Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΑΓΑΠΗ

  • Τετάρτη, 11 Απριλίου, 2018 - 06:12

Το αισθητό Εγώ, γεννημένο τη στιγμή της σύλληψης, είναι άμεσα αντιληπτό από όλους. Το νοητό Εγώ, γεννημένο τη στιγμή του τοκετού, είναι άβατο για όλους, άμεσα προσιτό μόνο στον εαυτό του. Και το κοινωνικό Εγώ είναι η εικόνα του Εγώ στο περιβάλλον του.

Παρά το άβατο του νοητού Εγώ, τα άτομα επικοινωνούν μεταξύ τους. Η ανάπτυξη του Λόγου στον άνθρωπο διευκόλυνε τα μέγιστα την επικοινωνία. Επικοινωνούν όμως μεταξύ τους και όλα τα ζώα. Ανταλλάσσουν βέβαια συναισθήματα, όχι Λόγο. Και τα συναισθήματα είναι άπειρα, αλλά κατατάσσονται σε δύο κατηγορίες: θετικά (ευχάριστα) και αρνητικά (δυσάρεστα). Τα ευχάριστα εκδηλώνονται με συμπεριφορές που αντιστοιχούν σε θετική ανάδραση, τα δυσάρεστα με αρνητική. Το συναίσθημα που περισσότερο από κάθε άλλο επιτρέπει την επικοινωνία μεταξύ δύο νοητών Εγώ είναι η Αγάπη.

Αγάπη είναι η ταύτιση δύο υπάρξεων. Κι αυτή μπορεί να πάρει δύο μορφές. Αγαπώ το παιδί μου, τη σύντροφό μου, το φίλο μου. Είμαι έτοιμος ακόμη και να θυσιάσω την ύπαρξή μου γι΄ αυτούς. Αγαπώ όμως και το αρνάκι, το σφάζω και το τρώω. Και στις δυο περιπτώσεις δύο υπάρξεις γίνονται μία. Στην κτητική αγάπη όμως, όπως με το αρνάκι, η αγάπη σημαίνει εξαφάνιση της μιας ύπαρξης που αφομοιώνεται στην άλλη. Στη συμπληρωματική αγάπη κάθε μέλος συμπληρώνει το άλλο σε ενιαίο σύνολο. Πρότυπη συμπληρωματική αγάπη είναι εκείνη μεταξύ μητέρας και βρέφους και μεταξύ εραστών. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει ανατομική διαφορά μεταξύ των δύο μελών τέτοια που καθενός κάποιο όργανο αντιστοιχεί σαν εκμαγείο του άλλου. Το στόμα του βρέφους ταιριάζει δομικά με τη διεγερμένη θηλή του μαστού και ο κόλπος με το πέος σε στύση. Και στις δύο περιπτώσεις η διέγερση κάθε οργάνου συνεπάγεται αντανακλαστικά θετική ανάδραση που αποτελεί την ύψιστη ηδονή και των δύο μελών. Και στις δύο περιπτώσεις, ιδιαίτερα στα θηλαστικά, αναπτύσσονται πληθώρα εξαρτημένων αντανακλαστικών που συνδέουν παράλληλες διεγέρσεις ποικίλων αισθήσεων έτσι που η επαφή των μελών του ζεύγους χωρίς τη βιολογική πράξη να γίνεται μοναδικά ευχάριστη. Αυτή είναι η αγάπη που στη μια περίπτωση ονομάζεται στοργή και στην άλλη έρωτας. Η άρνηση του αγαπωμένου να χάσει την ταυτότητά του για να αφομοιωθεί στον αγαπώντα οδηγεί στον αντίποδα της αγάπης, στο μίσος.

Το αίσθημα της αγάπης επεκτείνεται και πέρα από τη μητρική και την ερωτική σχέση, όπως μεταξύ φίλων, ανεξάρτητα από φύλο και ηλικία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχει αυστηρά αμιγής μορφή αγάπης. Ακόμη και η γονική στοργή τείνει κάποτε να διαμορφώνει τη μοναδική προσωπικότητα του τέκνου όπως θέλουν οι γονείς, παραβιάζοντας της φυσικές κλίσεις και δυνατότητές του. Και η φιλική αγάπη παίρνει τη μορφή καταπιεστικής προστασίας. Δεν παύει ποτέ πάντως να συμπλησιάζει η αγάπη δύο νοητά Εγώ, έτσι που ανοίγονται το ένα στο άλλο, με κύριο στοιχείο του ανοίγματος την αμοιβαία εμπιστοσύνη.

Συνυπάρχοντας η κτητική και συμπληρωματική αγάπη όχι σπάνια έρχονται σε αντίθεση, κυρίως στο επίπεδο του κοινωνικού Εγώ. Όταν οι άνθρωποι εξελίχθηκαν σε κοινωνικά ζώα, με δημιουργία αναπαραγόμενων διατροφικών κυρίως αγαθών (κεφαλαίου), έπρεπε να εξασφαλίσουν ότι το κεφάλαιο δεν θα διασκορπιζόταν, οπότε θα έπαυε να αναπαράγεται. Ο απλούστερος τρόπος ήταν η δημιουργία οικογένειας. Η «περιουσία» μεταβιβαζόταν αρχικά από τη μητέρα στην κόρη (μητριαρχία) και, όταν μεγάλωσε και έγινε κίνητρο βίας, από τον πατέρα στο γιο (πατριαρχία) με τίμημα η μητέρα να εξαρτηθεί υπαρξιακά από το μοναδικό ερωτικό της σύντροφο που διέθετε μυϊκή ισχύ να προστατεύει την περιουσία. Πώς θα μπορούσε να εξαλειφθεί αυτή η, μαζική κυρίως, βία; Υπήρξαν πολλές προσπάθειες. Σοφοί στην αρχαία Ελλάδα νόμισαν πως έφθασαν στη λύση με τη δημοκρατία, όπου όλοι είχαν στατιστικά ίσες πιθανότητες να γίνουν διαδοχικά άρχοντες και αρχόμενοι. Μάταιος κόπος. Άρχισαν οι βίαιες αντιπαραθέσεις δημοκρατικών με ολιγαρχικούς ή μοναρχικούς (Μακεδόνες, βαρβάρους) με φρικτούς πολέμους και μίση. Και ξαφνικά σε έναν άλλο πολιτισμένο λαό, με ιστορία (διότι ήταν από τους ελάχιστους της εποχής που διέθεταν γραφή) γεννήθηκε μια μοναδική προσωπικότητα με το όνομα Ιησούς.

Ο Ιησούς θεώρησε ότι ο μόνος τρόπος για να καταπολεμηθεί η καταστροφική βία ήταν να συνδεθούν όλοι οι άνθρωποι με αγάπη. Η πρότυπη μοναδική αγάπη είναι προς τον εαυτό μας, καθώς εξορισμού είναι μια φυσιολογική, φυσική, ενότητα. Μ΄ αυτό το πρότυπο διακήρυξε: «Ἀγάπα τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτὸν» (Ματθ. κβ', 37-39). Αυτό όμως δεν έφθανε. Η διατήρηση της περιουσίας απαιτούσε αυστηρή πατριαρχία εκείνο τον καιρό. Για να αγαπιόνται μεταξύ τους όλοι οι άνθρωποι έπρεπε λοιπόν να κλονισθεί η πατριαρχική οικογένεια, φορέας της περιουσίας. Και υπήρξε σαφής: «Μὴ νομίσητε ὃτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τῆς γῆς. Οὐκ ἦλθον βαλεῖν  εἰρήνην, ἀλλά μάχαιραν. Ἦλθον γὰρ διχάσαι ἂνθρωπον κατὰ τοῦ πατρός αὐτοῦ καὶ θυγατέρα κατὰ τῆς μητρὸς αὐτῆς καὶ νύμφην κατὰ τῆς πενθερᾶς αὐτῆς. Ματθ ι, 34-35» Προσοχή! Δεν διαλύει το γάμο που στηρίζεται στη φυσική έλξη, αναγκαία για τη διατήρηση του είδους∙ την οικογένεια κλονίζει. Από το σταυρό αποκάλεσε τη μάνα του «Γύναι!». Παράλληλα καταφερόταν κατά του πλούτου και των ισχυρών. «Εὐκοπώτερὸν ἐστι κάμηλον διὰ τρυμαλιᾶς ραφίδος εἰσελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν Λουκ ιη, 25» Και: «Καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ  θρόνων καὶ ὓψωσε ταπεινοὺς, πεινῶντας ἐνέπλησεν ἀγαθῶν. Καὶ  πλουτοῦντας ἐξαπέστειλε κενοὺς. Λουκ α, 52-53».

Τέτοιες διδασκαλίες δεν άρεσαν βέβαια στην κρατούσα τάξη της εποχής, Γραμματείς, Φαρισαίους, Ρωμαίους. Μετήλθαν κάθε μέσο, και την προδοσία, για να Τον εξοντώσουν.

Κάθε χρόνο θυμόμαστε τη δίκη, τη Σταύρωση, την Ανάστασή Του. Και η υπέροχη διδασκαλία Του τι έγινε; Οι εκπρόσωποί Του πάνω στη γη μεταμορφώθηκαν σε κρατούσα τάξη. Κουρέλι η Χριστιανική αγάπη. Ο θεσμός της οικογένειας και της περιουσίας ενισχύθηκε. Και μαζί το μίσος. Θάνατος στους απίστους! Ακόμη και λογοκρισία. Η περικοπή του Ματθαίου που ανέφερα δεν διαβάζεται στην εκκλησία.

Κι εμείς; Τώρα; Ο Ιησούς υπήρξε ίσως υπερβολικά απόλυτος διδάσκοντας τη διάλυση της οικογένειας. Και δεν γινόταν αλλιώς με την πατριαρχία να βρίσκεται στο απόγειό της τη Ρωμαϊκή εποχή. Σήμερα όμως, ο γάμος, για ποικίλους λόγους, τείνει να διαλυθεί. Και η παγκοσμιοποίηση, που, αυξάνοντας την ανισότητα, έχει γίνει κατάρα, μπορεί να φέρει τον ένα άγνωστο «πλησίον» πιο κοντά στον άλλον. Εμείς λοιπόν οφείλομε πια στο όνομα του Κυρίου να ανοίξουμε τις καρδιές μας στον κάθε άγνωστο που υποφέρει. «μήν λέγω μν, φ’ σον ποιήσατε νί τούτων τν αδελφν μου τν λαχίστων, μο ποιήσατε. (Ματθ κε 35-40)».

 

Διαβάστε ακόμα