Του Δημ. Α. Σιδερή, ομ. Καθηγητή καρδιολογίας

ΑΓΧΟΣ-ΑΓΩΝΙΑ

  • Τρίτη, 4 Σεπτεμβρίου, 2018 - 06:09
  • /   Eνημέρωση: 4 Σεπ. 2018 - 7:18

Διαβάζω την «Έννοια της Αγωνίας» του Κίρκεγκωρ. Δεν καταλαβαίνω τίποτε. Δεν είναι εύκολη η Φιλοσοφία, ιδιαίτερα η υπαρξιστική. Η γνώση μου σε ξένες γλώσσες είναι πολύ περιορισμένη. Αναγκάζομαι να καταφεύγω σε μεταφράσεις. Κι εδώ αρχίζει το πρόβλημα. Το είχα επισημάνει παλιότερα διαβάζοντας Χάιντεγκερ. Παραθέτει σελίδες ολόκληρες αρχαιοελληνικών κειμένων, που τις αποδίδει γερμανικά όσο καλύτερα (νομίζει ότι) μπορεί και πάνω τους προσπαθεί να στηρίξει τις δυσνόητες έννοιες που περιγράφει. Εκεί άρχισα να υποπτεύομαι πως ή ο σοφός Heidegger ξέρει καλύτερα Ελληνικά από εμένα (δεν το αποκλείω) ή αυθαιρετεί ασύστολα προκειμένου να βρει έρεισμα για τα ακαταλαβίστικα που προβάλλει. Με τον Kierkegard μου γεννήθηκαν παρόμοιες υπόνοιες.

Δανέζικα δεν ξέρω ούτε λέξη. Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου είναι: «Begrebet Angest». Angest όμως είναι η Γερμανική λέξη Angst (κάτι λίγα σκαμπάζω Γερμανικά), ενώ Angoisse είναι η αντίστοιχη Γαλλική και Anxiety η Αγγλική. Ναι, αλλά Ang, η ρίζα όλων αυτών των λέξεων, δεν είναι παρά η Ελληνική λέξη Άγχος. Και ο μεταφραστής του βιβλίου που διαβάζω αποδίδει την έννοια ως Αγωνία. Μα είναι το ίδιο Άγχος και Αγωνία;

Και οι δυο λέξεις αντιστοιχούν στο δυσάρεστο συναίσθημα που γεννιέται όταν αντιμετωπίζουμε μιαν απειλή με αβέβαιη έκβαση. Ωστόσο, κάθε Έλληνας χωρίς να το σκέφτεται, γνωρίζει πως στην Αγωνία εμπεριέχεται ο Αγών. Αυτό το καταλαβαίνει μόνο όποιος έχει μάθει Ελληνικά από τη μάνα του. Η αυτόματη, υποσυνείδητη, ετυμολόγηση των λέξεων είναι προνόμιο μόνον όσων μιλούν τη μητρική τους γλώσσα. Έτσι, στην Αγωνία ο φοβισμένος Αγωνίζεται, παλεύει ή τρέχει να φύγει, για να αντιμετωπίσει την αιτία του φόβου του, πράγμα που δεν κάνει όταν έχει Άγχος. Στο Άγχος απλώς φοβάται, και εύχεται να απαλλαγεί. Στην Αγωνία έχει επισημάνει (ή φαντάζεται) συγκεκριμένη απειλή κάτι κάνει για να γλιτώσει, βρίσκεται σε υπερένταση, στρες. Ο αγώνας του είναι αισθητός από τους άλλους. Έχοντας αναπτύξει κατάλληλα εξαρτημένα αντανακλαστικά, βλέποντας τις εκδηλώσεις της αγωνίας σε κάποιον, ετοιμάζονται κι αυτοί να αγωνισθούν, νοιώθουν κι αυτοί την Αγωνία, έστω κι αν δεν έχουν αισθανθεί το αίτιο της απειλής οι ίδιοι. Η Αγωνία είναι μεταδοτική, το Άγχος όχι.

Κάθε έννοια που αναπτύσσεται παίρνει κάποιο όνομα, ανάλογα με τη γλώσσα που μιλά ο εφευρέτης της. Οι βάσεις των αφηρημένων εννοιών αναπτύχθηκαν από τους προγόνους μας και οι λέξεις που εκφράζουν τις αντίστοιχες έννοιες είναι Ελληνικές. Έχουν μεταφερθεί στις ξένες γλώσσες, όπου αποτελούν κατά μέσον όρο το 10% περίπου του λεξιλογίου τους. Οι ξένοι όμως δεν γνωρίζουν τις ρίζες των ελληνικών λέξεων και επομένως δεν μπορούν να νιώσουν όλο τα βάθος και πλάτος που εκφράζουν οι ελληνικές έννοιες. Δεν μπορούν έτσι να ξεχωρίσουν το «γένος» (κοινή κληρονομική γενιά) από το «έθνος» (κοινά ήθη και έθιμα). Ούτε το συμφέρον από το ενδιαφέρον (και τα δύο αποδίδονται με το interest), ενώ το φιλότιμο τους είναι άγνωστη έννοια. Όταν πρωτακούει ο Έλληνας τη λέξη «ταχυκαρδία» ξέρει ότι εκφράζει την ταχεία λειτουργία της καρδιάς, ενώ ο ξένος που χρησιμοποιεί τη λέξη tachycardia ξέρει τι σημαίνει μόνο όταν κάποιος του το έχει πει.

Υπάρχουν εκείνοι που θεωρούν πως ναι, η αρχαία Ελληνική γλώσσα ήταν σπουδαία, αλλά η νεότερη εκδοχή της είναι παρακατιανή. Ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Η τρέχουσα ελληνική γλώσσα είναι η εξέλιξη της αρχαίας, της Ομηρικής, των 30 περίπου διαφορετικών αρχαίων διαλέκτων, της Ελληνιστικής και των Ευαγγελίων, της κοινής Βυζαντινής, της καθαρεύουσας και του πλήθους των σύγχρονων ντοπιολαλιών. Επομένως η σύγχρονη εκδοχή της γλώσσας μας είναι πλουσιότερη, διαθέτοντας πελώριο πλήθος λέξεων από όλον αυτό το θησαυρό για να εκφράσει την ίδια περίπου έννοια με ποικιλία αποχρώσεων. Από το «καλώ» προκύπτουν η «κλήση», σαν κι αυτή που μας δίνει ο τροχαίος ή ο δικαστικός κλητήρας, αλλά και το «κάλεσμα» για γλέντι. Διαφορετικά συναισθήματα το καθένα.

Η νέα εκδοχή της γλώσσας μας όμως χρειάζεται ερείσματα. Σχεδόν το έχομε πάρει, επιτέλους, απόφαση ότι η γλώσσα μας είναι αυτή που μάθαμε από τη μάνα μας. Έτσι, αβίαστα. Ωστόσο, αυτή η γλώσσα, για να εκφράσει δυσκολότερες ανάγκες, πρέπει, πρώτον, να εμπλουτισθεί από τον ιστορικό θησαυρό της γλώσσας μας που σημαίνει ότι ο μαθητής, ήδη από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού, όταν πια έχει μάθε άνετα να γράφει, να αρχίσει να διαβάζει και τη γλώσσα των προγόνων, από τον Παπαδιαμάντη ως τον Όμηρο. Προφανώς δεν χρειάζεται να μάθει να μιλάει ή να γράφει αυτή τη γλώσσα, μια και κανένας πρόγονος δε ζει πια για να καταλαβαίνει ακούοντας ή διαβάζοντας κείμενα των απογόνων του.

Δεύτερο, η αρχαία γλώσσα αναπτύχθηκε, επειδή απόκτησε ένα στέρεο στήριγμα, την Ελληνική γραφή. Η γραφή αρχικά ήταν ιδεογραφική, με απλά σχήματα που εξέφραζαν ιδέες, τον Λόγο, όπως το σχήμα 4 εκφράζει την τετράδα, όποια γλώσσα κι αν μιλάει κάποιος. Κάποτε προέκυψε, πρώτη φορά στην Ελλάδα, η αλφαβητική γραφή. Μ΄ αυτήν παριστάνεται η γλώσσα, όχι ο Λόγος και μόνο διαμέσου της εκφράζονται οι έννοιες. Με 24 μόνο σύμβολα μπορούσε να παρασταθεί ολόκληρος ο πνευματικός κόσμος του ανθρώπου. Ήταν εύκολο να μάθουν τέτοια γραφή όλοι, αρκεί να ενδιαφέρονταν. Ενδιαφέρον είχαν όλοι (σχεδόν) οι Έλληνες, καθώς με τη γραφή μπορούσαν να εκφράζουν δημόσια τις σκέψεις τους που, με τη δημοκρατία που είχε αναπτυχθεί, επηρέαζαν τις αποφάσεις του συνόλου. Μόνο μια ελληνική φυλή δεν είχε γραφή, οι Μακεδόνες, διότι δεν είχαν δημοκρατία, αλλά βασιλεία. Οι υπήκοοι του βασιλιά δεν χρειαζόταν να ξέρουν να γράφουν – ήταν επικίνδυνο. Γραφή ήξερε μόνο η ανώτατη (βασιλική) αριστοκρατία των Μακεδόνων που είχε απόλυτα ελληνική παιδεία.

Με την παρέλευση αιώνων η γλώσσα μας εξελίχθηκε, αλλ΄ αφότου χάθηκε η δημοκρατία, δεν ήταν αναγκαία πια η γραπτή παράστασή της. Στις ανώτερες τάξεις διατηρήθηκε η παραδοσιακή γραφή που δεν παρίστανε πια πιστά τη γλώσσα, αλλά για κάθε φθόγγο διέθετε πολλών ειδών γραφική παράσταση. Αυτού του είδους η γραφή αντιστοιχεί όχι στη βασιλεία ούτε στη δημοκρατία, αλλά στην ολιγαρχία που έχομε σήμερα. Σε μια μικρή έρευνα που έγινε, κανένας (αντιστοιχώντας στατιστικά σε 0%-24% των αποφοίτων μέσης ή ανώτατης εκπαίδευση) δεν μπόρεσε να γράψει χωρίς ορθογραφικό λάθος. Όση είναι η μειονότητα, η ολιγαρχία, που σήμερα μας κυβερνά.

Αγωνιώ, δεν άγχομαι, για το μέλλον των παιδιών, των απογόνων, της πατρίδας μου. Κυριότερο στήριγμα της ταυτότητάς μας είναι η γλώσσα μας, με παγκόσμια εμβέλεια. Και γι΄ αυτό, όχι μόνο αγωνιώ, αλλά και αγωνίζομαι.

 

 

 

 

 

Διαβάστε ακόμα