Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΕΞΟΥΣΙΕΣ

  • Τρίτη, 6 Νοεμβρίου, 2018 - 06:12
  • /   Eνημέρωση: 6 Νοε. 2018 - 7:42

Εξουσία είναι η δυνατότητα να επιβάλλει κάποιος (ή ένα κράτος), τη θέλησή του σε άλλους με βάση νόμο, παράδοση κλπ. Στις σύγχρονες κοινωνίες του αναπτυγμένου κόσμου, όπως και στην αρχαία Ελλάδα, τέτοια εξουσία αρμόζει μόνο στο Δήμο. Δήμος είναι πολιτικό σώμα που συγκροτείται με κανόνες. Αυτοί καθορίζουν αυστηρά ποιος έχει το δικαίωμα να συγκαλέσει το λαό, ποια θέματα είναι να συζητήσει ο λαός και πώς θα πάρει τις αποφάσεις του. Δεν είναι δηλαδή ούτε όχλος ούτε συλλαλητήριο ούτε άλλη ανάλογη αγελαία άθροιση ανθρώπων. Ανώτατος νόμος σε κάθε κράτος είναι το Σύνταγμα. Είναι ο νόμος που περιορίζει τους άρχοντες. Οφείλει να πειθαρχεί σε νοητές αξίες, όπως είναι η Αλήθεια, ο Λόγος κλπ. Το 1ο άρθρο του δικού μας Συντάγματος γράφει: "Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα." Το άρθρο αυτό βέβαια είναι παράλογο και αυτοδιαψεύδεται. Αν όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, πώς ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα και όχι όπως ορίζει ο Λαός; Αν αυτό το Σύνταγμα δεν μπορεί να το αλλάξει ο λαός, πώς πηγάζουν οι εξουσίες από το Λαό; Ξεκινώντας από μια παράλογη και αναληθή διάταξη, ο νόμος θεμέλιο του κράτους μας είναι αδύνατο να οικοδομήσει ισχυρή, σταθερή, κατάσταση, ικανή να επιβάλει τη βούλησή της.

Ποιες είναι οι πραγματικές εξουσίες σε ένα σύγχρονο ιδανικό κράτος; Πρώτα ο δήμος. Η ανώτατη εξουσία. Εκφράζεται με ένα και μοναδικό τρόπο, το δημοψήφισμα. Αντίστοιχα στην αρχαιότητα υπήρχε η εκκλησία του δήμου. Το δημοψήφισμα έχει ένα βασικό μειονέκτημα. Ο δήμος αποφασίζει δυϊστικά, με ένα Ναι ή ένα Όχι. Οι ενδεχόμενες λύσεις όμως στα ποικίλα προβλήματα ποικίλλουν, απαιτούν συζήτηση, ανταλλαγή επιχειρημάτων, άμεσες λήψεις αποφάσεων κλπ, που δεν μπορεί να τις κάνει το δημοψήφισμα. Έτσι, χωρίζεται σε τρεις ανεξάρτητες εξουσίες: Νομοθετική, Δικαστική και Εκτελεστική.

Η δικαστική εξουσία απαιτεί μια απόφαση που, όντας νόμιμη, στηρίζεται στο Λόγο και την Αλήθεια. Απαιτούνται επομένως αφενός κληρωμένοι δικαστές που διαθέτουν κοινό νου και αφετέρου διορισμένοι ειδήμονες, γνώστες του νόμου, που φροντίζουν για την έννομη διαδικασία (Πρόεδρος του δικαστηρίου) και την προβολή των επιχειρημάτων υπέρ (Υπεράσπιση) και κατά (Πολιτική αγωγή) του κρινομένου. Την απόφαση στα πλαίσια των παραπάνω τη λαμβάνει ο κοινός νους, δηλαδή ο λαός. Στην αρχαιότητα, σε σημερινές ικανοποιητικά ευνομούμενες σύγχρονες χώρες (π.χ. ΗΠΑ), και στην πατρίδα μας πριν από το 1967, ο λαός εκπροσωπούνταν με κλήρωση μεταξύ όλων των πολιτών: ένορκοι. Τέτοιοι ήταν οι Αρεοπαγίτες που έκριναν τον Ορέστη, όταν, για χάρη της υποχρέωσης στη μνήμη του πατέρα του (που του έδωσε το κοινωνικό Εγώ), φόνευσε τη μητέρα του (που του έδωσε το νοητό Εγώ). Σε εκείνη τη μοναδική δίκη πρόβλημα υπήρξε η ισοψηφία των δικαστών που λύθηκε με την αυθαίρετη παρέμβαση της Αθηνάς. Αυτή θέσπισε την υπεροχή μιας ανώτατης αυθαίρετης αξίας, σαν εκείνη του Λόγου και της Αλήθειας, δηλαδή ότι η ισοψηφία είναι υπέρ του κατηγορουμένου. Συνέπεια ήταν ότι, στην αντίληψη των τότε Ελλήνων, το μητριαρχικό δίκαιο υποχώρησε υπέρ του πατριαρχικού.

Η δικαστική εξουσία εφαρμόζει το νόμο. Ο νόμος ψηφίζεται από τη νομοθετική εξουσία, τη βουλή. Εκεί, με πολύ λιγότερα άτομα από όσο στο δημοψήφισμα, είναι δυνατό να γίνει ευρεία συζήτηση πριν από τη λήψη μιας απόφασης-νόμου. Σε ένα τέτοιο άθροισμα ατόμων, αν υπάρχει ένας μόνος ειδικός, αυτός στην ουσία δικτατορεύει. Αυτόν ακούν και ακολουθούν όλοι οι άλλοι. Για το λόγο αυτό, η ιδανική νομοθετική εξουσία οφείλει να ασκείται από ένα σώμα κληρωμένο από το σύνολο των πολιτών, εκφράζοντας έτσι στατιστικά γνήσια τη βούληση της κοινωνίας. Έτσι γινόταν στην Αθηναϊκή δημοκρατία. Προφανώς αυτό το σώμα οφείλει να διευθύνεται από ένα πρόσωπο με γνώσεις των κανόνων (Πρόεδρος της βουλής) και να ακούονται ελεύθερα οι απόψεις ιθυνόντων που τάσσονται με τη συμπολίτευση ή την αντιπολίτευση. Οι βουλευτές όχι μόνο ακούν τους ειδικούς, αλλά και τις απαντήσεις των ειδικών στις δικές τους ερωτήσεις. Σημειώνω, ότι τέτοιοι ρόλοι, είναι αυστηρά κοινωνικοί. Τόσο στη δικαιοσύνη όσο και στη βουλή, υποχρέωση του επικεφαλής Προέδρου είναι η αμερόληπτη διεξαγωγή της διαδικασίας, ενώ των υπέρ και κατά μιας πρότασης (νομικοί, εκπρόσωποι κυβέρνησης, αντιπολίτευσης, κομμάτων) είναι να υπερασπίζονται ή αντιτίθενται σε μια πρόταση. Ίδιο των καλά εκπαιδευμένων είναι να ενεργούν όχι σύμφωνα με τη δική τους βούληση, αλλά σύμφωνα με τους κανόνες που υπαγορεύουν οι γνώσεις και οι κοινωνικοί ρόλοι τους. Κάθε απόκλιση από αυτούς οφείλει να τιμωρείται.

Αντίθετα από τη νομοθετική και τη δικαστική εξουσία, όπου μόνες προϋποθέσεις είναι ο κοινός νους και η αρετή, που μοιράζονται εξίσου στο σύνολο του λαού και στους επαΐοντες, η εκτελεστική εξουσία απαιτεί ειδικές γνώσεις. Δεν είναι καθένας κατάλληλος για τις κυβερνητικές θέσεις. Αυτοί πρέπει να διορισθούν επιλεγμένοι μεταξύ κατάλληλων υποψηφίων που μπορούν να τεκμηριώσουν τις ικανότητές τους. Ο διορισμός θα γίνει δημοψηφισματικά, δηλαδή με εκλογές μεταξύ κομμάτων. Είναι αλάνθαστος αυτός ο τρόπος; Ασφαλώς όχι. Δεν υπάρχουν αλάνθαστοι τρόποι. Αλλά η εισήγηση λύσεων με νόμους και η υλοποίηση των ψηφισμένων νόμων, το έργο της εκτελεστικής εξουσίας δηλαδή, θα έχει συνέπειες και το κόστος τους θα πληρωθεί από όλο το λαό. Έτσι το σύνολο του λαού αποφασίζει με ανάδραση. Ο ίδιος αποφασίζει, ο ίδιος υφίσταται τις συνέπειες των αποφάσεών του. Στην περίπτωση της νομοθετικής εξουσίας δεν απαιτούνται γνώσεις, αλλά κοινός νους και αρετή. Εγνωσμένα ακατάλληλα άτομα μπορούν να εξαιρεθούν. Απαιτείται επιπλέον δυνατότητα για συζήτηση και συμμετοχή σε κάθε απόφαση και όχι μόνο μια στιγμή κάθε 4 χρόνια.

Η εφαρμογή τέτοιου συστήματος έχει αντιδράσεις ενδογενείς και εξωγενείς. Δεν είναι τέλειο. Διαρκώς εξελίσσεται. Στην αρχαιότητα εξελίχθηκε βαθμιαία από την εποχή των βασιλιάδων ως την Αθηναϊκή δημοκρατία, αλλά δεν προχώρησε να περιλάβει στην τάξη του γυναίκες, δούλους, μετοίκους. Λένε κάποιοι πως έφταιγε η δημοκρατία, επιρρεπής στην ασυδοσία, για την ήττα στον Πελοποννησιακό πόλεμο. Από την άλλη, αν πολίτες δεν ήταν περί τις 30 000, αλλά όλοι, (περί τις 300 000) οι κάτοικοι, δύσκολα θα έφθαναν στην ήττα. Είναι εφαρμόσιμο. Δοκιμάστηκε με επιτυχία στην αρχαία Αθήνα, πολιτικά σήμερα στην Ελβετία και δικαστικά στις ΗΠΑ και αλλού. Από την άλλη, εξωγενώς θα βρει αντιδράσεις από την ισχυρή ολιγαρχία που σήμερα μας κυβερνά. Η παράκαμψη τέτοιων εμποδίων είναι χρέος όλων, πρώτιστα όσων μπορούν να σκέφτονται και ενεργούν.

 

Διαβάστε ακόμα