Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. καθηγητής καρδιολογίας

Φλέγον ζήτημα

  • Τρίτη, 22 Αυγούστου, 2017 - 06:22

Aλαζονεία του κοινού: «24 ώρες και όλα θα τα διορθώσω». Αλαζονεία του ειδικού: «24 ώρες και θα ικανοποιήσω όλες τις επιθυμίες σας». Επικίνδυνες αλαζονείες και οι δύο. Γνώμη δεν μπορεί να έχει παρά μόνον όποιος έχει γνώσεις και πείρα, ο ειδήμονας. Αυτό δεν σημαίνει πως αυτός είναι ο κατάλληλος για να άρχει. Η γνώμη του είναι απαραίτητη για να ικανοποιηθούν οι επιθυμίες, αλλά τις επιθυμίες των άλλων δεν τις γνωρίζουν παρά μόνον αυτοί οι άλλοι, όχι οι ειδικοί. Όταν έχω πρόβλημα με τη δικαιοσύνη, απευθύνομαι σε δικηγόρο, αλλά αυτός κάνει με τη γνώση και την πείρα του ό,τι του ζητώ να κάνει. Θα μου πει τις πιθανές συνέπειες αν δηλώσω ένοχος ή αθώος, εγώ θα αποφασίσω και αυτός θα προσπαθήσει όσο μπορεί να επιτύχει το καλύτερο για την επιλογή μου. Το ίδιο αν αρρωστήσω δεν κάνω ό,τι νομίζω, αλλά θα επιλέξω από τις δυνατότητες που μου εκθέτει ο γιατρός. Να χειρουργηθώ ή να πάρω φάρμακα; Για ό,τι επιλέξω, αυτός θα κάνει το καλύτερο για μένα. Το ίδιο αν θέλω να χτίσω σπίτι απευθύνομαι στο μηχανικό που θα πρέπει να το οικοδομήσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για να υπηρετεί τις ανάγκες και τις επιθυμίες μου.

Στις επιφυλλίδες συχνά εμφανίζω την αλαζονεία του ανειδίκευτου. Ασχολούμαι με θέματα ιστορικά, πολιτικά, οικονομικά κλπ, χωρίς να είμαι καθόλου ειδικός. Προειδοποιώ λοιπόν τον αναγνώστη μου να μην υιοθετεί άκριτα τις απόψεις που εκφράζω. Συχνά οι «ειδικοί» απορρίπτουν περιφρονητικά εκ προοιμίου τις απόψεις του ανειδίκευτου με ποικίλα επιχειρήματα: «Δεν ξέρει τι λέει ο άσχετος, αυτά τα πράγματα δεν γίνονται.»

Συνήθως την επιχειρηματολογία μου τη στηρίζω όχι στη βαθιά γνώση των πραγμάτων, αλλά στο εύρος των (ατελών) γνώσεων που έχω. Προσπαθώ να ερμηνεύσω π.χ. πολιτικά φαινόμενα στηριζόμενος στους νόμους της λογικής, των μαθηματικών, της φυσικής, της βιολογίας και φυσιολογίας, της ψυχολογίας, της ιστορίας κλπ. Μπορώ έτσι να φαντασθώ διεξόδους πέρα από τα καθιερωμένα, αλλά το εγχείρημα είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένο. Η αναγωγή ενός προβλήματος από ένα επίπεδο σε άλλο, μπορεί να δώσει τη λύση, αλλά είναι παρακινδυνευμένη και ενδέχεται να μην είναι η ορθή, διότι στο άλλο επίπεδο επικρατούν, πέρα από την ομοιότητα, και συνθήκες εντελώς διαφορετικές.

Ιούλιος, Αύγουστος. Οι μήνες που αφανίζονται κάθε χρόνο σταθερά τα δάση μας, όχι σπάνια και με ανθρώπινα θύματα, απροσδιόριστες υλικές ζημίες και αφάνταστες ηθικές και μελλοντικές συνέπειες. Αυτό είναι το θέμα μου, το φλέγον ζήτημα, σήμερα.

Κατ΄ αρχήν, ποιος είναι ο σκοπός μας; Αν σκοπός μας είναι να σβήσουμε τις φωτιές, πρέπει να αναθέσουμε την υπόθεση στους πυροσβέστες. Αν όμως σκοπός μας είναι να έχουμε δάση, το ζήτημα αλλάζει ριζικά. Χρειάζονται πολλά, αρχίζοντας από τις αιτίες. Γιατί καίονται τα δάση;

Ό,τι είναι θνητό, κάποτε θα πεθάνει· ό,τι είναι εύθραυστο, κάποτε θα σπάσει· κι ό,τι είναι εύφλεκτο, κάποτε θα καεί. Τα χλωρά δεν καίονται εύκολα, τα ξερά καίονται. Το γερασμένο δάσος είναι πιο εύφλεκτο από το χλωρό. Πρώτη δουλειά επομένως του υπευθύνου είναι να διατηρεί το δάσος σε χλωρή κατάσταση. Αυτό είναι έργο που οφείλει να γίνεται το χειμώνα, με καθαρισμό από τα ξερά κλαδιά. Το εύφλεκτο δάσος οπωσδήποτε θα καεί. Χρειάζεται ένα έναυσμα, αλλά πάντοτε χρειάζονται και προβλεπτοί παράγοντες: συνδυασμός υψηλής θερμοκρασίας, ξηρασίας και ανέμων. Εντελώς προβλέψιμα, αυτές οι συνθήκες επικρατούν κυρίως Ιούλιο και Αύγουστο. Και το έναυσμα;

Μπορεί να είναι μια εγκληματική ή τυχαία ενέργεια, όπως όταν κάποιος συνταξιούχος καίει τα σκουπίδια του στο ύπαιθρο. Η εγκληματική ενέργεια σπάνια μπορεί να αντιμετωπισθεί. Ο εμπρηστής τοποθετεί κάποιου είδους ωρολογιακό μηχανισμό και απομακρύνεται άνετα. Είναι σχεδόν αδύνατο να προληφθεί. Είναι σχεδόν αδύνατο να συλληφθεί μετά το έργο του. Η σύλληψή του (σπανιότατα επιτυγχάνεται) δεν ανανεώνει το δάσος. Η κύρια χρησιμότητα επομένως της απόδοσης μιας πυρκαγιάς σε εμπρησμό είναι ότι αποσείει ευθύνες από υπευθύνους. «Είναι σίγουρα εμπρησμός από ασυνείδητους εγκληματίες, τους κυνηγάμε, αλλά δεν μπορούμε να τους συλλάβουμε. Φταίει τελικά η αστυνομία (ή οποιοσδήποτε άλλος!)» Υπάρχουν όμως και άλλα, βεβαιωμένα, αντιμετωπίσιμα αίτια των πυρκαγιών. Πρώτο πιθανόν είναι η αυτοανάφλεξη των χωματερών. Αρκεί ένα γυαλί, για να το κάνει ο καυτός ήλιος φακό και παίρνουν φωτιά τα αέρια που αναδύονται από τα σκουπίδια που αποσυντίθενται. Έπειτα είναι η ΔΕΗ. Η μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας με εναλλασσόμενο ρεύμα γίνεται με καλώδια. Όσο υψηλότερη είναι η τάση (δεκάδων χιλιάδων βολτ, που πριν εισέλθει στους κατοικημένους χώρους χαμηλώνει στα 220 βολτ), τόσο λεπτότερα σύρματα χρειάζεται. Χαμηλότερη τάση απαιτεί χοντρά σύρματα, αλλιώς θα λιώσουν. Υψηλή τάση όμως σημαίνει επίσης εύκολη παραγωγή σπινθήρων, ιδίως όταν ο άνεμος συμπλησιάζει κουνώντας τα καλώδια. Οι σπινθήρες αναπτύσσουν τεράστια θερμοκρασία, τα μέταλλα τήκονται, πέφτουν πυρακτωμένα στα χώματα και βάζουν φωτιές. Η αντιμετώπιση του θέματος απαιτεί ή (το καλύτερο) υπόγεια καλώδια ή, έστω, πολύ πιο χοντρά, ώστε το δυναμικό πάνω τους να μην υπερβαίνει τα 10 000 βολτ. Και οι δύο λύσεις είναι δαπανηρές. Η αμέλεια είναι άλλη μια αφορμή πυρκαγιάς, πέρα από το κάψιμο των σκουπιδιών. Για να εμποδισθούν οι κατολισθήσεις, έχουν φυτευτεί δέντρα στις άκρες των δρόμων. Το πεταμένο αποτσίγαρο όμως εύκολα ανάβει φωτιά.

Το δάσος κάηκε. Μετά; Το καμένο δάσος δεν είναι κανονικά νεκρό. Σε βάθος 15 πόντων περίπου κάτω από την επιφάνεια, οι σπόροι διατηρούνται ζωντανοί και το δάσος θα αναγεννηθεί, εκτός εάν… Βέβαια, αν η φωτιά έγινε από ναπάλμ, κάθε ζωή έχει πεθάνει σε βάθος πολλών μέτρων. Μπορεί να δει κανείς τα φαλακρά βουνά ακόμη σήμερα ανάμεσα σε πυκνά δάση στα πεδία μαχών στον εμφύλιο, όπου για πρώτη φορά δοκιμάσθηκαν οι βόμβες ναπάλμ. Το δάσος θα ξαναγίνει αυτόματα λοιπόν, εκτός εάν επέμβει αρνητικά ο άνθρωπος. Πώς; Π.χ. ρίχνοντας πολύ θαλασσινό νερό για πυρόσβεση· μετατρέποντας το καμένο δάσος σε βοσκότοπο, ιδανικό με τους τρυφερούς βλαστούς, που αναγεννιόνται (παλιότερα οι λύκοι φύλαγαν το δάσος από γιδοπρόβατα και ελάφια)· μετατρέποντας το καμένο δάσος σε τσιμέντο με αυθαίρετη οικοδόμηση κλπ. Μπορούμε να βοηθήσουμε στην αναδάσωση. Η πανίδα όμως αποκαθίσταται; Και το χώμα που συγκρατιόταν από το ίδιο το δάσος, πώς θα εμποδισθεί να εκπλυθεί με τις πρώτες βροχές;

Σα γιατρός σκέπτομαι. Αν θέλουμε να έχουμε δάση και όχι απλά να σβήνουμε φωτιές, χρειάζεται πρόληψη, θεραπεία και παρακολούθηση για υποτροπές. Αυτό σημαίνει μια δασική υπηρεσία, που εργάζεται χειμώνα καλοκαίρι και όχι απλά ηρωικούς θερινούς θεραπευτές πυροσβέστες.

Διαβάστε ακόμα