Πλούσιο λεξιλόγιο από Τουρκία στην Ελλάδα (Μέρος Β')
- Πέμπτη, 19 Σεπτεμβρίου, 2019 - 06:22
Οι Έλληνες ανήκουν στους προνομιούχους λαούς του κόσμου που, χρησιμοποιώντας τη γραφή, μπόρεσαν να αναπτύξουν, να διαδώσουν και να... διασώσουν τον μεγάλο πολιτισμό που δημιούργησαν στην αρχαιότητα. Υπήρξαν λαοί που δεν γνώρισαν γραφή και φυσικό ήταν να παραμείνουν στο σκοτάδι της ιστορίας και ιδιαίτερα να είναι άγνωστοι από τον άλλο κόσμο. Οι Έλληνες όμως, από την αρχαιότητα κατάφεραν και έφτασαν στο καλύτερο σύστημα γνώσης, γλώσσας και γραφής. Έτσι εξελίχθηκε το ελληνικό αλφάβητο που πολλές λέξεις του είχαν περάσει και σε άλλες χώρες και έθνη. Ας γίνει γνωστό, (όπως αναφέρει ο καθηγητής Γλωσσολογίας Γ. Μπαμπινιώτης) ότι το αλφάβητο που χρησιμοποιούμε σήμερα οι Έλληνες, ιστορικά λέγεται ότι ξεκίνησε από τον 8ο αιώνα π.Χ. Η Ελλάδα θαυμάστηκε για την ιστορία της, την τέχνη, τον πολιτισμό της και τη γλώσσα της, απ' όλο τον κόσμο στην αρχαία εποχή. Αυτή η αρχαία εποχή θαυμάζεται έως σήμερα από όλο τον κόσμο. Όμως μετά την κατάκτηση της χώρας μας από τους Τούρκους, η γλώσσα των απλών ανθρώπων (και όχι μόνο) άλλαξε σε λέξεις που υπάρχουν και ακούγονται έως σήμερα.
Ταβάνι: (Οροφή) Η εσωτερική επιφάνεια της στέγης, ενός στεγασμένου χώρου κτηρίου (τουρκ. tavan).
Καβγάς: (φιλονικία, διαπληκτισμός). Η διαφωνία που εκφράζεται σε υψηλούς τόνους και με εκδηλώσεις οργής... που μπορεί να περιλαμβάνει και ξυλοδαρμό. Συναντούμε συχνά τον καβγά σε φράσεις όπως: -οικογενειακός καβγάς – θα γίνει μεγάλος καβγάς αν μάθει τι έκανες – ο καβγάς ήταν για το... πάπλωμα – στήνω καβγά... κ.α. (τουρκ. kavga).
Κέφι: (ευδιαθεσία). Χαρούμενη διάθεση: κάνω μια δουλειά με κέφι. Βρίσκω κάποιον φίλο του γούστου μου, τον κάνω κέφι, έχει μεγάλη πλάκα. Τσακίρ κέφι: μεγάλο κέφι, κατάσταση ευχαρίστησης και ελαφράς μέθης (τουρκ. keyif = κέφι cekir = μεθύσι).
Χατίρι: (χάρη) οτιδήποτε γίνεται ή προσφέρεται (σε κάποιον) με καλή διάθεση. Κάνω το χατίρι της φίλης μου, που σημαίνει εκπληρώνω επιθυμία της, της κάνω τη χάρη. Άλλη φράση: για το χατίρι... (κάποιου) ή για χάρη του δέχτηκε να συγχωρήσει για κάτι που έκανε. Άλλη φράση: στην κόρη του δεν χαλάει ποτέ χατίρι, ότι και αν του ζητήσει. (τουρκ. hatir).
Γούρι: (η ευνοϊκή τύχη). “Πόνταρε ο νέος πάντα στο εφτά, γιατί πίστευε πως του έφερνε γούρι”. Το γούρι είναι καλοτυχία και προμηνύει κάτι ευχάριστο. Το αντίθετο σημαίνει γρουσουζιά, γκαντεμιά (κακοτυχία). Όταν χύνεται ο καφές στο πιατάκι είναι, λέει, καλό σημάδι. Γύρισε το γούρι, λένε, όταν κάποιος φαίνεται τυχερός... μετά την τρίτη παρτίδα, όταν παίζει χαρτιά, και αρχίζει να κερδίζει. Συνήθως κάποιος ή κάποια κρατάει ένα μικρό αντικείμενο μαζί του ή μαζί της, γιατί πιστεύει ότι φέρνει καλή τύχη. (τουρκ. ugur = τύχη – γούρι).
Καπάκι: (σκέπασμα δοχείου ή φιάλης). Το καπάκι της κατσαρόλας, δηλαδή το κάλυμμα. Μια φράση που συνηθίζεται να ακούγεται συχνά είναι: κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι, σε περίπτωση που κάποιος βρίσκει την ή τον όμοιό του, κάποιον που ταιριάζει. Μια άλλη φράση συνηθίζεται να ακούγεται από τον απλό άνθρωπο, “τον έφερα καπάκι” δηλαδή κατάφερε να κάνει κάποιον να συμφωνήσει μαζί του. (τουρκ. kapak).
Καφάσι: (κιβώτιο). Χρησιμοποιείται για μεταφορά και φύλαξη οπωροκηπευτικών. Είναι ξύλινο, ή πλαστικό ή δικτυωτό ή με κενά ανάμεσα στις σανίδες που συνήθως είναι η στήριξή του. Όταν αδειάσουν τα καφάσια από τα φρούτα, ο μανάβης τα στοιβάζει στη γωνιά του μαγαζιού και κλείνει την πόρτα για να φύγει. (τουρκ. kafas).
Λεβέντης: (Γενναίος, τολμηρός, θαρραλέος, αποφασιστικός...). είναι άνδρας με γενναιότητα, υπερήφανο παράστημα, ευκινησία, παλληκάρι, ωραίος τύπος, μερακλής. Λεβέντης είναι ο άνδρας που συμπεριφέρεται με γενναιοδωρία και κοινωνικότητα στους ανθρώπους ή που διακρίνεται για την τιμιότητα και το φιλότιμό του. (τουρκ. levend και Ιταλικά leventi).
Μαϊντανός: (πετροσέλινο – μακεδονίσι). Είναι πολύ γνωστό φυτό που υπάρχει σε όλες τις χώρες της Μεσογείου και καλλιεργείται για τα αρωματικά φύλλα του, τα οποία χρησιμοποιούνται σε μαγειρεμένο φαγητό ή σαλάτες κ.α. (τουρκ. maidanoz).
Μεράκι: (έντονη επιθυμία, ο πόθος). Σημαίνει λύπη που προκαλείται στον άνθρωπο από απραγματοποίητη έντονη επιθυμία όπως να πει: το 'χω μεράκι ν' αποκτήσω δική μου βάρκα.... ή του 'μεινε το μεράκι που δεν είχε καθόλου ταξιδέψει στο εξωτερικό. Ο φίλος μας ήπιε λίγο παραπάν κρασί απόψε, γιατί ήταν στα μεράκια του. (τουρκ. merak).
Ταψί: (μαγειρικό σκεύος όχι με πολύ βάθος). Είναι στρογγυλό και μεταλλικό για ψήσιμο στο φούρνο, αλλά και πάνω στην κουζίνα. Υπάρχει και μια γνωστή φράση: Τον χορεύω στο ταψί... που σημαίνει: υποβάλλω κάποιον σε μεγάλη ταλαιπωρία. (τουρκ. tepsi).
Σόμπα: (θερμάστρα). Είναι φορητή συσκευή ή μόνιμα εγκατεστημένη που παρέχει θερμότητα για το ζέσταμα ενός χώρου. (τουρκ. soba).
Φλιτζάνι: (κύπελλο). Μικρή κούπα με λαβή, με την οποία πίνει κανείς ροφήματα, τσάι, καφέ, γάλα κ.α. Υπάρχει και η φράση: λέω το φλιτζάνι, δηλαδή κάποιοι άνθρωποι προλέγουν το μέλλον παρατηρώντας το κατακάθι του καφέ. (τουρκ. filcan).
Τσέπη: (θυλάκιο). Στην εσωτερική ή στην εξωτερική πλευρά του ενδύματος υπάρχει ραμμένο κομμάτι υφάσματος που σχηματίζει θήκη στην οποία μπορεί κανείς να βάζει και να μεταφέρει μικροαντικείμενα, όπως, βάζω το πορτοφόλι, το μαντήλι, το στυλό κ.α. (Η τσέπη, το τσεπάκι, τουρκ. Cepa).
ΛΕΞΙΚΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ – Γ. ΜΠΑΜΠΙΝΙΩΤΗ
Στις 150.000 λέξεις του Λεξικού του κ. Μπαμπινιώτη παρουσιάζονται περίπου 300 λέξεις που προέρχονται από την Τουρκία και φυσικά τις χρησιμοποιούμε έως σήμερα. Ίσως είναι περισσότερες οι Τούρκικες αλλά αρκετές παραμένουν μέχρι σήμερα και πολλοί Έλληνες δεν γνωρίζουμε ότι δεν είναι Ελληνικές αυτές που χρησιμοποιούμε. Φυσικά και χρησιμοποιούμε και λέξεις άλλων χωρών.
- Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια
Διαβάστε ακόμα
- Η Σύρος από το 1822 έως σήμερα
8 Μαΐου. 2025 - 6:22 - Μετά το Πάσχα!
24 Απρ. 2025 - 6:22 - Η κατάνυξη της Λαμπρής
17 Απρ. 2025 - 6:12 - Το Πάσχα των Χριστιανών
11 Απρ. 2025 - 6:22 - Η Μεγάλη κυρία του Αιγαίου!
4 Απρ. 2025 - 6:22