Το πνεύμα και το έργο του Μάρκου Βαμβακάρη διαπότισε Άνω Σύρο και Ερμούπολη στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του 1ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου

Ο «Πατριάρχης» που άλλαξε τη μουσική ιστορία του τόπου μας

Στην «κορύφωση» των εκδηλώσεων του 1ου Φεστιβάλ Ρεμπέτικου, τόσο ο μεσαιωνικός οικισμός της Άνω Σύρου, όσο και η Ερμούπολη διαποτίστηκαν από το πνεύμα και το έργο της κυρίαρχης μορφής τόσο στη λαϊκή μουσική παράδοση της Ελλάδας, όσο και στη μεγάλη πολιτιστική διοργάνωση της Σύρου, τον Μάρκο Βαμβακάρη.

Παρουσιάσεις βιβλίων, ντοκιμαντέρ, μουσικές βραδιές και κουκλοθέατρο για μικρούς και μεγάλους φίλους του ρεμπέτικου εμπλούτισαν το πλούσιο πρόγραμμα του φεστιβάλ, χαρίζοντας σε κατοίκους και επισκέπτες του νησιού πρωτόγνωρες εμπειρίες.

«Ο Ρεμπέτης Γιοβάν»

Η Αννέτα Στεφανοπούλου και η θεατρολόγος Ευγενία Τσιχλιά σύστησαν στο κοινό τον Ρεμπέτη Γιοβάν, μία πρωτότυπη κούκλα που δημιουργήθηκε  το 2011 και έκανε σπίτι του το δρόμο, σκορπίζοντας τις μουσικές του, παίζοντας με τους περαστικούς και φλερτάροντας τα όμορφα κορίτσια, στα οποία έχει αδυναμία.

Όπως εξηγεί στην «Κοινή Γνώμη» η ομάδα του Bufos PuppetTheatre, η μεγάλη ανταπόκριση του κόσμου έδωσε στην παράσταση χρόνο και χώρο για να εξελιχθεί και να συνεχίσει μέχρι σήμερα την πορεία της, αποτελώντας μάλιστα κομμάτι αρκετών μουσικών φεστιβάλ.

Ο «Ρεμπέτης Γιοβάν» γεννήθηκε από την αγάπη της δημιουργού του Αννέτας Στεφανοπούλου τόσο για το κουκλοθέατρο, όσο και για τη ρεμπέτικη μουσική, με την οποία ασχολείται τα τελευταία 15 χρόνια.

Ο Γιοβάν αγκαλιάστηκε θερμά από το κοινό τόσο της Άνω Σύρου, όσο και της Ερμούπολης, η οποία τον φιλοξένησε στον πεζόδρομο της Πρωτοπαπαδάκη για να γνωρίσει περισσότερους φίλους που μαγεύονται και εντυπωσιάζονται από τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο ο άψυχος και έμψυχος κόσμος γίνονται «ένα» μέσα από το κουκλοθέατρο.

«Στόχος μας είναι να μη μιλάμε στα παιδιά μόνο για πράγματα που είναι πολύ χρωματιστά ή αισιόδοξα γιατί αυτά δεν αναφέρονται σε όλο το φάσμα της ζωής» σημείωσε η κ. Στεφανοπούλου, κρίνοντας ότι ο Γιοβάν δίνει το ερέθισμα στα παιδιά να θέσουν ερωτήματα στους γονείς τους για να γνωρίσουν το ρεμπέτικο και να δουν πώς αυτό αναπαρίσταται. 

Πρόσθεσε ακόμα ότι αξίες όπως η φιλία και η αγάπη αποτελούν γνώριμα μηνύματα στους στίχους των μεγάλων συνθετών του ρεμπέτικου, οι οποίες παρουσιάζονται με έναν πιο ακατέργαστο τρόπο. 

Ο Γιοβάν σταμάτησε τις περιπλανήσεις του στους δρόμους της Αθήνας τον Δεκέμβριο του 2015, όμως ετοιμάζεται να συναντήσει ξανά το κοινό του φέτος τα Χριστούγεννα. Η παράσταση διοργανώθηκε από την Εταιρεία παραγωγής Action Εστί. 

Στη γειτονιά του Μάρκου

Σημειώνεται ότι τη 2η ημέρα του φεστιβάλ, προβλήθηκε επίσης το ντοκιμαντέρ του Γιώργου Ζέρβα για τον Μάρκο Βαμβακάρη «M' αρέσουν οι καρδιές σαν τη δική μου». Η ταινία είναι βασισμένη τόσο στην ηχογραφημένη συνέντευξη που έδωσε ο ίδιος στην Αγγελική Καλαμαρά, όσο και στις μαρτυρίες συγγενών και των ανθρώπων που έζησαν κοντά του και δούλεψαν μαζί του.

Οι εκδηλώσεις της Πέμπτης ολοκληρώθηκαν με τους Ευτυχία Πανοπούλου, Μάρκο Βαρθαλίτη, Πάρι Ξυνταριανό και Κωνσταντίνο Καρακατσάνη, οι οποίοι ξενάγησαν μουσικά το κοινό στη γειτονιά που γεννήθηκε ο «Πατριάχης» του Ρεμπέτικου.  Το Συριανό σχήμα παρουσίασε τραγούδια του Μάρκου Βαμβακάρη, αλλά και τραγούδια στα οποία συμμετείχε ως ερμηνευτής.

«Μάρκος Βαμβακάρης: Ο άνθρωπος και το μπουζούκι»

Την επόμενη ημέρα, παρουσιάστηκε στην Πιάτσα της Άνω Σύρου, η πρώτη αυτοβιογραφία του Μάρκου Βαμβακάρη με τίτλο «Ο άνθρωπος και το μπουζούκι», μεταφρασμένη στην αγγλική γλώσσα. Το βιβλίο αποτελεί την αγγλική έκδοση της ήδη εκδοθείσας αυτοβιογραφίας, που έγραψε η Αγγελική Βέλλου- Κάιλ. Η επεξεργασία και η μετάφραση πραγματοποιήθηκε από τη συγγραφέα και κριτικό λογοτεχνικών έργων Noonie Minogue. Η Αντιδήμαρχος Πολιτισμού κ. Θωμαή Μενδρινού ευχαρίστησε θερμά τόσο την κ. Μινόγκ, όσο και τον εκδότη και επιμελητή του βιβλίου Παύλο Μελά για τη συμμετοχή τους στο 1ο Φεστιβάλ Ρεμπέτικου στη Σύρο. 

Στον χαιρετισμό του, ο κ. Μελάς, παραγωγός και συνθέτης, που ζει και εργάζεται στο Λονδίνο, σημείωσε πως εδώ και καιρό έχει δημιουργηθεί ένα πολύ ισχυρό ρεύμα για το ρεμπέτικο, εκτός Ελλάδας. Η διεθνοποίηση του είδους ξεκίνησε με τις πρώτες ηχογραφήσεις της Αμερικής στις αρχές του 1900, εντάθηκε όμως τις δεκαετίες 1960-1980 μέσα από τις ταινίες του Ζορμπά, και του «Ποτέ την Κυριακή». Η εμπορική έκπληξη του «Ζορμπά» προκάλεσε επίσης το ενδιαφέρον χιλιάδων ανθρώπων για το μπουζούκι, οι οποίοι ανακάλυψαν με τα χρόνια όλη τη μαγική ομάδα των συνθετών του ρεμπέτικου. 

Ωστόσο, υποστήριξε πως είναι δύσκολο να μπει κανείς στο πνεύμα μιας μουσικής που δεν είναι δική του όταν λείπει η επαφή με τους κώδικες, με τη γλώσσα, όταν η βιβλιογραφία είναι ελλιπής, όπως στην περίπτωση του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Τα περισσότερα έργα των Ελλήνων μουσικολόγων και ερευνητών δεν έχουν μεταφραστεί. 

Στην Αγγλία και στην Ευρώπη όπου ο κ. Μελάς έχει δώσει πολλές συναυλίες, αντιλήφθηκε το κενό και την ανάγκη έγγραφου υλικού που να εξηγεί και να θεμελιώνει το ελληνικό λαϊκό αστικό τραγούδι. Έτσι, μπήκε στη διαδικασία αναζήτησης ενός κατάλληλου βιβλίου γι’ αυτό το σκοπό και επέλεξε την αυτοβιογραφία του Μάρκου, πρώτον γιατί αυτός είναι η κυρίαρχη μορφή στο ρεμπέτικο και δεύτερον γιατί ο ίδιος μιλάει για τη ζωή και το έργο του. 

Μεγαλοφυείς συνθέσεις και τραγούδια με αντοχή στον χρόνο

Η ιστορία δίνει μία σαφή εικόνα ως προς τις συνθήκες δημιουργίας του αστικού τραγουδιού, εστιάζει στην υπερπροσπάθεια του Έλληνα μουσικού να επιβιώσει μέσα στις κακουχίες, τη φτώχεια και τους πολέμους και να δημιουργήσει μεγαλοφυείς συνθέσεις και λαϊκά τραγούδια με αντοχή στον χρόνο. 

Μεταξύ άλλων, ο κ. Μελάς κατέστησε γνωστό πως φιλοδοξία της ομάδας είναι η δημιουργία μίας κινηματογραφικής ταινίας στο πνεύμα και τη φιλοσοφία όλων εκείνων των έργων που αναφέρονται στη μαφία και τον υπόκοσμο της Ιταλίας. «Η ιστορία του Μάρκου με τους μάγκες, τους κουτσαβάκηδες, τους εργάτες, τους μετανάστες, τους αστυνομικούς, τους ναζί, τις κοινές γυναίκες, τα σφαγεία, τους τεκέδες, τους ναργιλέδες, το μπουζούκι και τη θαυμάσια μουσική του Μάρκου είναι ένα εξαιρετικό έναυσμα για να γίνει μια τέτοια παραγωγή, που θα έχει τεράστια σημασία για τη Σύρο και μεγάλο αντίκτυπο, ανάλογο με αυτό που έγινε στην Κεφαλονιά («Το μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλι) και την Αμοργό («The Big Blue»).

Στην ερώτηση «ποιος είναι ο ρόλος του ρεμπέτικου και της λαϊκής μουσικής στο σύγχρονο μουσικό πολιτιστικό περιβάλλον», ο κ. Μελάς απάντησε πως η παραδοσιακή μουσική της Ελλάδας, όπως και η βυζαντινή, είναι ένας ανεκτίμητος πλούτος που κινδυνεύουμε να τον χάσουμε πριν καν τον αντιληφθούμε. Πολλοί από εμάς τους Έλληνες έχουμε μια ανεξήγητη ματαιοδοξία να μοιάσουμε στους ξένους, τους δυτικούς, ένα κληρονομημένο σύμπλεγμα του λαού μας που αποκτήθηκε στη σύγχρονη ιστορία και ενισχύεται σήμερα από τις τάσεις της παγκοσμιοποίησης. «Αυτό μας φέρνει πάντα σε θέση δεύτερου και καταϊδρωμένου σε έναν αγώνα που είναι από την αρχή προβληματικός, γιατί η ξένη κουλτούρα δεν είναι η δική μας» ανέφερε χαρακτηριστικά, εκτιμώντας πως «είναι αχρείαστο να εκτιθέμεθα τόσο άτσαλα τραγουδώντας ποπ τραγούδια με χείριστη αγγλική προφορά, χορεύοντας μοντέρνους χορούς στα ελληνικά shows και να θεωρούμε ως ανώτατη μουσική, μόνο την κλασική. Η βυζαντινή και παραδοσιακή μας μουσική είναι υψηλοτάτου πνευματικού και μουσικού επιπέδου οι ξένοι θαυμάζουν την πολιτιστική μας διαφορετικότητα και εντυπωσιάζονται με τα όργανα, τους χορούς και τις μουσικές μας από τη Θράκη, μέχρι την Κρήτη, και από την Ήπειρο μέχρι τη Μικρά Ασία και πολλοί δε από το ρεμπέτικο. Εκεί πρέπει να εστιάσουμε και ό,τι ξενόφερτο να το μελετάμε καλά και να το επεξεργαζόμαστε πριν το υιοθετήσουμε».

Καταλήγοντας, υπογράμμισε πως ο Μάρκος Βαμβακάρης μπορεί να θυμίσει στο σημερινό Έλληνα τις δυσκολίες που πέρασαν οι παλιότεροι και να του δείξει πως καμία κρίση δεν είναι αξεπέραστη. «Αντίθετα, όταν υπάρχει θέληση και κουράγιο τα πράγματα αντιστρέφονται και ο άνθρωπος μεγαλουργεί, όπως ο Μάρκος που με τη ζωή και τις υπερβάσεις του άλλαξε τη μουσική ιστορία του τόπου μας» κατέληξε, δίνοντας τον λόγο στην κ. Μινόγκ, η οποία αναφέρθηκε στη σχέση της με την ελληνική κουλτούρα, που λάτρεψε από τη σχολική ηλικία. 

Τα μυστικά της λαϊκής μουσικής από ένα μουσικό «μυστικό»

Αμέσως μετά, το «Μυστικό Μπουζούκι» του Αρίστου Βαμβακούση ένωσε μικρούς και μεγάλους με αξέχαστα τραγούδια του Βαμβακάρη και του Τσιτσάνη.

Το «Μυστικό Μπουζούκι» είναι μια παρέα παιδιών στην Ερμούπολη της Σύρου, που αθόρυβα ανακαλύπτουν τα μυστικά της λαϊκής μας μουσικής με στόχο τη μάθηση, την ευχαρίστηση και την πειθαρχία που θα τους βοηθήσουν στα μελλοντικά βήματά τους. Η ομάδα, αποτελούμενη από τους Θεόφιλο Ζερβό, Φραγκίσκο Παλαιολόγο, Γιώργο Παχή, Παντελή Ρούσσο, Λαυρέντη Στρατή, Νικήτα Δαλέζιο, Ηλία Παπαμακαρίου, Θανάση Ταχτά και Γιάννη Φρέρη παρουσίασε τραγούδια και μουσικές σπουδαίων συνθετών που αποτέλεσαν το μέσο μετάβασης της ελεύθερης Ελλάδας από το ανατολίτικο στυλ στη νεότερη αστική δομή της χώρας. 

“Μάρκος Βαμβακάρης: Από τον Μύθο στην Ιστορία: 1600-2015"

Την τέταρτη ημέρα των εκδηλώσεων, παρουσιάστηκε στην Πιάτσα της Άνω Σύρου το βιβλίο του Δημήτρη Βαρθαλίτη "Μάρκος Βαμβακάρης: Από τον Μύθο στην Ιστορία: 1600-2015". Το βιβλίο προλόγισε ο κ. Αχιλλέας Δημητρόπουλος ο οποίο τόνισε πως «όσο απομακρυνόμαστε χρονικά από την εποχή που έζησε ο Μάρκος Βαμβακάρης, τόσο πληθαίνουν οι αναφορές στη ζωή και το έργο του». Ανέφερε χαρακτηριστικά πως δεν περνάει χρονιά χωρίς να δούμε δημοσιευμένα άρθρα, δοκίμια και έρευνες, πολλές εκ των οποίων έχουν την τύχη να πάρουν τη μορφή βιβλίου. Έτσι έχει προκύψει ένας αριθμός εκδόσεων, καθεμιά από τις οποίες έχει το δικό της ηθικό βάρος και τις δικές της αξίες. 

Συναυλία του δεξιοτέχνη Βαγγέλη Τρίγκα

Τέλος, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Απόλλων συναυλία του δεξιοτέχνη και διδασκάλου Βαγγέλη Τρίγκα με τίτλο «Μπουζούκι & Λαϊκό Τραγούδι: μια παράλληλη διαδρομή». Η παράσταση ανέδειξε την άρρηκτη σχέση που είχαν μεταξύ τους το μπουζούκι και το λαϊκό τραγούδι, καθώς και την παράλληλη εξέλιξή τους στις πρώτες δεκαετίες. Μέσα από αυτή, έγινε μία αναδρομή από τις αρχές της δεκαετίας 1930 μέχρι και το 1970,  με  τραγούδια και οργανικά κομμάτια των σημαντικότερων λαϊκών συνθετών, οι οποίοι έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του λαϊκού τραγουδιού και της ελληνικής λαϊκής μουσικής γενικότερα. Οι ενορχηστρωτικές παρεμβάσεις καθώς και τα κλασικά όργανα, πιάνο, κλασική κιθάρα και βιολοντσέλο, που είναι ενταγμένα στην ορχήστρα του Βαγγέλη Τρίγκα, αποτέλεσαν πρόταση για ένα νέο, διαφορετικό τρόπο απόδοσης και ακρόασης της λαϊκής μας μουσικής. Στην παράσταση, έλαβαν επίσης μέρος οι: Θοδωρής Μπρουτζάκης (πιάνο), Αλέξανδρος Κασαρτζής (βιολοντσέλο), Μαργαρίτα  Καραμολέγκου (τραγούδι), Αντώνης Τζίκας (κοντραμπάσο), Βασίλης Κατσαρός (κλασική κιθάρα – τραγούδι), και Λάμπρος Κουκουβής (μπουζούκι – μαντολίνο).