Ταλάντωση

Του Δημ. Α. Σιδερή, Ομ. Καθηγητή Καρδιολογίας
  • Παρασκευή, 3 Οκτωβρίου, 2014 - 06:10

Βρέχει, ύστερα αιθρία, έπειτα πάλι βροχή  Η καρδιά μου συστέλλεται, διαστέλλεται, μετά πάλι συστέλλεται. Πεινώ, τρώω, χορταίνω, ύστερα πάλι πεινώ. Νηστεύομε, τα κεφάλια (κεφάλαιο) τα πρόβατα πληθαίνουν, ύστερα πασχαλιά, θυσιάζομε τον τόκο που έτεκαν, μετά πάλι νηστεία. Φυσικό, βιολογικό, ψυχολογικό, κοινωνικό επίπεδο και τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται περίπου ρυθμικά. Κύκλος; Όχι, βέβαια, διότι η κατάσταση εξελίσσεται. «Οκ ν δς τν ατν ποταμν μβαίης», έλεγε ο μέγας Ηράκλειτος. Έλιξη; Θα μπορούσε. Μπορεί όμως και ταλάντωση.

Η εξέλιξη, με ανοχή σφάλματος, μπορεί να προτυπωθεί έτσι που να τη χειρίζονται εύκολα τα μαθηματικά. Η προτύπωση επιτρέπει πρόβλεψη του μέλλοντος, με μετρήσιμο σφάλμα. Ο ιστορικός υλισμός πρότεινε την εξέλιξη σα μια έλιξη. Διαδοχικές φάσεις: Θέση πρώτα, που ενέχει τα σπέρματα της εξέλιξης σε αντίθεση, που κι αυτή προχωρεί στη σύνθεση, η οποία αποτελεί νέα θέση για περαιτέρω εξέλιξη. Παρατήρησε επίσης ο ιστορικός υλισμός ότι οι αλλαγές είναι στην αρχή βραδείες, ποσοτικές. Όταν, ξαφνικά, η ποσότητα αθροισθεί σε κάποια κρίσιμη τιμή, γίνονται ταχείες, ποιοτικές. Σήμερα θα λέγαμε ότι οι ποσοτικές αλλαγές χαρακτηρίζονται από αρνητική ανάδραση, οπότε κάθε αλλαγή προβάλλει αντίσταση στην παραπέρα ανάπτυξή της. Όταν επιτευχθεί η κρίσιμη τιμή, ο ουδός (=κατώφλι), η αρνητική ανάδραση γίνεται θετική, φαύλος κύκλος, χιονοστιβάδα. Πριν από 80 χρόνια περίπου ο Βαν Ντερ Πολ περιέγραψε έναν τύπο ταλάντωσης που προτυπώνει και τους δύο παραπάνω «νόμους» του ιστορικού υλισμού: την ταλάντωση χάλασης. Αυτό ακριβώς το μοντέλο ακολουθούν οι περιοδικές μεταβολές με τις οποίες αρχίσαμε αυτή την επιφυλλίδα. Ανιαρό τούτο το κεφάλαιο, αλλά σε επόμενες επιφυλλίδες θα κάνουμε μνεία σε τέτοιου είδους ταλαντώσεις, τόσο σε ψυχολογικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.

Οι ταλαντώσεις έχουν αυτοματισμό, περιοδικότητα, σαν στο ρολόι. Κάθε τόσο επαναλαμβάνονται ρυθμικά. Οι ταλαντώσεις χάλασης όμως έχουν και διεγερσιμότητα. Ένα εξωτερικό ερέθισμα, μπορεί να τις επισπεύσει. Αντίθετα από τις αρμονικές, οι ταλαντώσεις χάλασης είναι ασύμμετρες. Έχουν μια βραδεία φάση με αρνητική ανάδραση κι όταν η ποσοτική αλλαγή φθάσει στον ουδό, μεταπίπτει στην ταχεία φάση με θετική ανάδραση. Στη βραδεία φάση ο εξωτερικός παρατηρητής μπορεί να νομίζει ότι όλα είναι σταθερά. Στην ταχεία φάση όμως υπάρχει αισθητή μεταβολή. Σ΄ αυτή τη φάση και λίγο μετά, τα εξωτερικά αίτια δεν επιδρούν στην ταλάντωση (ανερέθιστη περίοδος). Ακολουθεί η διεγέρσιμη φάση που στη διάρκειά της ένα επαρκές ερέθισμα μπορεί να επισπεύσει την ταλάντωση. Τέλος, στον ουδό, γίνεται αυτόματη εκτόνωση του ταλαντωτή. Για να ξαναρχίσει από την αρχή.

Θέλω να... Θέλω να κάνω κάτι. Θέλω να πάρω αέρα, να πιω νερό, να φάω φαγητό, να ουρήσω, να αφοδεύσω, να κάνω έρωτα. Θέλω να…, λοιπόν. Μόλις συμβεί αυτό το θέλω να, το νοητό θέλω, που μόνο εγώ το νοιώθω, ακολουθεί μια σωματική φάση, αισθητή απ΄ τον καθένα: παίρνω αέρα, πίνω, τρώω, ουρώ, αφοδεύω, κάνω έρωτα. Αμέσως μετά, θέλω να μη. Μόλις φάω και χορτάσω καλά, δεν μπορώ να φάω άλλο. Ακόμη και ο πιο ορεκτικός μεζές μου προξενεί αηδία. Μόλις κάνω έρωτα, αμέσως μετά τον οργασμό, είναι αδύνατο να, θέλω να μην, ξανακάνω έρωτα. Πρέπει να περάσει κάποιος χρόνος. Αυτή η φάση του «θέλω να μη…» είναι η ανερέθιστη περίοδος της βουλητικής ταλάντωσης. Βαθμιαία μεταπίπτει στη διεγέρσιμη φάση, τη φάση «δεν θέλω να…». Διαφέρει το «δεν θέλω να» από το «θέλω να μη», κατά το ότι στο πρώτο ένα ισχυρό ερέθισμα μπορεί να με διεγείρει, ενώ στο δεύτερο, τίποτε δεν με διεγείρει. Αν, στη διεγέρσιμη φάση, πριν πεινάσω, μου παρουσιασθεί ένας ορεκτικός μεζές, μεταπίπτω πρόωρα στον ουδό, θέλω να φάω και τρώω. Κι αν, πριν φθάσω στο σημείο να επιζητήσω τον έρωτα, μου παρουσιασθεί ένα προκλητικό γυμνό σώμα, διεγείρεται πρόωρα η επιθυμία μου για συνουσία.

Οι νόμοι των ταλαντωτών χάλασης, είναι φυσικοί, απαραβίαστοι. Η συνείδηση πολύ περιορισμένη ισχύ έχει στη βούληση που ταλαντώνεται. Όταν έλθει η ώρα, η ερωτική πράξη θα τελεσθεί. Είτε με σύντροφο, είτε με αυτοϊκανοποίηση ή και με ονείρωξη μαζί με εγκράτεια. Κι όταν έχουν περάσει ελάχιστα λεπτά χωρίς να αναπνεύσω, θα κάνω την εισπνευστική κίνηση, έστω κι αν το πρόσωπό μου βρίσκεται μέσα στο νερό. Η υπέρβαση των ορίων της ταλάντωσης συνεπάγεται ως και βιολογικό θάνατο. Αν και απαραβίαστοι οι νόμοι της φύσης, της βιολογίας, της ψυχολογίας κλπ η γνώση τους μας επιτρέπει, όχι να τους παραβούμε, αλλά να τους αντισταθμίσουμε προς όφελός μας. Οι παγερές περιοχές της γης ήταν ακατοίκητες, ώσπου ο Προμηθέας μας πρόσφερε τη γνώση της φωτιάς και η γη οικίσθηκε σε όλη σχεδόν την επιφάνειά της. Να τώρα ένα παράδειγμα στην ερωτική ταλάντωση.

Η σύντροφός μου, έχω σοβαρές υποψίες ότι με απατά. Για να την τιμωρήσω, της στερώ την ικανοποίηση του έρωτά μου. Λάθος! Αυτό θα τη στρέψει προς αναζήτηση ερωτικής ικανοποίησης από το τρίτο πρόσωπο. Αλλάζω λοιπόν στάση ακολουθώντας τους νόμους της ταλάντωσης. Αυξάνω τη συχνότητα των ερωτικών επαφών μας. Τώρα μεγαλύτερο μέρος της περιόδου μεταξύ δύο ερωτικών πράξεων-ταλαντώσεών της βρίσκεται σε ανερέθιστη περίοδο και η σύντροφός μου δεν επηρεάζεται ή και αποκρούει την πρόκληση του τρίτου προσώπου! Η απιστία αίρεται.

Η ταλάντωση μας δίνει την εντύπωση του ντετερμινισμού, που πολλοί δεν αποδέχονται. Η συχνή παραβίαση της ρυθμικότητας από τυχαία ερεθίσματα μας δίνει την εντύπωση της τυχαιότητας, που πολλοί αποκρούουν. Η γνώση των νόμων των ταλαντώσεων χάλασης μας επιτρέπει, επομένως μια πρόβλεψη, με σημαντικό τυχαίο σφάλμα, ωστόσο. Μας επιτρέπει επίσης να λάβουμε μέτρα, ώστε, αν και δεν αποφεύγουμε την ταλάντωση, την κάνουμε να λειτουργεί προς όφελός μας.

Τα παραδείγματα στο ψυχολογικό επίπεδο αφθονούν. Η εφαρμογή όμως των νόμων των ταλαντώσεων σε κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό επίπεδο ίσως βοηθήσει να διακρίνουμε κάποιο φως στο τούνελ, κάποια λύση στο αδιέξοδο που αυτή τη στιγμή βιώνομε. Θα τα συζητήσουμε σε επόμενη επιφυλλίδα.

Διαβάστε ακόμα