτης προτεραιότητας στην εκλογή του Αντιπροέδρου και του Γραμματέα της διοίκησης.

Πέραν αυτού, έβαλε τον Μητροπολίτη να συμμετέχει στην επιλογή του Διευθυντή της Σχολής Μαρμαρογλυπτικής του Πύργου της Τήνου….κάτι το οποίο είναι έξω από την εκπαιδευτική διαδικασία».

Για την μεταβολή που επιφέρει η νέα τροπολογία που συνυπέγραψε, ο κ. Συρμαλένιος εξήγησε ότι «Η αποκατάσταση της παράδοσης δεν έχει να κάνει ούτε με εναντίωση στο θρησκευτικό συναίσθημα, ούτε με εναντίωση προσωπική στον επιχώριο Μητροπολίτη. Έχει να κάνει με τη βαθιά πεποίθηση ότι οι παραδόσεις, οι οποίες ίσχυσαν επί διακόσια χρόνια και τις οποίες έχει υιοθετήσει ο λαός της Τήνου, θα συνεχίσουν να κατευθύνουν τις διαδικασίες και τη λειτουργία του Ιδρύματος».

Πολιτικές ρωγμές

Ρωγμές προκάλεσε η επίμαχη τροπολογία και στους πολιτικούς συσχετισμούς, καθώς τόσο οι δύο συνυπογράφοντες βουλευτές των ΑΝ.ΕΛ. βρήκαν απέναντι τους το κόμμα τους, που καταψήφισε την συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση, όσο και ο βουλευτής του Ποταμιού που έδειξε να μην είναι απολύτως αρραγείς οι συνεργαζόμενες δυνάμεις της ΔΗ.ΣΥ. με το Ποτάμι, το οποίο στήριξε την τροπολογία.

Ρήγμα όμως διαφάνηκε και μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων, καθώς οι ΑΝ.ΕΛ. καταψήφισαν την τροπολογία, με την εκπρόσωπο του κόμματος, Μανταλένα Παπαδοπούλου, να δηλώνει πως «οι ΑΝΕΛ διαφωνούμε πλήρως με το περιεχόμενο της τροπολογίας που αφορά στο ζήτημα του Πανελλήνιου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελίστριας Τήνου, με την οποία επιχειρείται η αλλαγή του ισχύοντος νομικού καθεστώτος χωρίς τη συγκατάθεση της Εκκλησίας. Με την σχετική τροπολογία παραβιάζεται η αρχή του αυτοδιοίκητου της Εκκλησίας της Ελλάδος».

«Σ’ αυτό τον αγώνα δεν χωράνε έχθρες»

Την πλήρη ικανοποίηση του για την επαναφορά της πρότερης κατάστασης στη Διοίκηση του Ιδρύματος εξέφρασε, με δημόσια τοποθέτηση του, και ο Δήμαρχος της Τήνου, Γιάννης Σιώτος, κάνοντας λόγο  για επιστροφή στην κανονικότητα, σημειώνοντας ότι δεν υπάρχουν αντιπαλότητες και έχθρες.

Η ανακοίνωση του Δημάρχου Τήνου αναφέρει:

«Ανταποκριθήκαμε σε μια μεγάλη πρόκληση να φέρουμε σε πέρας ένα ζήτημα που αποτελούσε ανοιχτή πληγή για το σύνολο του Τηνιακού λαού.

Σήμερα με ιδιαίτερη χαρά και υπερηφάνεια σας ανακοινώνω, ότι ολοκληρώσαμε αυτό που ξεκίνησε και για το οποίο αγωνίστηκε ο αείμνηστος Δήμαρχός μας Σίμος Ορφανός σχετικά με την εκκρεμότητα στο μεγάλο ζήτημα του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. Ένα Τηνιακό «εθνικό ζήτημα» λύθηκε. Η επαναφορά του Π.Ι.Ι.Ε.Τ. στην κανονικότητα είναι γεγονός.

Σε αυτή την περιπέτεια δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι ούτε αντίπαλες πλευρές καθώς όλοι μας αγωνιζόμαστε, όπως οφείλουμε, για την καλύτερη λειτουργία τού Ιδρύματος.

Σε αυτόν τον αγώνα δεν υπάρχουν αντιπαλότητες, ούτε χωράνε έχθρες. Η Πανάγια μας ενώνει δεν μας χωρίζει, δεν μας διχάζει.

Η αντιπαράθεση γίνεται δημιουργικά με γνώμονα την απρόσκοπτη δημοκρατική λειτουργία του ιστορικού αυτού ιδρύματος με την τεραστία θρησκευτική, εθνική, κοινωνική και πολιτιστική προσφορά του.

Σε αυτήν την βαριά κληρονομιά που έχουμε αναλάβει όλοι μας να φέρουμε σε πέρας και να υπερασπίσουμε, είμαστε συνοδοιπόροι.

Σκοπός μας είναι να συνεχίσουμε να τιμούμε την μεγάλη ιδέα των κτητόρων και τους ευγενικούς σκοπούς του Π.Ι.Ι.Ε.Τ και μόνο αυτούς.

Ο αγώνας είναι κοινός, η επαγρύπνηση υποχρέωσή μας και βασική προτεραιότητα για κάθε Τηνιακό πολίτη, και αυτή η επιτυχής κατάληξη μας βρίσκει όλους ενωμένους και ευτυχείς».