Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ

  • Τετάρτη, 28 Μαρτίου, 2018 - 06:10

Για κάθε Έλληνα υπάρχουν δύο αναγκαστικές υποχρεώσεις, αμοιβαία μεταξύ πολίτη και πολιτείας: Υποχρεωτική εκπαίδευση και θητεία, αυτή όμως (ρατσιστικά;) μόνο για άνδρες. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις, όταν υφίστανται ειδικοί λόγοι, π.χ. φυσική ανικανότητα με ειδικά σχολεία και, για τη θητεία, με ειδικές υπηρεσίες, όπως για σωματικά ανικάνους και αντιρρησίες συνείδησης, που αρνούνται να κρατήσουν όπλο.

Η τήρηση της αμοιβαίας υποχρέωσης Έλληνα και Ελληνικής πολιτείας είναι εκ των ων ουκ άνευ για το χαρακτηρισμό κάποιου ως Έλληνα πολίτη. Έτσι, τουλάχιστον, εγώ θεωρώ. Και προκύπτει το ερώτημα ποιος είναι Έλληνας;

Έχω δημοσιεύσει τις απόψεις μου. Έλληνες είναι όσοι ομολογούν την Ελληνική τους ταυτότητα και ως Έλληνες συμπεριφέρονται: Όσοι αποδέχονται ως κοινό προορισμό του Ελληνικού Έθνους την ανάπτυξή και διατήρηση του, με δημιουργία και διατήρηση εθνικού πλούτου και προσφέρονται να υπηρετήσουν όπου χρειάζεται, για να δώσουν ακόμη και την ύπαρξή τους γι αυτό τον προορισμό κι όσοι μετέχουν στη διαμόρφωση της κοινής βούλησης όλων των Ελλήνων, συμβατής με του Έθνους τον κοινό προορισμό, επιδιώκοντας τη μέγιστη δυνατή ελευθερία και ισότητα των Ελλήνων· όσοι μπορούν να διαλέγονται με τους υπόλοιπους σύγχρονους Έλληνες ανταλλάσσοντας μηνύματα με τον κώδικα των Ελλήνων, τη γλώσσα την Ελληνική κι όσοι μπορούν να επικοινωνούν με τους Αρχαίους Έλληνες ερμηνεύοντας τα ανεξίτηλα γραπτά μηνύματά τους, μα και ν΄ αφήνουν τέτοια στις επερχόμενες γενεές με το γραπτό κώδικα της Ελληνικής γλώσσας· όσοι περηφανεύονται για ό,τι σπουδαίο διαπράττουν οι συνέλληνές τους ή έπραξαν οι πρόγονοί τους και διεκδικούν το μερίδιο από την αντίστοιχη τιμή που τους πρέπει κι όσοι ντρέπονται για ό,τι επονείδιστο διαπράττουν οι συνέλληνές τους ή έπραξαν οι περασμένες γενεές και αποδέχονται το μερίδιο τις ευθύνης να αποκαταστήσουν ή αποζημιώσουν για την επονείδιστη πράξη. Σ΄ αυτά θα πρόσθετα σήμερα την ανάπτυξη οικουμενικής συνείδησης.

Οι προδιαγραφές που ανέφερα ικανοποιούνται με την υποχρεωτική εκπαίδευση και θητεία. Αμφότερα προϋποθέτουν ίση συμμετοχή όλων στο άρχειν και άρχεσθαι, όπως ορίζει ο Αριστοτέλης την ελευθερία: «Ἓν μὲν τὸ ἐν μέρει ἂρχειν καὶ ἂρχεσθαι…ἓν δὲ  τὸ  ζῆν  ὡς βούλεταἱ  τις». Πλήρη πολιτικά δικαιώματα δεν μπορούν να έχουν παρά μόνον όσοι έχουν επιτελέσει τις υποχρεώσεις τους, εκπαίδευση και θητεία. Δυσκολότερη είναι η τρίτη προδιαγραφή, καθώς ενέχει σημαντικό υποκειμενικό στοιχείο, την περηφάνια και τη ντροπή. Για την περηφάνια, μάλλον το έχομε παρακάνει, φθάνοντας στην καπηλεία των προγονικών επιτευγμάτων. Καθώς η διεθνής γνώμη αποδέχεται αυτά τα επιτεύγματα, ενώ δεν βλέπει αντίστοιχα στους σύγχρονους, εμάς, Έλληνες, αντιδρά ποικιλοτρόπως. Θεωρούν ότι αυτοί, οι ξένοι, όχι εμείς, είναι οι φορείς της αρχαίας μας παράδοσης, έχοντας υιοθετήσει τα αισθητικά και γνωστικά στοιχεία των Ελλήνων, αλλά όχι το μοναδικό υπαρξιακό στοιχείο, τη δημοκρατία. Κι εμείς, αν θέλουμε να είμαστε φορείς της παράδοσης των προγόνων μας, πρέπει τους ξένους να μιμηθούμε. Οι πρόγονοί μας όμως μάθαιναν από άλλους, αλλά δεν τους μιμούνταν. Τα πολιτεύματά τους, που σήμερα ονομάζομε δημοκρατία με ποικίλα επίθετα (φιλελεύθερη, αστική, κοινοβουλευτική, βασιλευόμενη, σοσιαλιστική δημοκρατία) δεν είναι δημοκρατίες, αλλά ολιγαρχίες, που τα ονομάζουν ορθά ρεπούμπλικες. Ο Αριστοτέλης ορίζει: «Λέγω δ΄ οον δοκε δημοκρατικν μν εναι τ κληρωτς εναι τς ρχς, τ δ΄ αρετς λιγαρχικν».

Η άλλη αντίδραση μέρους της διεθνούς γνώμης είναι να αμφισβητούν τη σχέση μας με τους αρχαίους Έλληνες. Πιο διαβόητος ήταν ο J.P.Fallmerayer. Η απάντηση δόθηκε ικανοποιητική κυρίως από δύο τελείως διαφορετικές όψεις. Η μία ήταν του ιστορικού Κ.Παπαρρηγόπουλου, που απέδειξε τη συνέχεια του Ελληνισμού από την αρχαιότητα ως σήμερα. Ποικίλοι ιστορικοί μας από τότε, ανεξάρτητα από τη σκοπιά που ερμηνεύουν τα ιστορικά γεγονότα και τις πολιτικές πεποιθήσεις τους, ποτέ δεν αμφισβήτησαν την κεντρική ιδέα του Παπαρρηγόπουλου. Η άλλη ήταν του Κ.Πολίτη, που κατέγραψε την προφορική, αβίαστη επομένως, παράδοση της Ελληνικής γλώσσας στα δημοτικά τραγούδια. Παρά τις γλωσσικές διαφορές στις ποικίλες ντοπιολαλιές, υπήρχε κυρίαρχη ταυτότητα με τα κύρια στοιχεία της γλώσσας των προγόνων μας. Κι εκείνων η γλώσσα εξάλλου, ποίκιλλε, από τόπο σε τόπο. Υπήρχαν ίσως καμιά τριανταριά Ελληνικές διάλεκτοι, καθώς και συνεχής εξέλιξη από τη γλώσσα του Ομήρου και Ησιόδου, στην κλασική περίοδο, στην Ελληνιστική, στη Βυζαντινή, στην καθαρεύουσα, στη σύγχρονη επίσημη δημοτική. Παρά τις σημαντικές μερικές διαφορές, οι Έλληνες επικοινωνούμε άνετα μεταξύ μας. Μετά από τρεισήμισι χιλιετίες, ωστόσο, είναι πια αναγκαία η αναγκαστική διδασκαλία για την άμεση ανάγνωση και ερμηνεία των ανεξίτηλων γραπτών μηνυμάτων των πανάρχαιων προγόνων μας, που αναφέρω παραπάνω. Η επικοινωνία μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας είναι κύριο στοιχείο της ενότητας των μελών της. Κοινωνία χωρίς επικοινωνία δεν υπάρχει.

Στα πλαίσια των παραπάνω, θα σχολιάσω κάποια σημερινά διλήμματα. Οι θέσεις μου απορρίπτονται συνήθως, άλλες ως υπερσυντηρητικές κι άλλες ως υπερσύγχρονες.

Υποχρεωτική θητεία και για τις γυναίκες. Όταν ο πόλεμος στηριζόταν στη μυϊκή ρώμη, ήταν ανδρική υπόθεση για αρειμάνιους άντρακλες. Σήμερα όμως ο πόλεμος γίνεται πατώντας κουμπιά. Η άλλη, πολύ θεμελιώδης, αντίρρηση, είναι ότι οι γυναίκες, αντίθετα από τους άνδρες, μπορούν να κυοφορούν. Γι΄ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα στη βάση των «ειδικών υπηρεσιών» που αναφέρθηκαν ήδη. Στο Ισραήλ υπηρετούν και οι γυναίκες. Μπορούμε να εμπνευσθούμε από την εμπειρία τους. Στους σύγχρονους πολέμους υποφέρουν όχι μόνο οι στρατιώτες στις ταλαιπωρίες του μετώπου, αλλά και οι πολίτες στις αστικές περιοχές. Ίσως οι γυναίκες να είναι καταλληλότερες για την αστική άμυνα.

Θεμελιώδες είναι το βασικά υποκειμενικό στοιχείο της περηφάνιας και ντροπής. Συμπεριφορικά η περηφάνια μπορεί να εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους. Ένας είναι η ανάδειξη των εθνικών συμβόλων, όπως είναι η σημαιοφορία. Η άρνησή μας να την κρατήσουν άτομα που επιθυμούν να είναι Έλληνες, είναι ανθελληνική. Υπενθυμίζω ότι «Τὸ τῶν Ἑλλήνων ὄνομα πεποίηκε μηκέτι τοῦ γένους ἀλλὰ τῆς διανοίας δοκεῖν εἶναι καὶ μᾶλλον Ἓλληνας καλεῖσθαι τοὺς τῆς παιδεύσεως τῆς ἡμετέρας ἤ τοὺς τῆς κοινῆς φύσεως μετέχοντας» (Ισοκράτης). Για την Ελληνική εθνικότητα δεν μετρά η γενετική καταγωγή, αλλά η Ελληνική παιδεία. Η θρησκεία είναι σημαντικό, αλλά όχι το πρωτεύον, στοιχείο της Ελληνικής ταυτότητας, διότι μας διαχωρίζει από τους προγόνους μας, χωρίς να μας ξεχωρίζει από τους Σλάβους. Πιο επώδυνη είναι η αναγνώριση της ντροπής. Ντρέπομαι για όσα έγιναν στη Μικρασιατική καταστροφή, στον εμφύλιο, στην τραγωδία της Κύπρου, στην οικονομική υποδούλωσή μας σήμερα. Όποιος αρνείται σήμερα να πληρώσει, αποκαταστήσει ή επανορθώσει γι΄ αυτές τις επονείδιστες ενέργειές μας δεν μετέχει στις υποχρεώσεις ούτε στην ταυτότητα των Ελλήνων.

 

 

Διαβάστε ακόμα