Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ.καθηγητή καρδιολογίας

Στάδιο 1. Σκοπός

  • Τρίτη, 8 Σεπτεμβρίου, 2020 - 06:22

Κάθε έργο σχεδιάζεται σε 3 στάδια: Σκοπός, πρόγραμμα, αξιολόγηση. Στη βάση του επιλεγμένου σκοπού καταρτίζεται το πρόγραμμα, από ποια βήματα θα περάσει το έργο για να επιτευχθεί, και η αξιολόγηση, σε ποιο βαθμό επιτεύχθηκε ο σκοπός. Ανάλογα με το αποτέλεσμα της αξιολόγησης, αναθεωρούνται σκοπός, πρόγραμμα και αξιολόγηση. Κάθε άλλη διαδοχή είναι αυθαίρετη, ολοκληρωτισμός. Σήμερα παρουσιάζω σκέψεις μου για το σκοπό.

Ο σκοπός δεν είναι αυτονόητος, όπως συχνά, νομίζεται. Ρώτησα κάποιον τι θέλει να κάνει. Η απάντηση ήταν: "Ό,τι θέλω!". "Μα ακριβώς, τι θέλεις ρωτώ!!!" Ο σκοπός είναι ιδιότητα μοναδικά ανθρώπινη. Τα άλλα ζώα έχουν βούληση, που προκύπτει από τα εξωτερικά ερεθίσματα και τον ταλαντούμενο αυτοματισμό της. Ο άνθρωπος επιλέγει σκοπό, με βάση τα προηγούμενα, αλλά και τη φαντασία και τη λογική του, που μόνος αυτός διαθέτει. Η διαμόρφωση σκοπού απαιτεί προσοχή, που είναι η μόνη αμιγώς νοητική λειτουργία που κουράζει. Η επιλογή σκοπού στηρίζεται στην εκτίμηση των αναγκών, πόρων και τεχνογνωσίας. Περιλαμβάνει, πλην της περιγραφής του, και τα κριτήρια για την επίτευξή του. Στη βάση αυτών θα γίνει τελικά η αξιολόγηση.

Δεν είναι εύκολη η συνειδητοποίηση του σκοπού σε άτομα και κοινωνίες. Υπάρχουν παγίδες. Ο σκοπός μιας επιχείρησης, είτε ιδιωτικής είτε δημόσιας, δεν είναι ούτε το κέρδος ούτε θέσεις εργασίας για ανέργους. Είναι η παραγωγή αγαθών ή παροχή υπηρεσιών που εξυπηρετούν κοινωνικές ανάγκες, λαμβάνοντας υπόψη την ύπαρξη πόρων και τεχνογνωσίας. Το κέρδος και η καταπολέμηση της ανεργίας είναι παράπλευρες ωφέλειες. Αν δοθεί αντίστροφη προτεραιότητα, αυτό είναι λαϊκισμός που οδηγεί τελικά σε αποτυχία. Η εξεύρεση πόρων (π.χ. δάνειο) πριν υπάρξει συγκεκριμένος σκοπός, οδηγεί σε κατασπατάλησή τους. Αν ένα δάνειο δεν χρησιμοποιηθεί έγκαιρα, θα χαθεί οδηγώντας σε αδυναμία να αποπληρωθεί.

Mια πολιτεία χρειάζεται ευνομία. Πολύπλοκο! Συνδέεται απαραίτητα με την ύπαρξη εξουσίας, ενός μηχανισμού που, ακόμη και βίαια, επιβάλλει νόμιμα κάποιους κανόνες - το πρόγραμμα. Την ανώτατη ουσιαστική εξουσία μπορεί να την έχει ένας Βασιλιάς, Δικτάτορας, Πρόεδρος Δημοκρατίας (π.χ. ΗΠΑ, Γαλλία), ή, σε πολιτεύματα που ο παραπάνω ρόλος είναι τυπικός, συντονιστικός (π.χ. Ενωμένο Βασίλειο), ο Πρωθυπουργός, όπως είναι και στην Ελλάδα. Στην Ευνομία, η Βουλή γνωρίζει από πρώτο χέρι, τη βούληση του δήμου, εφόσον αποτελεί ένα κληρωμένο δείγμα του συνολικού πληθυσμού. Αυτή ορίζει το σκοπό με τη μορφή νόμων. Ο δήμος δεν έχει βέβαια επαρκείς γνώσεις, για τη σχεδίαση σκοπών. Σαν το βρέφος που δεν ξέρει τι θέλει, αλλά κλαίει όταν πεινάει ή πονάει. Η μητέρα υποπτεύεται τι θέλει και του το προσφέρει, οπότε αυτό, προσηλώνεται στο μαστό ή τον αποποιείται. Δεχόμαστε όμως ότι έχει ικανή κρίση ο δήμος να επιλέγει μεταξύ προβαλλόμενων σκοπών από την κυβέρνηση, αφού είναι ικανός να επιλέγει μεταξύ προεκλεγμένων από τα κόμματα πληρεξουσίων του στην υπάρχουσα ολιγαρχία. Οι αντιπολιτεύσεις δεν αρκεί να αποδομούν την κυβερνητική πρόταση, αλλά οφείλουν να εισηγούνται δική τους λύση στο υπάρχον πρόβλημα. Η βουλή κρίνει ποια εισήγηση συνάδει με τη βούληση των πολιτών και ανάλογα αποφασίζει. Αν δεν εξασφαλίζεται πλειοψηφία, γίνεται δεύτερη ψηφοφορία μεταξύ των επικρατουσών δύο προτάσεων (κυβερνητικής και αντιπολιτευτικής) ή μίξη τους. Έπειτα η κυβέρνηση υλοποιεί τους νόμους που αποφάσισε η βουλή. Η βουλή ελέγχει την κυβέρνηση γι΄ αυτό. Την τελική αξιολόγηση, αν εφαρμόσθηκαν από κυβέρνηση και βουλή οι αποφασισμένοι νόμοι, εκτελεί η δικαιοσύνη.

Οι παγίδες αφθονούν. Σκοπός δεν είναι να παραμείνει η άρχουσα ομάδα στην εξουσία, διότι τάχα, χωρίς επαρκή χρόνο, δεν θα μπορέσει να ολοκληρώσει το σκοπό της. Οι μακροχρόνιοι σκοποί, μεγάλα αναπτυξιακά έργα, συνεχίζονται και όταν αλλάζει η κυβέρνηση. Ούτε είναι να ικανοποιηθούν εκείνοι που τη στηρίζουν, με την ψήφο τους ή αλλιώς (οικονομικά, επικοινωνιακά κλπ), για να συνεχίσει να είναι εξουσία, αλλά η ικανοποίηση των αναγκών ολόκληρου του δήμου, με τους υπάρχοντες πόρους και τεχνογνωσία. Σημειώνεται ότι, όσο ζούμε σε ένα κράτος-έθνος, οι ανάγκες του δήμου συμπίπτουν με του κράτους. Βρισκόμαστε όμως σε μια φάση μεταβατική προς ένα κράτος-μέλος. Οι νόμοι του οργανισμού στον οποίον ανήκομε υπερισχύουν έναντι ακόμη και των θεμελιωδών δικών μας. Γι΄ αυτό, άλλωστε, η είσοδος σε τέτοιους οργανισμούς δεν επιτρέπεται να γίνεται από εξουσιοδοτημένους, αλλά με την άμεση έγκριση ολόκληρου του λαού. Επιπλέον, το έθνος επεκτείνεται σε πλήθος ομοεθνείς μας, οι οποίοι, αφού ζουν μόνιμα σε άλλα κράτη, είναι παράλογο να συναποφασίζουν πώς θα ζήσουμε εμείς, ο δήμος, εδώ, όπου εκείνοι δεν ενοικούν, ενώ αυτοί θα αδυνατούν να συναποφασίζουν πώς θα ζουν εκεί όπου κατοικούν. Αν η άρχουσα εξουσία έχει εκλεγεί από το λαό, προκύπτει αναγκαστικά η ανάγκη να στηρίζει τους εκλέκτορές της. Αυτό, δεν αποκλείεται να γίνεται σε βάρος της βούλησης και του συμφέροντος του συνόλου δήμου. Ακόμη, αν η κυβέρνηση έχει την έγκριση (ψήφο εμπιστοσύνης) της βουλής, οι δύο εξουσίες συμπίπτουν, η βουλή ψηφίζει ό,τι εισηγείται η κυβέρνηση αδυνατώντας να ασκήσει κριτική της. Κι αν οι επικεφαλής της δικαιοσύνης επιλέγονται από την κυβέρνηση, η αξιολόγηση χάνει το κύρος της. Αυτή η κατάσταση είναι καθιερωμένη, ιδιαίτερα στο δικό μας κράτος, όπου η πελατειακή σχέση των αρχόντων είναι ο κύριος μηχανισμός διακυβέρνησης. Οι βουλευτές και υπουργοί, εκλέγονται από το κόμμα τους, όχι από το λαό, ο οποίος απλώς επιλέγει μεταξύ προεκλεγμένων. Οφείλουν επομένως να πειθαρχούν στο κόμμα τους, έστω και αν συνειδησιακά διαφωνούν, αλλιώς δεν θα ξαναείναι υποψήφιοι. Οφείλουν επίσης να μεριμνούν για τους ψηφοφόρους τους και τους διαμορφωτές ψήφων, αντί για το δήμο. Και οφείλουν να ικανοποιούν τις ανάγκες της παρούσας γενιάς που θα ξαναψηφίσει σε <4 χρόνια, αδιαφορώντας για τα συμφέροντα των επόμενων γενιών (π.χ. δανεισμός). Εκλογή ίσον συναλλαγή. Οι πρόγονοί μας προτίμησαν την κλήρωση για τη βουλή, ενώ για την εκτελεστική εξουσία ("στρατηγοί") την εκλογή. Δεν έχει αποδειχθεί ποτέ αν η εκπαίδευση βελτιώνει την κρίση έξω από το γνωστικό αντικείμενο καθενός. Αλλά, αν θεωρούμε ότι όσο πιο μορφωμένος είναι κάποιος, τόσο μεγαλύτερη αυτογνωσία έχει, ώστε να ξέρει το σκοπό του, μπορεί η βουλή να αποτελείται κατά ένα προαποφασισμένο ποσοστό από βουλευτές κληρωμένους μεταξύ αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, άλλο ποσοστό δευτεροβάθμιας και άλλο κατώτερης. Στην εκλογή, πώς εξασφαλίζομε ότι όλοι μπορούν να επιλέγουν τους σωστούς πληρεξουσίους τους;

Ο σκοπός ξεκινά από ένα όραμα, αλλά δεν συμπίπτει μ΄ αυτό. Η Μεγάλη Ιδέα ήταν όραμα, όχι σκοπός. Δεν στηρίχθηκε σε ανάγκες και πόρους. Ένα όραμα που δεν είναι εύλογα υλοποιήσιμο, λυπάμαι, πρέπει να αντικαθίσταται από άλλο.

 

Διαβάστε ακόμα