Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΕΠΩΝΥΜΑ Ή ΑΝΩΝΥΜΑ;

  • Τρίτη, 6 Φεβρουαρίου, 2018 - 06:22

Σκέφτομαι σημαίνει «κουβεντιάζω από μέσα μου», μου εξήγησε ο γιος μου, νήπιο τότε, όταν τον ρώτησα. Η ψηφοφορία είναι από τις κυρίαρχες πρακτικές, τόσο στις ολιγαρχίες όσο και στις, ανύπαρκτες σήμερα, δημοκρατίες. Πολλές φορές αναρωτήθηκα, τι είναι σωστό, η μυστική ή η φανερή ψηφοφορία;

Η φανερή ψηφοφορία είναι επώνυμη, επομένως υπεύθυνη. Ο ψηφοφόρος, εκφράζοντας τη βούλησή του, μπορεί να πείσει και άλλους να συμμερισθούν τη δική του άποψη. Από την άλλη, όταν ψηφίζω για την εκλογή ενός άρχοντα, κάτω από τον οποίον εγώ θα τεθώ, ενδέχεται με τη φανερή αρνητική ψήφο μου να προκαλέσω την οργή του εναντίον μου. Επηρεάζει την ψήφο μου φόβος που λείπει από τη μυστική ψηφοφορία. Γενική αρχή είναι, επομένως, ότι όταν ψηφίζουμε για εκλογή ενός άρχοντα, ψηφίζομε μυστικά, ανώνυμα, ενώ για την εκλογή ενός αρχομένου, ψηφίζομε φανερά.

Ψηφοφορία όμως δεν γίνεται μόνο για εκλογή προσώπων, αλλά και για λήψη κάθε είδους αποφάσεων. Η διαφορά στην επώνυμη ψήφο των βουλευτών μεταξύ δημοκρατίας, με κληρωμένους βουλευτές (όπως στην αρχαιότητα) και σε ολιγαρχία με εκλεγμένους βουλευτές (όπως στις σημερινές ρεπούμπλικες συμπεριλαμβάνοντας τη δική μας Hellenic Republic), είναι ότι η άποψη των βουλευτών στην ολιγαρχία δεν γίνεται κατά συνείδηση, διότι οι βουλευτές είναι δεσμευμένοι διττά: Προς το κόμμα τους, αλλιώς δεν θα ξαναείναι υποψήφιοι και προς τους ψηφοφόρους τους, αλλιώς δεν θα τους ξαναψηφίσουν (πελατειακή σχέση). Έναντι της προγραμματισμένης προκατάληψης των βουλευτών στην ολιγαρχία, στη δημοκρατία, με ανέτοιμους κληρωμένους βουλευτές, υπάρχει μεγαλύτερος ευκαιριακός κίνδυνος δημαγωγίας. Η διαφορά μεταξύ της απόφασης μιας βουλής με κληρωμένους βουλευτές και μιας δημοσκόπησης με τυχαίους ερωτωμένους είναι ότι στη βουλή η γνώμη του κληρωμένου βουλευτή είναι επώνυμη και, επομένως, υπεύθυνη, ενώ στη δημοσκόπηση είναι ανώνυμη και ανεύθυνη. Ακόμη, στην κληρωμένη βουλή, οι άρχοντες (βουλευτές) έχουν προέλθει από το σύνολο, χωρίς εξαίρεση, των πολιτών. Στη δημοσκόπηση, οι ερωτώμενοι έχουν κληρωθεί από ένα υποσύνολο, με σύνθεση γνωστή μόνο στο δημοσκόπο. Άρα δυνητικά προκατειλημμένη.

Τι είναι όμως καλύτερο; Με την προσφιλή μου μέθοδο της αναγωγής σε άλλο επίπεδο, μεταβαίνω στην ψυχολογία. Από τις τρεις υποστάσεις του Εγώ μας, την αισθητή αντικειμενική, τη νοητή υποκειμενική και την κοινωνική, η νοητή είναι άβατη για όλο τον κόσμο, εκτός από το ίδιο το Εγώ. Κάθε προσπάθεια για βίαιο επηρεασμό της σκέψης και της βούλησης του νοητού Εγώ, όπως με βασανιστήρια, σωματικές ή ψυχολογικές πιέσεις, είναι κατάφωρα καταδικαστέα. Η βούληση όμως που προκύπτει από το ζύγισμα των ποικίλων εισερχόμενων γνώσεων ή και της αυτόματης ταλάντωσής της, κάποια στιγμή εκφράζεται πριν αρχίσει να επιδιώκεται η πραγμάτωσή της. Μόλις εκφρασθεί, γίνεται φανερή, έκθετη σε κινδύνους, αλλά και μόνον τότε με πιθανότητες επιτυχίας ή αποτυχίας.

Ανάλογα ισχύουν σε συσκεπτόμενες αθροίσεις του συλλογικού νου, όπως είναι, υπό ορισμένες τουλάχιστον συνθήκες, η βουλή, το υπουργικό συμβούλιο, μια επιτροπή δικαστών, επιτροπές σε εθνικό ή και διεθνές επίπεδο. Ενόσω διαρκεί η σύσκεψη, έχει κάθε δικαίωμα να γίνεται «κεκλεισμένων των θυρών». Κανένας δεν μπορεί να κατηγορήσει ένα σώμα, όσο συσκέπτεται, για αντιδημοκρατική συμπεριφορά ή μυστική διπλωματία. «Συ-σκέπτεται», «κουβεντιάζει από μέσα του»! Αν ερωτηθεί ο εκπρόσωπος της σύσκεψης, έχει δικαίωμα να μην απαντήσει, χωρίς να κατηγορηθεί ως αντιδημοκρατική η θέση του. Στη σύσκεψη, ο καθένας οφείλει να εκφέρει την προσωπική γνώμη του, ανεπηρέαστη από εξωγενείς δεσμεύσεις, που μπορεί να επηρεάζουν την απόφασή του. Όταν συνεδριάζουν οι ένορκοι για μια απόφαση, μπορεί να επηρεασθούν από τα ΜΜΕ που διακηρύσσουν πως ο «εγκληματίας» έκανε τούτο ή εκείνο, προδικάζοντας έτσι πως ο κρινόμενος είναι εγκληματίας. Όταν όμως έχει τελειώσει η σύσκεψη, αποφάσεις δεν πρέπει ακόμη να έχουν ληφθεί. Το εκφραζόμενο συμπέρασμα της σύσκεψης οφείλει να λάβει πλήρη δημοσιότητα, να συζητηθούν τα θέματα και σε όσο γίνεται ευρύτερο περιβάλλον, μεταξύ εκείνων που θα ωφεληθούν ή θα βλαφθούν από την εφαρμογή της βούλησης του συλλογικού νου. Και τότε μόνο να ληφθούν αποφάσεις από το σύνολο όσων ωφελούνται ή βλάπτονται με την ετυμηγορία των εκπροσώπων στη σύσκεψη. Το συσκεπτόμενο σώμα όμως ενδέχεται να είναι αυτό που λαβαίνει τις τελεσίδικες αποφάσεις, (π.χ. ορκωτά δικαστήρια). Τότε όμως, ορθά, υπάρχει δευτεροβάθμια κρίση ή και τριτοβάθμια. Μόνον τότε η απόφαση γίνεται αμετάκλητη. Υπενθυμίζεται ότι στα (αμιγή) ορκωτά δικαστήρια οι δικαστές έχουν κληρωθεί από το σύνολο των πολιτών, όπως γίνεται με τους βουλευτές της (ανύπαρκτης σήμερα) δημοκρατίας.

Σοβαρό πρόβλημα, πολύ δυσχερέστερο σήμερα παρά στην αρχαιότητα, είναι ότι τα συζητούμενα στις συσκέψεις απαιτούν συχνά ειδικές γνώσεις των συζητητών. Αυτοί, επομένως, δεν μπορούν να είναι κληρωμένοι από το σύνολο του λαού, αλλά εκλεγμένοι στη βάση των ικανοτήτων τους. Η εκλογή τους μπορεί να έχει γίνει από το συλλογικό νου, π.χ. μια κληρωμένη βουλή, αλλά από τη στιγμή που εκλέχθηκαν οφείλουν να είναι ανεπηρέαστοι για όσο γίνονται οι συζητήσεις ή διαπραγματεύσεις, ώσπου να τελειώσουν. Όταν τελειώσουν, τα συμπεράσματά τους θα τεθούν στην κρίση του δήμου. Και τότε, για την αποδοχή τους ή όχι, θα ληφθούν αποφάσεις που οφείλουν να είναι υπεύθυνες, με επώνυμη ψήφο. Σε μια δημοκρατία ή και ολιγαρχία τον τελικό λόγο σε κάθε αμφισβήτηση τον έχει ο δήμος, με δημοψήφισμα. Το δημοψήφισμα όμως (εκκλησία του δήμου) δεν παρέχει τη δυνατότητα για εκτενή συζήτηση, όπως μπορεί να γίνεται σε μια βουλή, με επώνυμα μέλη. Γι΄ αυτό, ο κανόνας είναι το δημοψήφισμα να ακολουθεί μιαν απόφαση της βουλής. Στατιστικά, ένα αποτέλεσμα 50% σε ένα τυχαίο (κληρωμένο) δείγμα του συνόλου έχει κάποιο σφάλμα. Στο σύνολο σημαίνει μια διακύμανση 46-54%. Επομένως, σε μια δημοκρατία, με κληρωμένους βουλευτές, μια απόφαση της βουλής με σημαντική πλειοψηφία είναι απίθανο να δώσει αποτελέσματα που θα ανατραπούν σε ένα δημοψήφισμα, που γίνεται έτσι περιττό. Όταν όμως η πλειοψηφία στη βουλή είναι οριακή (46-54%), εφόσον υπάρχει αμφισβήτηση, η λογική, αμετάκλητη λύση είναι το δημοψήφισμα.

Συμμετοχή μεγάλου πλήθους σε μια συγκέντρωση είναι το συλλαλητήριο. Το συλλαλητήριο, αντίθετα από το δημοψήφισμα, δεν λαβαίνει αποφάσεις. Είναι απλώς μέτρο πίεσης, μερικές φορές πολύ ισχυρής. Καθώς αποτελεί συγκέντρωση λαού, αλλά όχι του δήμου, ενέχει πολλά οχλοκρατικά στοιχεία. Ωστόσο, ιδίως στις ολιγαρχίες, αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών, για να αντισταθμίσει αυθαίρετες αποφάσεις που ευνοούν τις απόψεις της ολιγαρχίας που κυβερνά. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν υποκαθιστά τις αποφάσεις της βουλής και ενός δημοψηφίσματος, ενώ η οχλοκρατική φύση του ενδέχεται να οδηγεί σε θανάσιμα δυσάρεστες αποφάσεις.

Διαβάστε ακόμα