Της Μαρίας Ρώτα

Τουρκικό Λεξιλόγιο στην Ελλάδα

  • Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου, 2019 - 06:22

Αξίζει ν' ασχοληθούμε λίγο και να μάθουμε, να γνωρίσουμε και να δεχθούμε αν, οι λέξεις που χρησιμοποιούμε καθημερινά είναι στ' αλήθεια ελληνικές. Αρκετοί Έλληνες ενδιαφέρθηκαν και θέλησαν να μάθουν ποια είναι η καταγωγή των λέξεων που χρησιμοποιούμε καθημερινά. Μερικές... νομίζω αρκετές, δεν μοιάζουν να έχουν ελληνική καταγωγή. Είναι πολλές οι λέξεις που χρησιμοποιούμε στη σημερινή εποχή που δεν έχουν σχέση με την Ελληνική γλώσσα... που πριν 40 αιώνες περίπου, ήταν η Ιστορία μας, η πατρίδα μας, το περιβάλλον μας. Κάποτε τα Ελληνικά ήταν ο πλούτος της χώρας μας, ο θησαυρός μας. Φυσικά και σήμερα η Ελληνική γλώσσα είναι ο θησαυρός της χώρας μας που θαυμάστηκε και αγαπήθηκε όχι μόνο από τους Έλληνες, αλλά και από ξένους επιστήμονες, επιχειρηματίες κ.α.

Πολύτιμος βοηθός μας σ' ένα μαγευτικό ταξίδι της Ελληνικής γλώσσας είναι ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης, ο οποίος ασχολήθηκε με την ετυμολογία και την ιστορία, αλλά και τη δημιουργία των λέξεων και τη σχέση τους με λέξεις άλλων χωρών.

Στην αρχαιότητα η ελληνική γλώσσα ήταν καθαρά... ελληνική. Σήμερα πολλές λέξεις που χρησιμοποιούμε προέρχονται από λεξιλόγιο άλλων χωρών και αρκετές από... Τουρκία, που επί τόσα χρόνια είχαν κατακτήσει την Ελλάδα.

Τουρκικό λεξιλόγιο

Μπαξές: (κήπος – περιβόλι), έχω καρδιά μπαξέ: σημαίνει, είμαι εύθυμος και καλόκαρδος, ή απ' όλα έχει ο μπαξές: υπάρχουν όλα άφθονα και πλούσια (μπαχτές – τουρκικά bahce)

Μπαγιάτικο: (δεν είναι πια νωπό, φρέσκο). Έχει χαλάσει και δεν έχει πια ενδιαφέρον (τουρκικά bayat)

Μποστάνι: (περιβόλι) μικρή αγροτική έκταση στην οποία καλλιεργούνται λαχανικά (τουρκ. bostan).

Μερεμέτι: η επισκευή ή επιδιόρθωση χαλασμένου τμήματος οικοδομής, σπιτιού, σκάφους κ.α. (τουρ. meremet).

Γιαούρτι: κρεμώδες παρασκεύασμα από γάλα που πήζει σε χαμηλή θερμοκρασία και πολλές φορές εμπλουτίζεται με γλυκαντικές ή αρωματικές ουσίες (φρούτα ή ξηρούς καρπούς), φράση που συνηθίζεται: “όποιος καεί με το χυλό, φυσά και το γιαούρτι” (τουρκ. yogurt).

Γιακάς: Το κομμάτι πουκαμίσου, φορέματος, μπλούζας κ.α. που περιβάλλει τον λαιμό του ενδύματος μας και είναι μόνιμα ραμμένο πάνω σ' αυτό, ώστε να διπλώνει... Λέγεται και περιλαίμιο ή κολάρο (τουρκ. yaka).

Αλάνι: (ο αλήτης), το παιδί της “αλάνας”, του δρόμου, ο άνθρωπος που περιφέρεται εδώ κι εκεί χωρίς σταθερή κατοικία. Συχνά λέγεται και αλανιάρης, αλήτης. Και το λαϊκό τραγούδι λέει: “είμαστε αλάνια, διαλεχτά παιδιά μέσα στην πιάτσα...” από αυτή τη λέξη έρχεται και η Αλάνα που είναι (υποτίθεται) ένας αδιαμόρφωτος υπαίθριος χώρος, που συνήθως παίζουν τα παιδιά (τουρκ. alan που σημαίνει πέρασμα μέσα στο δάσος).

Καρπούζι: Είναι το γνωστό φρούτο με μεγάλο μέγεθος, με πράσινη χοντρή φλούδα και με κόκκινη και γλυκιά ψίχα και μαύρους σπόρους. Ένα από τα γλυκά και ευχάριστα φρούτα. (τουρκ. karpuz). Το όνομά του στα ελληνικά ήταν: υδροπέπων.

Τενεκές ή ντενεκές: είναι διάφορα (σαν δοχεία) που έχουν κατασκευαστεί από σίδηρο και χρησιμοποιούνται για να μπει μέσα το λάδι ή το τυρί ή άλλα διάφορα προϊόντα που διατηρούνται άριστα μέσα στους τενεκέδες. Θεωρείται ένα σπουδαίο “δοχείο” (όπως λέγεται ελληνικά). Υπάρχει και η φράση που λέει για κάποιον άνθρωπο: “αυτός είναι τενεκές ξεγάνωτος” δηλαδή είναι πολύ χαμηλού επιπέδου ή και ήθους (τουρκ. teneke).

Μελτέμι: είναι ο βόρειος ή βορειοδυτικός άνεμος, που πνέει στη Μεσόγειο, συνήθως, κατά την περίοδο του καλοκαιριού. Συνήθως ακούγεται: άρχισαν τα μελτέμια του Αυγούστου. Το αρχαίο όνομά του ήταν “άνεμος ετησίας”. “Ετησίας” ονομαζόταν στην αρχαιότητα οι βόρειοι άνεμοι, που πνέουν το καλοκαίρι στην ανατολική λεκάνη της Μεσογείου, τα μελτέμια (τουρκ. meltem).

Μπακάλης: ο ιδιοκτήτης καταστήματος, στο οποίο πωλούνται προϊόντα πολλών ειδών για οικιακή χρήση και ορισμένα τυποποιημένα είδη τροφίμων. Το ελληνικό του όνομα είναι παντοπώλης. Συχνά, βλέπουμε πινακίδα (ταμπέλα) που γράφει: Παντοπωλείο.... και στη συνέχεια το όνομα. Αυτή είναι η ελληνική λέξη. Επικρατεί όμως η λέξη Μπακάλικο. (τουρκ. bakkal).

Μανάβης: το ελληνικό του όνομα είναι: Οπωροπώλης. Η λέξη προέρχεται από την ελληνική: Οπώρα, που σημαίνει: ωμός δηλαδή άψητος. Ο μανάβης λοιπόν είναι ο πωλητής λαχανικών και φρούτων και μπορεί να ονομαστεί και Οπωροπώλης ή Λαχανοπώλης (οπώρα στην αρχαιότητα ονομαζόταν το φρούτο). Το όνομα μανάβης είναι από το τουρκικό manav.

Χασάπικο: είναι το κρεοπωλείο και Χασάπης είναι ο κρεοπώλης, ο οποίος θεωρείται ο ηθικός ή φυσικός αυτουργός κάθε μαζικής σφαγής. Σε μια παλιά ομιλία είχε χαρακτηριστεί ο Χίτλερ “χασάπης” των λαών, δηλαδή σφαγέας. Η λέξη χασάπης προέρχεται από την τουρκική kasap.

Κιμάς: Δεν έχει ιδιαίτερο ελληνικό όνομα. Κιμάς είναι το ψιλοκομμένο κρέας σε πολύ λεπτά κομματάκια. Τα σημερινά χρόνια για να γίνει το κρέας κιμάς χρησιμοποιείται ειδική μηχανή. Υπάρχει και η λαϊκή έκφραση: “κάνω κάποιον κιμά”. Δηλαδή δέρνω κάποιον, τον σπάζω στο ξύλο. Η τουρκική λέξη είναι kiymak που σημαίνει κομματιάζω.

Μεζές: Είναι μικρό (όχι πάντα) ορεκτικό με πικάντικη γεύση, το οποίο σερβίρεται είτε ως ορεκτικό, είτε ως συνοδευτικό για οινοπνευματώδη ποτά (ούζο, τσίπουρο κ.α.). Οι μεζέδες είναι συνήθως κεφτεδάκια, λουκάνικο, σαγανάκι κ.α. Μεζεκλής είναι και ο άνθρωπος που του αρέσουν οι μεζέδες, τα νόστιμα ορεκτικά κ.α. Μεζεδοπωλείο ονομάζουν και την ταβέρνα που σερβίρει... μεζέδες και οινοπνευματώδη ποτά. Από τη λέξη μεζές παρουσιάστηκαν πολλά ονόματα, όπως μεζεκλίκι, μεζεδάκι κ.α. Τουρκικά οι λέξεις είναι melik, meze κ.α.

Συνεχίζεται

Μαρία Ρώτα

Ετικέτες: